ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Το Φως πονά

το-φως-πονά-111382

Της Εύας Λόλιου

Μαζεύτηκαν οι μεγάλες φυλλωσιές των δέντρων η άνοιξις, τα λιβάδια, άνθρωποι μικροί και γέροι ν’ ακολουθήσουν τη πομπή της ταφής του Ιησού, όσοι μπορούσαν με τα πόδια κι άλλοι με τη ψυχή τους που ’κλαιγε γοερά. Μεγάλη Παρασκευή κι η βροχή ντύθηκε τα μαύρα πανωφόρια της , τ’ άστρα από μέσα φέγγιζαν το κορμί της δείχνοντας τη γύμνια τ’ ουρανού. Στάθηκα να κοιτώ εκεί ψηλά για το θρόνο του θεού στο βαθύ κόρφο της νύχτας που χάραζε τ’ αγριεμένο άλογο του, με καλπασμούς αστραπών μήπως κι έπεφτε καταπάνω μας. Μα το κλάμα της βροχής ήταν βουβό, δεν υπήρχαν πια λέξεις να ειπωθούν που θα μας δίκαζαν για την μεγάλη αυτή υποκρισία. Κι εγώ γνώριζα ( τι τιμωρία Θεέ μου..) πως ανάμεσα σε όλους αυτούς ήμουν ο μεγαλύτερος προδότης, ένας άλλος Ιούδας που κάθε ημέρα μ’ ένα φιλί κι ένα καρφί σταύρωνα τον συνΑνθρωπό μου…

Γλυκύτατη μου Ανάσταση! Ω! Γλυκός που είσαι Αγέρας! Ω! Γλυκό το Παιδί που παίζει το πολύχρωμο τόπι, ζωγραφίζει τα χωράφια έξω απ’ την εκκλησιά! Ω! Γλυκύτατη μου Ανάσταση! Ω! Γλυκόν λάβαμε τον Ηλιο απλωμένο τώρα δα στις πρασινάδες με τις κίτρινες και μαβιές μαργαρίτες! ’’Ω! Γλυκύ μου Έαρ! Ω! Γλυκύτατόν μου Τέκνον! «Ομορφο που ’σαι νεογέννητο Φως μέσα απ’ τις κατακόκκινες παπαρούνες!».

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου