ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Κοντά στον νου και η γνώση

κοντά-στον-νου-και-η-γνώση-765584

Της Μαίρης Παπαδημητρίου

Πόσο πολύ έχω επιθυμήσει να γράψω κάτι ευχάριστο, μια ελπίδα όχι με σαθρό υπόβαθρο, κάτι που όλοι μας προσευχόμαστε «να ΄ρθει μια μέρα και για μας», που το τραγουδούσαμε όταν ερχόμασταν στα κέφια με την παρέα μας, ξέγνοιαστοι, παράφωνοι και μη, σε ώρες ευθυμίας με το ποτήρι το κρασάκι ή το ουζάκι στο χέρι. Αυτά φαντάζουν στο μυαλό μας, που έχει χορτάσει από μάσκες, από γιατρούς, από νοσηλευτές, σαν μια όαση που δυστυχώς δεν την εκτιμούσαμε γιατί η ζωή μας είτε με λιγότερα, είτε με περισσότερα, κυλούσε ήρεμα.

Τότε μας απασχολούσαν τα παιδιά μας, η εργασία των γονιών μας για να έχουμε μεγαλύτερη άνεση, με μικροκαβγαδάκια, με λίγες παραξενιές σε αντίθεση με την τωρινή καθημερινότητα του κορονοϊού. Η καθημερινή μας έγνοια είναι πια πώς θα περάσει η μέρα χωρίς να νοσήσουμε. Οι ανέμελες στιγμές που τις θεωρούσαμε δεδομένες ανήκουν στο παρελθόν. Ενα παρελθόν που σίγουρα έφυγε από τη ζωή μας ανεπιστρεπτί και το μέλλον που διαγράφεται με τις κρατούσες συνθήκες δεν μας προσφέρει καμία βεβαιότητα και δεν θα είναι ευχάριστο, όπως πρώτα.

Τα εμβόλια μάς δείχνουν δρόμους με ελπίδα, αλλά κανείς δεν ξέρει από πότε θα ισχύσει αυτό. Προς το παρόν αντικρίζουμε λαοθάλασσα, κυρίως από νέους ανθρώπους. Τα νιάτα με την ορμητική τους διάθεση έχουν ξεχυθεί στα μαγαζιά στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη, αλλά και στην πόλη μας το ίδιο στιλάκι επικρατεί. Λαός αχαλίνωτος, λαός που όρμησε ανεξέλεγκτος στα μολς, στις αλυσίδες καταστημάτων, λες και είναι στερημένος, φυλακισμένος, λόγω πανδημίας και lockdown.

Και αρχίζει πάλι το γαϊτανάκι της πανδημίας από την αρχή. Πότε θ’ ανοίξουν τα Λύκεια, πότε θα ξαναλειτουργήσει η πολύπαθη εστίαση, πότε η αστυνομία θα κάνει εφόδους σε κρυφά μπαρ, πότε θα επιβληθούν τα πρόστιμα και τελειωμό δεν έχει αυτή η κρατούσα αναρχία, όσο δεν βάζουμε μυαλό στα παιδιά μας, στα εγγόνια μας, ότι μπορεί να μας κολλήσουν τον κορονοϊό στο σπίτι. Οτι δεν νοιάζονται για τους γονείς τους, ούτε για τους παππούδες και τις γιαγιάδες, που χαρτζιλικώνουν από το υστέρημά τους, από τη σύνταξη, λες και η δική τους ζωή έχει πια διαγραφεί.

Γιατί όπως φαίνεται ο κορονοϊός δεν βλάπτει μόνο το σώμα, έχει αντίκτυπο και στο μυαλό. Γιατί δεν εξηγείται αυτό το πλήθος που και ολόκληρη η αστυνομία να ξαμοληθεί πίσω τους δεν σταματούν γιατί δεν λειτουργεί η λογική. Λες και οι απαγορεύσεις για τα δίωρα, τις μάσκες και τις αποστάσεις ανήκουν στο παρελθόν και αυτοί οι νεολαίοι, οι καταναλωτές, όταν επιστρέφουν και αδειάζουν την πραμάτεια τους για να καμαρώσουν όσα αγόρασαν βλέπουν με απορία ότι τα περισσότερα εμπορεύματα δεν τους άρεσαν.

Πολλές φορές βλέπουν με έκπληξη ότι αυτά που αγόρασαν δεν είχαν την αξία που περίμεναν. Είπαμε το μυαλό δεν λειτουργεί καθαρά και γι’ αυτό και δεν τους νοιάζουν οι παρατηρήσεις της αστυνομίας.

Εντύπωση μου έκανε ένας δημοσιογράφος, που τον είχα σε εκτίμηση, που με ύφος οργισμένο είπε ότι σιγά-σιγά θα μας κλείσουν μέσα από τις έξι το απόγευμα. Κρίμα γιατί καθημερινά η δημοσιογραφία αντί να στέκεται αρωγός σ’ εκείνους που γυρίζουν την πλάτη σε κάθε περιορισμό να τους δείξουν πόσοι συνάνθρωποί τους διασωληνώνονται καθημερινά, πόσοι κατακλύζουν τα νοσοκομεία και πόσοι μας αποχαιρετούν.

Καιρός να σοβαρευτούμε, καιρός ν’ αποκτήσουν οι νέοι το μερίδιο που τους αναλογεί, μέχρι να τελειώσει το κακό που μας βρήκε. Με την υπομονή και το καθαρό μυαλό, πιστεύω ότι μπορεί να έρθουν καλύτερες μέρες.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου