ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Προβληματική της Πολιτικής

προβληματική-της-πολιτικής-949857

Του Δημήτρη Σιάτρα

Προοίμιο

Ο Αριστοτέλης είχε ορίσει την πολιτική ως μέριμνα «κυριωτάτη και μάλιστα αρχιτεκτονική»,1 με την έννοια ότι οργανώνει την κοινή ζωή και φροντίζει για την εξασφάλιση των πρακτικών μέσων και των συνθηκών που αναγκαιούν για την ευζωϊα των ανθρώπων.

Εν τούτοις, η πολιτική, ως πρακτική επιδίωξη του επιθυμητού, βρίσκεται συχνά αντιμέτωπη με: α. με το αντικειμενικά αδύνατο και ανασφαλές, και β. με την επισφάλεια της ψυχοπνευματικής σύστασης, των επιλογών και των ικανοτήτων του ανθρώπινου φορέα της. Ως εκ τούτου, τα εγχειρήματά της συχνά αποτυγχάνουν.

Συμβατικά, ως πολιτική νοείται η εσκεμμένη δράση αρμόδιων προσώπων, που αποσκοπεί στην επέλευση ευεργετικών αποτελεσμάτων σωστικού, βελτιωτικού και δημιουργικού χαρακτήρα για τη ζωή του συνόλου ή τμημάτων του λαού.

Ιστορική – θεωρητική περιδιάβαση

Ο αρχαιοελληνικός στοχασμός ανέδειξε εντυπωσιακά τη σημασία της πολιτικής, με πραγματικές και μυθολογικές αναφορές, όπως λ.χ. η πλατωνική εκδοχή το μυθικού Προμηθέα, κατά την οποία ο Ζευς χάρισε στους ανθρώπους, για τη σωτηρία της κοινής ζωής τους, την «αιδώ» (:το αίσθημα της ντροπής, προς αποφυγή των ηθικοκοινωνικών παραβάσεων) και τη «δίκη» (:την αίσθηση της δικαιοσύνης). Δεν έδωσε όμως σ’ αυτούς την πολιτική επειδή τους θεωρούσε ανάξιους να την ασκήσουν. Ο Προμηθέας έκλεψε από τους θεούς την «έντεχνον σοφία συν πυρί» (:τις τεχνικές μεθόδους και τη φωτιά), με τις οποίες ο άνθρωπος ανέπτυξε εντυπωσιακά τις πρακτικές δυνατότητες της ζωής του, ενώ δεν απέκτησε ποτέ την πολιτική ικανότητα, επειδή ο Ζευς κρατούσε την πολιτική κρυμμένη στην ιδιαίτερη κατοικία του, όπου ο Προμηθέας «ουκέτι ενεχώρει εισελθείν» (= δεν μπόρεσε να μπει). 2

Οι άνθρωποι, των οποίων η φυσική κατάσταση είναι, κατά την ακραία εκδοχή του T.Hobbes, «ο πόλεμος όλων εναντίον όλων» (bellum omnium in omnes) 3, προκειμένου να συγκροτήσουν μια πολιτική κοινωνία, έπρεπε να τεθούν κάτω από τις υποχρεωτικές οδηγίες μιας Αρχής ρυθμιστικής των όρων της κοινής τους ζωής. Η ενεργοποίηση της Αρχής αυτής ορίζεται ως πολιτική διακυβέρνηση, η οποία εμφανίστηκε κατά εποχές με τις μορφές της Μοναρχίας της Αριστοκρατίας και της Δημοκρατίας.

Το πολιτικό φαινόμενο είναι παράγωγο μιας σειράς παραγόντων επενεργούντων μεμονωμένα ή συνδυαστικά. Η σχετική ανάλυση εντοπίζει αυτό:

  1. – την ψυχοπνευματική συγκρότηση του πολιτικού υποκειμένου
  2. – τα απροσδόκητα φυσικά γεγονότα και τις αέναες διεκδικήσεις του βελτίστου,
  3. – την επιδίωξη του κοινού οφέλους (σωτηρία ή ευ ζην του κοινωνικού συνόλου),
  4. – την επιδίωξη ιδίου οφέλους – όχι κατ΄ ανάγκην οικονομικού – του πολιτικού υποκειμένου (προσωπική ανάδειξη, κοινωνική αναγνώριση, αρχηγία),
  5. – την υποταγή σε ακαταμάχητες αντικειμενικές συνθήκες ή σε πιεστικές απαιτήσεις τρίτων. 4

Σε ό,τι αφορά τους τρόπους κατάκτησης διαχείρισης και διατήρησης της πολιτικής εξουσίας στις ανθρώπινες κοινωνίες, είναι χαρακτηριστικές οι επισημάνσεις του Nivolo Machiavelli αναφορικά με τα ανθρώπινα κίνητρα και τους εσωτερικούς μηχανισμούς των διαφόρων μορφών πολιτικής διακυβέρνησης.

Ο Νικολό Μακιαβέλλι, προσφέροντας το βιβλίο του «Ο Ηγεμόνας» στον άρχοντα Λορέντζο τον Μεγαλοπρεπή των Μεδίκων, έγραψε τη σχετική αφιέρωση, μεταξύ άλλων, ότι «per conoscere bene quelle de principi, bisognia essere populare, e per conoscere bene la natura de populi, bisognia essere principe (=… για να γνωρίσει κάποιος καλά τι είναι ένας ηγεμόνας, πρέπει να είναι λαός, και για να γνωρίσει κάποιος καλά τι είναι ο λαός, πρέπει να είναι ηγεμόνας) 5.

Στον «Ηγεμόνα» ο Νικολό Μακιαβέλλι τόνισε γενικά: την ανάγκη της ύπαρξης καλών θεσμών, την ανάγκη πειθαρχίας των διοικούντων και διοικουμένων, και την ανάγκη καλών συνεργατών του ηγέτη. Επισήμανε επίσης, αναφορικά με τη θεωρητική διεκδίκηση, με τις μεθόδους κατάκτησης και με τους τρόπους άσκησης της εξουσίας, την –όχι ασυνήθιστη– χρήση ανίερων μέσων.

Ο Ν. Μακιαβέλλι εξέδυσε την πολιτική από τις ωραιοποιήσεις και τις μεταμφιέσεις με τις οποίες εμφανίζουν οι διεκδικητές της εξουσίας. Την περιέγραψε ως εναλλασσόμενη μορφολογία των σχέσεων μεταξύ των κυβερνώντων και των κυβερνωμένων. Αποκάλυψε τις σκοτεινές πλευρές των μεθόδων της πολιτικής και των δράσεων της εξουσίας, περιέγραψε την αληθινή φύση των συνθηκών που καλείται να αντιμετωπίσει η πολιτική και, κατ’ επέκταση, η εξουσία, ορίζοντας συγχρόνως τα παραδεκτά, όπως και τα αποκρουστικά μέσα που αυτές μετέρχονται χάριν μιας αγαθής ή μιας ιδιοτελούς αποτελεσματικότητας. Ανέφερε ιστορικά πλείστες όσες περιπτώσεις εφαρμογής του καλού και του κακού στον τομέα άσκησης της πολιτικής. Κατέδειξε, τέλος, την ελαστικότητα της θεώρησης και της εφαρμογής του ηθικού κανόνα στην πολιτική, την διακηρυκτική και την ενεργό. Έλαβε, εξάλλου, υπόψη ότι η στάση των ανθρώπων απέναντι στις ακολουθούμενες πολιτικές επιλογές είναι ανάλογη της ηθικο – πνευματικής τους ιδιοσυγκρασίας: «Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν καταφέρνουν να είναι ούτε απόλυτα καλοί ούτε απόλυτα κακοί». 6

Ο Ν. Μακιαβέλλι:

–αντιτάχθηκε, παραθέτοντας ιστορικά στοιχεία, σε εδραιωμένες πεποιθήσεις για πρόσωπα και καταστάσεις που είχαν λάβει φανταστικές διαστάσεις,

–περιέγραψε τρόπους και αποτελέσματα διεκδίκησης και άσκησης της εξουσίας,

–αφαίρεσε από την πολιτική τις έντεχνες παραστάσεις και τις μεταμφιέσεις που αποβλέπουν στην εξασφάλιση της λαϊκής αποδοχής,

–διέκρινε την ηθική ως μέσο ψυχοπνευματικής διάσωσης του ατόμου από την υποχρέωση του ίδιου να δράσει για την σωτηρία της πατρίδας του, χάριν της οποίας μπορεί να σκοτώσει,

— έδειξε την αληθινή φύση των ανθρώπινων πραγμάτων και τις πραγματικότητες της πολιτικής ζωής.

Εντούτοις, η κοινή αίσθηση υπήρξε στο παρελθόν, και είναι ως ένα σημείο ακόμη και σήμερα, αρνητική για τον Ν. Μακιαβέλλι. Χαρακτηρίστηκε ως κυνικός, ως ωμός εκτιμητής των πραγμάτων. Δεν του αναγνωρίστηκε η ηθική καθαρότητα των εκτιμήσεων και των αναφορών του. Η εξήγηση φαίνεται εύλογη. Ο Ν. Μακιαβέλλι κατέστρεψε την ανθρώπινη αυταρέσκεια, ότι εμείς οι άνθρωποι απέναντι στα κακά είμαστε θύματα, κι απέναντι στα καλά είμαστε ήρωες. Πάντως, η αρνητική αντίληψη για τον Ν. Μακιαβέλλι άρχισε από μακρού χρόνου να υποχωρεί.

Νεότεροι χρόνοι

Από τον 18ο αιώνα μέχρι και σήμερα, γενικά αποδεκτό – ιδεολογικά και θεσμικά – είναι το πολιτικό μοντέλο της δημοκρατίας, το οποίο εφαρμόζεται με βάση τους όρους που καθορίζονται από τα οικεία καταστατικά κείμενα των διαφόρων χωρών. Κυρίαρχη πολιτική μορφή είναι το «Κράτος δικαίου» που αποτελεί τη μόνη παραδεκτή δυνατότητα ρύθμισης της ζωής του λαού. Βέβαια, στη νεότερη εποχή δημιουργήθηκαν και κάποιες αποκλίνουσες θεωρητικές εμπνεύσεις, όπως λ.χ. η «βιοπολιτική», στην οποία το κράτος παρουσιάζεται ενταγμένο στην κοινωνία. 7 Εντούτοις, οι εμπνεύσεις αυτές δεν δημιούργησαν μια πολιτική – καθεστωτική πραγματικότητα.

Ατέρμων διαλογισμός

Με βάση τις πνευματικές και τις εμπειρικές προσλαμβάνουσες, καλούμαστε να αξιολογήσουμε τον κατά περίπτωση προορισμό της πολιτικής και τα μέσα που χρησιμοποιούνται για την εκπλήρωσή του. Είναι πρόδηλο ότι ο προορισμός αυτός, που συνίσταται σε ένα αγαθό σκοπούμενο, και τα εφαρμοζόμενα μέσα, που χρησιμοποιούνται από τους ασκούντες την πολιτική, δεν είναι πάντοτε ιδανικά και συμβατά στοιχεία, αφού δεν μπορούν να αποκλεισθούν οι περιπτώσεις της ιδιοτέλειας και του λάθους.

Ως πολιτική θα μπορούσε να οριστεί γενικά «ο επιλεγόμενος τρόπος διαχείρισης των κοινών υποθέσεων. Στην περίφραση δε αυτή, εμπίπτουν: μια ιδεολογική πεποίθηση, ένας σχεδιασμός του πρακτέου και τα οικεία εφαρμοστικά μέτρα». 8

Εύστοχα, ο Αριστοτέλης είχε χαρακτηρίσει την πολιτική ως μέριμνα «κυριωτάτη και μάλιστα αρχιτεκτονική», 9 προφανώς με την έννοια της οργάνωσης της κοινής ζωής.

Οι εκφάνσεις της ανθρώπινης ζωής και οι πρακτικές συνθήκες που τις προκαλούν δεν είναι μονοσήμαντες. Χαρακτηριστική είναι επ’ αυτού η φιλοσοφική ρήση του Πρωταγόρα: «Δύο λόγους είναι περί παντός πράγματος αντικειμένους αλλήλους» (= για κάθε πράγμα υπάρχουν δύο αντίθετες μεταξύ τους εκδοχές). 10 Είναι ευανάγνωστο ότι αυτή η ρήση του Πρωταγόρα αποδίδει το νόημα της διαλεκτικής αντίθεσης των πραγμάτων, επομένως, και των πολιτικών θέσεων και αντιθέσεων. Η αντίθεση αυτή αποτελεί τελικά την πάγια εκφραστική της πολιτικής, ο λόγος της οποίας συνίσταται στην απόκρουση κάθε αντίθετης άποψης και πρακτικής. Αυτό δικαιώνει τη γνώμη του Κλαούζεβιτς, ότι: «η πολιτική και ο πόλεμος ζουν από τη σύγκρουση και παράγουν συνεχώς σύγκρουση».

Αν οι πολιτικές αντιπαραθέσεις αναχθούν στη διαλεκτική διάσταση της θέσης – αντίθεσης, που είναι προορισμένη να καταλήξει κάποτε σε μια σύνθεση, η πολιτική διαπάλη δεν θα εξαλειφθεί, αφού η σύνθεση γίνεται, σύμφωνα με τον διαλεκτικό νόμο, θέση για μια νέα αντίθεση, αλλά και διότι μεταξύ των πολιτικών προσώπων που είναι ενταγμένα στην ίδια θέση ή στην ίδια αντίθεση, η διαπάλη υπάρχει με τη μορφή προσωπικών διεκδικήσεων ρόλων και αξιωμάτων.

Η κάθε αντιπολίτευση, οπουδήποτε και οποτεδήποτε, αποκτά οντότητα, όχι τόσο από τη βασιμότητα των θέσεων και των διεκδικήσεων της, αλλά κυρίως από τον ίδιο τον αντιθετικό της ρόλο. Λ.χ. αν η όποια διοικούσα αρχή εφάρμοζε ξαφνικά τις αρχές και τις θέσεις της αντιπολίτευσης, η αντιπολίτευση θα αντιτίθετο σε αυτό, γιατί θα έχανε τον αντιθετικό – υποστασιακό της ρόλο. Ορθώς μια αντιπολίτευση αντιτίθεται σε μια καταπιεστική ή εσφαλμένη πολιτική της Αρχής, αλλά αν η πολιτική αυτή τερματιζόταν, η αντιπολίτευση θα εξακολουθούσε να υπάρχει και να δρα για λόγους ιστορικούς και παραταξιακούς (υπαρξιακούς).

Στις δημοκρατίες, οι πολίτες, αναθέτοντας στις πολιτικές ηγεσίες τη διαχείριση των κοινών υποθέσεων και συγχρόνως την υποχρέωση παραγωγής ευεργετικών αποτελεσμάτων, απαλλάσσουν τους εαυτούς τους από κάθε ευθύνη για τις δυσμενείς εκβάσεις. Σε κανέναν κοινό λογαριασμό δεν χρεώνονται οι δικές τους πολλαπλές παραβιάσεις του ηθικού κανόνα και της κοινωνικής ευταξίας, η επιλογές τους που έγιναν με γνώμονα το αρεστό και το συμφέρον – αντί του ορθού – και τέλος, οι ανορθολογικές εκλογικές προτιμήσεις τους.11

Επιλεγόμενα

Προαπαιτούμενα για την άσκηση της πολιτικής θα έπρεπε κυρίως να είναι:

–η ευδιάκριτη παρουσία και έκφραση του πολιτικού υποκειμένου,

–η επιστημονική και πρακτική ενημέρωση του φορέα της πολιτικής σκέψης και δράσης,

–η δημοσιοποίηση του ιδεολογικού στίγματος, των σκέψεων, των προθέσεων, των σχεδίων και του τελικού σκοπού εκείνου που αναλαμβάνει την πολιτική πρωτοβουλία,

–η ηθική συγκρότηση του πολιτικού δρώντος,

–η υπεύθυνη πολιτική στάση απέναντι στους θεσμούς,

–η πολιτική κάλυψη των σημαντικότερων, αν όχι όλων, των θεμάτων της κοινωνικής ζωής.

Στην αρχαιοελληνική σκέψη, η πολιτική αξίωση δεν περιοριζόταν, όπως σήμερα, στην τεχνική διοργάνωση των πρακτικών συνθηκών της κοινωνικής ζωής, αλλά απέβλεπε και στο «να κάνει καλύτερους τους πολίτες». 12 Το τελευταίο αυτό θα έπρεπε να είναι και σήμερα κύριος σκοπός της πολιτικής.

Σημειώσεις

  1. Αριστοτέλους, Ηθικά Νικομάχεια, 1094α, 26 – 27
  2. Πλάτωνος, Πρωταγόρας, 121 C – E.
  3. Βλ. T. Hobbes, De cive, 1, 12.
  4. Πρβλ. Δ. Σιάτρα, Προαγωγή συνείδησης, Αθήνα 2023, σελ. 163.
  5. Machiavelli, Dedica ad manificum Laurentium Medicem, βλ. Ο Ηγεμόνας, μτφ. Ρ. Καππάτος, Αθήνα 2013.
  6. Machiavelli, Διατριβές, 1, 26.
  7. Βλ. T. Negit, Εξορία, μτφ. Λ. Βοτσοπούλου, Αθήνα 1999, σελ. 38 – 39.
  8. Βλ. Δ. Σιάτρα, οπ. Π. σελ. 140.
  9. Αριστοτέλους, οπ.π. 1094α, 26 – 27.
  10. Βλ. Διογένη Λαέρτου, Φιλοσόφων και δογμάτων συναγωγή, IX
  11. Βλ. Δ. Σιάτρα, οπ.π., σελ. 142.
  12. Αριστοτέλους, οπ.π., 1099 b 13, βλ. και P. Cartledge, Η αρχαιο – Ελλήνια ή πολιτική σκέψη, μτφ. Ρ. Κεφαλλονίτης, Αθήνα, 2011, σελ. 60.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου