ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Ο Πηλιορείτης που άφησε εποχή

ο-πηλιορείτης-που-άφησε-εποχή-847551

Πρωταγωνίστησε στη χρυσή περίοδο του ελληνικού σινεμά ο Λαυρέντης Διανέλλος

Διακρίθηκε σε ρόλους «πατέρα», δίπλα σε μεγάλες πρωταγωνίστριες του ελληνικού κινηματογράφου και ο τρόπος που έπαιζε, άμεσος, λιτός και μοναδικός.

Με πρόσωπο καθαρό, με την αγνότητα και την απλότητα του χαρακτήρα του, ο Λαυρέντης Διανέλλος δεν ήταν δύσκολο να δημιουργήσουν τον ηθογραφικό τύπο που έμελλε να τον ακολουθεί σε όλα τα χρόνια της καριέρας του. Αλλωστε, και οι συνάδελφοί του είχαν να λένε για τον χαρακτήρα του καλοσυνάτου Λαυρέντη.

Ο Διανέλλος γεννήθηκε στο όμορφο και γραφικό χωριό του Πηλίου, τον Αγιο Λαυρέντιο το 1911. Από το χωριό του πήρε και το βαφτιστικό του όνομα. Και θα πίστευε κανείς ότι όνειρό του από παιδάκι ήταν να γίνει μια μέρα ηθοποιός.

Ομως, τα σχέδια του δεν περιλάμβαναν πουθενά την υποκριτική. Ηθελε να γίνει μηχανοδηγός στα τρένα. Οπως έλεγε, πάντα τα τρένα τον μάγευαν και τον συγκινούσαν. Και είχε διακαή πόθο να οδηγήσει μια μέρα ένα τρένο. Κάπως, έτσι, λοιπόν, πέρασαν τα παιδικά του χρόνια στο χωριό. Συχνάζοντας στο σιδηροδρομικό σταθμό. Χαζεύοντας τους συρμούς που έρχονταν κι έφευγαν χωρίς εκείνον. Αλλά με το όνειρό να έρθει η ημέρα εκείνη, που ο ίδιος θα πάρει το τρένο της φυγής.

Το σχέδιο της μοίρας

Η μοίρα, όμως, είχε για εκείνον άλλα σχέδια. Τελειώνοντας το σχολείο και ασχολούμενος για λίγο με δουλειές του ποδαριού, κατέβηκε στην Αθήνα. Ήταν μέσα της δεκαετίας του 1930 αναζητώντας την τύχη του. Κι εκείνη τον οδήγησε μέχρι την εξώπορτα του Θεάτρου Τέχνης του Καρόλου Κουν. Μάλιστα, ο Διανέλλος έγινε ένας από τους πρώτους μαθητές του τεράστιου θεατράνθρωπου. Εκεί γνώρισε τη σύζυγό του Φρόσω Κοκκόλα (1912-1999), ηθοποιό και τραγουδίστρια δημοτικών τραγουδιών, με την οποία απέκτησε μία κόρη. Η μόνη φορά που αποχωρίστηκε ο ένας τον άλλον, ήταν στον πόλεμο, όταν ο ηθοποιός πήγε στο μέτωπο.

Πρωτοεμφανίστηκε στο θέατρο το 1936 με τον «Πλούτο» του Αριστοφάνη. Την περίοδο 1936-1940 εντάχθηκε στο θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη, ενώ το 1947 συνεργάστηκε με τον θίασο του Βασίλη Λογοθετίδη. Το 1954 άρχισε η συνεργασία του με τον μεγάλο κωμικό Μίμη Φωτόπουλο, η οποία και κράτησε μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’70. Ευρείας γκάμας ηθοποιός, έπαιξε από κλασικό θέατρο έως επιθεώρηση και ελληνική κωμωδία, «Στέλλα Βιολάντη» του Γρηγορίου Ξενόπουλου, «Όπως αγαπάτε» του Σαίξπηρ, «Δον Καμίλο» του Σωτήρη Πατατζή, «Ο καλός στρατιώτης Σβέικ» του Γιάροσλαβ Χάσεκ και άλλα.

Υπήρξε ο πιο παραγωγικός ηθοποιός του Ελληνικού κινηματογράφου, ακολουθούν κατά πόδας ο Νάσος Κεδράκας και ο Γιώργος Βελέντζας, καθώς έπαιξε κατά τη διάρκεια της 25ετίας (1948-1973) σε 195 ταινίες.

Στη μεγάλη οθόνη

Στη μεγάλη οθόνη εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 1938 στην ελληνοαιγυπτιακή παραγωγή «Δόκτωρ Επαμεινώνδας», που σκηνοθέτησε ο εβραίος Τόγκο Μιζραχί, με πρωταγωνιστές τον Παρασκευά Οικονόμου και τις αδελφές Καλουτά. Από το 1955 καθιερώθηκε στον ελληνικό κινηματογράφο, παίζοντας με την ίδια άνεση στο δράμα, στην κωμωδία, αλλά και στο μιούζικαλ, σε αξιόλογους δεύτερους ρόλους.

Στη διάρκεια της κινηματογραφικής του καριέρας, υποδύθηκε τον πατέρα πολλών πρωταγωνιστριών και πρωταγωνιστών, με πιο χαρακτηριστική την ερμηνεία του στην ταινία του Ντίνου Δημόπουλου «Μανταλένα» (1960), δίπλα στην Αλίκη Βουγιουκλάκη. Αξιοσημείωτες είναι επίσης οι ερμηνείες του στις ταινίες «Μακρυκωσταίοι και Κοντογιώργηδες» (1960), «Ο Θόδωρος και το Δίκαννο» (1962), «Το πιο λαμπρό αστέρι» (1967) και «Η Αλίκη Δικτάτωρ» (1972). Το 1971 τιμήθηκε στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης με το βραβείο Β’ Ανδρικού ρόλου για τη συμμετοχή του στην ταινία του Δημήτρη Παπακωνσταντή «Ολοκαύτωμα».

Το 1975 αποσύρθηκε από την ενεργό δράση, θέλοντας να ξεκουραστεί παρέα με τη σύζυγό του, στο σπίτι που είχαν φτιάξει με κόπους στο Μάτι Αττικής. Ωστόσο, η μοίρα είχε και πάλι άλλα σχέδια για εκείνον.

Δύο χρόνια αργότερα, έμαθε ότι έχει καρκίνο. Ταξίδεψε μέχρι και στην Αμερική για να δώσει τη δική του γενναία μάχη. Δεν τα κατάφερε, όμως. Η ασθένεια τον νίκησε και στις 16 Σεπτεμβρίου του 1978 άφησε την τελευταία του πνοή σε νοσοκομείο του Σιάτλ, σε ηλικία 67 ετών.

Κοντά του είχε τις δύο μεγάλες αγάπες του, τη Φρόσω και τα… τρένα. Το νοσοκομείο ήταν δίπλα σε σιδηροδρομικό σταθμό. Κάπως έτσι, ο αγαπημένος Λαυρέντης Διανέλλος πήρε το τρένο για το μεγάλο ταξίδι… Εκείνο που δεν έχει επιστροφή…

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου