ΤΟΠΙΚΑ

Κερδίζει έδαφος το αμπέλι

κερδίζει-έδαφος-το-αμπέλι-348189

Κατακόρυφη άνοδος καταγράφεται στην καλλιέργεια και την παραγωγή σταφυλιού στη Μαγνησία, με νέες φυτεύσεις και επιπλέον επεκτάσεις στους αμπελώνες, θέτοντας σε αναπτυξιακή τροχιά τον πρωτογενή τομέα στην ευρύτερη περιοχή του νομού.

Στροφή στην αποδοτική, όπως στην πράξη και από τα αποτελέσματα αποδεικνύεται, καλλιέργεια αμπελώνων από αρκετούς παραγωγούς, κυρίως νέους στην ηλικία και με σπουδές στο αντικείμενο, καταγράφεται στην ευρύτερη περιοχή του νομού Μαγνησίας τα τελευταία χρόνια.

Σύμφωνα με τα στοιχεία, πρωταθλήτρια στις νέες φυτεύσεις αμπέλων αναδείχτηκε η Θεσσαλία την περίοδο 2019/2020, με τη Μαγνησία να ακολουθεί επίσης ανοδική πορεία.

Οπως προκύπτει από τις δηλώσεις απογραφής των δύο τελευταίων περιόδων 2018/2019 και 2019/2020, που επεξεργάστηκε η ΚΕΟΣΟΕ, στη Θεσσαλία, η οποία κατατάσσεται έβδομη περιφέρεια στην επικράτεια από άποψη συνολικών εκτάσεων αμπελώνων με οινοποιήσιμες ποικιλίες, φυτεύτηκαν την περίοδο 2019/2020 961,1 στρέμματα αμπελώνων. Οι φυτεύσεις την κατατάσσουν στην πρώτη θέση από άποψη ρυθμού επέκτασης του υφιστάμενου αμπελώνα με αύξηση 2,33%.

Να τονιστεί ότι η φύτευση 961,1 στρεμμάτων προφανώς αφορά κτηθείσες άδειες φύτευσης την προηγούμενη τριετία και δεν σχετίζεται με ληφθείσες άδειες φύτευσης μόνο από το προηγούμενο έτος, γεγονός που σημαίνει ότι στη Θεσσαλία οι δικαιούχοι προβαίνουν στις εγκριθείσες φυτεύσεις χωρίς μεγάλες απώλειες, όσον αφορά στη διαφορά εγκρίσεων και πραγματικών φυτεύσεων.

Τα στοιχεία της ΚΕΟΣΟΕ και την αναπτυξιακή τροχιά, που ακολουθεί το αμπέλι στη Μαγνησία ειδικότερα, επιβεβαιώνει σε τοπικό επίπεδο ο γεωπόνος, πρόεδρος της Αγρομηχανικής Βόλου ΑΕ και αντιπρόεδρος του Γεωπονικού Συλλόγου Μαγνησίας Θανάσης Κούντριας, ο οποίος μιλώντας στον ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ επισημαίνει σχετικά ότι «το αμπέλι αποτελεί τη νέα αναπτυξιακή προοπτική στον πρωτογενή τομέα στη Μαγνησία. Η καλλιέργεια αμπελώνων στηρίζεται πλέον σε πιο επαγγελματικές βάσεις, τόσο με την παραγωγή σταφυλιού, όσο και με την αντίστοιχη εξαιρετικά ποιοτικών οίνων. Σύμφωνα με τα στοιχεία, που έχουμε στη διάθεσή μας, προκύπτει ότι στην ευρύτερη Μαγνησία καταγράφεται κατακόρυφη αύξηση στις πωλήσεις μοσχευμάτων για νέες φυτεύσεις αμπελιού, καθώς ολοένα και περισσότεροι ενδιαφέρονται και προχωρούν στην ανάπτυξη αμπελώνων. Πρόκειται για νέες ποικιλίες, τις οποίες καλλιεργούν και παράγουν νέοι στην ηλικία αγρότες, με σπουδές στο αντικείμενο. Αποτέλεσμα είναι πέρα από την ποιοτική σοδειά σταφυλιού, να παράγονται στη Μαγνησία και εξαιρετικής ποιότητας κρασιά, οίνοι με ιδιαίτερα ποιοτικά χαρακτηριστικά, νέων ποικιλιών και με έντονη ζήτηση τόσο στην Ελλάδα, όσο και στο εξωτερικό. Οι φυτεύσεις των νέων αμπελώνων γίνονται πάντα τον Φεβρουάριο. Η καλλιέργεια αμπελιού στη Μαγνησία αναπτύσσεται ραγδαία, καθώς ολοένα και περισσότεροι νέοι αγρότες αντιλαμβάνονται επιτέλους ότι πρέπει να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα και στο αντίστοιχο περιβάλλον, το οποίο διαμορφώνεται» υπογραμμίζει ο Θανάσης Κούντριας.

Απογραφές

Δεύτερη, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της ΚΕΟΣΟΕ, κατατάσσεται η Πελοπόννησος, η οποία όμως είναι η πρώτη περιφέρεια από άποψη συνολικών εκτάσεων, με 887,4 στρέμματα και ποσοστό αύξησης της συνολικής της επιφάνειας με οινάμπελα 0,88%.

Τρίτη με σημαντική δυναμική, συνδυασμός υφιστάμενης έκτασης, νέων φυτεύσεων και ποσοστού αύξησης, που είναι το δεύτερο υψηλότερο κατατάσσεται η Δυτική Μακεδονία με 583,2 στρέμματα και ποσοστό αύξησης 2,2%.

Με θετικό πρόσημο εμφανίζονται επίσης, οι Δυτική Ελλάδα (420,2 στρέμματα), Κεντρική Μακεδονία (383,2 στρέμματα), Αττική (209,3 στρέμματα), Ηπειρος (140,6 στρέμματα), Ανατολική Μακεδονία – Θράκη (67,8 στρέμματα) και Ν. Αιγαίο (18,2 στρέμματα).

Αντίθετα αρνητική πρωτιά στη μείωση εκτάσεων κατέχει η Κρήτη, στην οποία παρατηρείται, παρά τη χορήγηση αδειών φύτευσης, υποχώρηση των φυτεμένων εκτάσεων το 2019/2020 κατά 226,7 στρέμματα.

Μείωση επίσης παρατηρείται στις περιφέρειες Βορείου Αιγαίου (42,1 στρέμματα), Ιονίων Νήσων (38,86 στρέμματα) και Κεντρικής (Στερεάς) Ελλάδας και Εύβοιας (27 στρέμματα).

Οι απογραφές εκτάσεων βασίζονται στις μεταβολές του αμπελουργικού μητρώου, οι οποίες αντικατοπτρίζουν τις δηλώσεις των αμπελουργών είτε αφορούν σε νέες φυτεύσεις, είτε σε δηλώσεις αποχαρακτηρισμού, κυρίως λόγω εγκατάλειψης, των εκτάσεων.

Ερώτημα παραμένει πόσες εκτάσεις ενώ είναι εγκαταλελειμμένες, δεν εμφανίζονται ως τέτοιες στο αμπελουργικό μητρώο. Μια προσέγγιση της τάξης μεγέθους των εγκαταλελειμμένων εκτάσεων μπορεί να προκύπτει από τη σύγκριση των υποβαλλόμενων δηλώσεων συγκομιδής (περίπου για 350.000 στρέμματα) σε σχέση με τις συνολικές εκτάσεις (627.000 στρέμματα). Από εκτιμήσεις οι εγκαταλελειμμένες εκτάσεις υπολογίζονται μεταξύ 130.000 στρεμμάτων και 180.000 στρεμμάτων, γεγονός που αποτελεί πρόκληση, όσον αφορά στην αξιοποίησή τους.

ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΚΑΡΑΜΑΝΗΣ

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου