ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Με βάρκα την ελπίδα

με-βάρκα-την-ελπίδα-784812

Της Μαίρης Παπαδημητρίου

Για να συμπληρώσω το πρώτο σκέλος της παροιμίας «πάμε στο άγνωστο» με αυτή την ιαχή που ακούγεται από άκρη σε άκρη της υφηλίου για το εμβόλιο, το προϊόν που έρχεται να μας γλιτώσει από τον φονικό κορονοϊό που εκεί που στριμώχνεται από τους πεφωτισμένους επιστήμονες για να καταπολεμηθεί και να σωθεί η ανθρωπότητα, εκεί μεταπηδάει και παρουσιάζεται με άλλη μορφή.

Και το κυνηγητό συνεχίζεται μέχρι την εξόντωσή του. Πάντως, οι ελπίδες αναζωπυρώνονται και συγχρόνως οι εχέφρονες τηρούσαν όλο το αντιεπιδημιακό σκέλος (μάσκες, αποστάσεις, όχι επαφές, ούτε συνάξεις). Γενικά ό, τι υπαγορεύουν, όχι απαγορεύουν, το κράτος και οι επιστήμονες γενικώς. Αυτοί οι ήρωες που στέκονται στο προσκέφαλο των νοσούντων από τον COVID-19.

Σε αντίθεση με τους ανυποχώρητους που δεν έχουν σημάδια ανθρωπιάς, έστω και επίπλαστη, να δείξουν, έστω και φαινομενικά, θλίψη για τους πληγέντες, αυτοί που ταξίδεψαν για να υποδεχθούν τον καινούργιο χρόνο στο Ντουμπάι, την Νέα Υόρκη της ερήμου, με τους επιβλητικούς ουρανοξύστες που ξεπερνούν σε ύψος κι αυτούς τους αμερικάνικους, με τα πανάκριβα ρεστοράν με τις γκουρμέ λιχουδιές, το απλό πρώτο πιάτο (τα επονομαζόμενα ορντέβρ στα γαλλικά) και στοιχίζουν, πάρτε βαθιά ανάσα, 300 ευρώ, μάλιστα για δύο- τρία ορεκτικά, παρακαλώ, και ν’ ακολουθήσουν τα κυρίως πιάτα.

Αλήθεια, τι στο καλό προσφέρουν αυτοί οι σεφ για να μαγέψουν τους ανεγκέφαλους λεφτάδες που έχουν την εντύπωση ότι τα πάντα εξαγοράζονται με το χρήμα; Ναι, ναι, αυτούς που χόρεψαν και γλέντησαν με την ψυχή τους στο πρωτοχρονιάτικο ρεβεγιόν και, μάλιστα, επεδίωκαν να τους απαθανατίσει ο φακός για να φανούν στην τηλεόραση.

Και μετά, όταν επέστρεψαν και βρέθηκαν αντιμέτωποι με την σκληρή πραγματικότητα και τους νοσηλευτές να τους κάνουν rapid test στο αεροδρόμιο για να τους επιτραπεί η είσοδος στη χώρα μας και για όσους βγήκαν θετικοί, ποσώς ασχολήθηκαν. Σιγά το πράγμα. Θα μείνουν έγκλειστοι στα σπίτια τους για το προβλεπόμενο διάστημα, ίσως και να την αποζητήσουν αυτή την απομόνωση για να ξαποστάσουν από τα ατελείωτα γλέντια.

Εδώ σταματάει ο παραλογισμός αυτής της μερίδας της κοινωνίας μας που δεν έχουν ίχνος ανθρωπιάς, ίχνος ευαισθησίας μέσα τους.

Προσπαθώ να συγκρατηθώ, όχι γιατί ανήκω στην τρίτη ηλικία, αλλά γιατί υπάρχουν πολλοί, η πλειονότητα, που υποφέρουμε όταν ο συνάνθρωπός μας, άνθρωποι της διπλανής πόρτας, αντικρίζουν τον χάρο με τα μάτια τους διασωληνωμένοι και δοξάζουν τον Θεό όταν γυρίζουν υγιείς στα σπίτια τους. Δεν γίνεται, όμως, να παραλείψουμε και να μην αναφερθούμε στους συνανθρώπους μας που λύγισαν από την μάστιγα του κορονοϊού και έφυγαν από τις οικογένειές τους, από κοντά μας. Σ’ αυτούς που η θέση τους άδειασε από την πανδημία, ανάβουμε ένα κεράκι στη μνήμη τους και ρίχνουμε ματιά απαξίωσης στους γλεντζέδες της ανεμελιάς.

Γι’ αυτό διαφέρουν οι άνθρωποι από τα ζώα, κυρίως τα σκυλιά, που μιλιά δεν έχουν αλλά ματιά που δείχνει θλίψη γι’ αυτούς που έφυγαν. Εδώ τα τετράποδα διαφέρουν από τα δίποδα. Τα σκυλιά είναι οι πιστοί φίλοι του ανθρώπου που υποφέρουν μαζί μας για την πανδημία.

Αλλά η ζωή συνεχίζεται για όλους μας και θα κλείσουμε με το λατινικό ρητό, γνωστό σε όλους μας από τις πρώτες τάξεις του Γυμνασίου: Dum spiro spero. Τουτέστιν: Οσο αναπνέω, ελπίζω. Και πάλι, καλή χρονιά.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου