ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Η γενναία Μαρία Δασκαλογιάννη

η-γενναία-μαρία-δασκαλογιάννη-582649

Από το βιβλίο της Βασιλείας Γιασιράνη – Κυρίτση «Αρωμα γυναίκας της Ιωνίας στην Επανάσταση του 1821»

«Λεοντόκαρδες γυναίκες όμορφες, δυναμικές, καπετάνισσες γενναίες πάντοτε ηρωικές. Πολεμήσατε σαν άντρες δε σκιαχτήκατε εχθρό λευτεριά για την Ελλάδα είχατε πάντα σκοπό».

Ο πόθος για μύηση είχε καταλάβει ιδιαίτερα κληρικούς και αρχιερείς όλων των περιοχών της Ελληνικής γης και των παροικιών.
Ο Κ. Παπαρρηγόπουλος σημείωνε: «Εντός ολίγων ενιαυτών η εταιρεία εξέτεινε τους πλοκάμους αυτής καθ’ άπασαν την Ανατολήν, από των Παρισίων ηγεμονιών μέχρι της Μάνης και από των Ιονίων νήσων μέχρι των παραλίων της Μικράς Ασίας…»

Η συμμετοχή τους σ’ αυτή ήταν απόλυτα ενσυνείδητη και προϊόν της προσωπικής τους επιθυμίας και της ελεύθερης βούλησής τους, εξέφραζε δε τους μύχιους πόθους και τους οραματισμούς τους για ανάσταση του γένους χωρίς ίχνος ιδιοτέλειας ή καιροσκοπισμού.

Οι Έλληνες της Σμύρνης είχαν πάντα υψηλό εθνικό φρόνημα. Ονειρεύονταν και λαχταρούσαν να πραγματοποιήσουν αποφασιστικό χτύπημα κατά των Τούρκων, έβλεπαν ότι το χτύπημα, αν δινόταν στην Ασία, δεν μπορούσε να φέρει αποτελέσματα και περίμεναν να βοηθήσουν με οποιοδήποτε τρόπο την Πατρίδα τους στην επανάσταση.

Στις μεγάλες και αναλλοίωτες αρχές του ιερού τους αγώνα για τις οποίες οι ήρωες « βάλλοντο φαεινήν κρηπίδ’ ελευθερίας» συμμετείχαν όχι μόνον άνδρες, που συγκρότησαν τη σιδερένια γροθιά της Επανάστασης αλλά και γυναίκες. Οι γυναίκες έδωσαν ψυχή και σώμα στην επανάσταση του 1821! Ξεχώρισαν και επέβαλαν άτυπα την ισοτιμία των φύλων στα πεδία των μαχών. γυναίκες με πάθος για ελευθερία και ισότητα, απαράμιλλο θάρρος , με αξεπέραστη γενναιότητα, γυναίκες που κοίταξαν κατάματα τον θάνατο και δεν φοβήθηκαν, που πέρασαν σε άλλο επίπεδο εκτίμησης και θαυμασμού και έγιναν αξεπέραστα σύμβολα δυναμισμού και πατριωτισμού . Έδωσαν τον εαυτό τους για την απελευθέρωση, είτε ήταν γνωστές και ευκατάστατες, είτε ανώνυμες και φτωχές, ακολούθησαν τη συνείδησή τους και έβαλαν την αξιοπρέπεια και την τιμή τους πάνω από τη ζωή τους.

Αυτές όμως τις γυναίκες οι ιστορικοί και οι απομνημονευματογράφοι της εποχής δεν κατέγραψαν στην ιστορία της ελληνικής επανάστασης, θεωρώντας ότι δεν είχαν το δικαίωμα στην τιμή και την ευγνωμοσύνη της πατρίδας και έτσι χάθηκαν πολύτιμες πληροφορίες για τη συμβολή τους στον αγώνα.

Χαρακτηριστικοί ήταν οι στίχοι του Διονύσιου Σολωμού

«Ψυχή μεγάλη και γλυκιά, μετά χαράς στο λέω

θαυμάζω τες γυναίκες μας και στο όνομά τους μνέω».

Δασκαλογιάννη Μαρία

Κόρη του εθνομάρτυρα της Κρήτης Δασκαλογιάννη της οποίας ο πατέρας της, προεστός της Ανώπολης, Ιωάννης Βλάχος της οικογενείας Σκορδαλών γνωστή ως Βλάχοι ή Δασκαλογιάννης, ήταν αρχηγός των επαναστατημένων Σφακιανών στα Ορλωφικά το 1770.

Ο Δασκαλογιάννης, είπε τα σχέδια του στην κόρη του Μαρία πως ετοιμαζόταν να ξεσηκώσει τους Χριστιανούς για «Ελευθερία ή Θάνατο». Της είπε επίσης να στήσει αμέσως τον αργαλειό, γιατί πίστευε πως ήταν ταγμένη από το Θεό να υφάνει, να ράψει και να κεντήσει μυστικά, την πρώτη επαναστατική σημαία της Κρήτης. Έτσι, στις 25 Μαρτίου του ίδιου χρόνου, που ο Δασκαλογιάννης κήρυξε την επανάσταση της Κρήτης, το φλάμπουρο που κέντησε η Μαρία με το σταυρό στη μέση, παραδόθηκε στα χέρια των Σφακιανών αγωνιστών.

Ο Δασκαλογιάννης πολέμησε τους Τούρκους, αλλά η τελευταία του μάχη, ήταν καταστροφική ανάμεσα στην Ανώπολη και Αράδενα.

Με τη βοήθεια τρίτων, συνομίλησε με τον Τούρκο πασά του Ηρακλείου, που του υποσχέθηκε πως αν και ο ίδιος παραδινόταν, εξασφάλιζε την αμνηστία και ανεξαρτησία των Σφακιών. Όμως, μόλις παραδόθηκε, χωρίς συζήτηση, ο πασάς έδωσε εντολή να τον γδάρουν ζωντανό και να τον κρεμάσουν, αφού τον βασανίσουν, στο πεύκο που βρισκόταν στην πλατεία στις Τρεις Καμάρες του Ηρακλείου, στις 17 Ιουνίου του 1771.

Αιχμάλωτοι συνελήφθησαν και πολλοί στενοί συγγενείς του, όπως ο αδερφός του Νικολάκης, αλλά και οι θυγατέρες του Μαρία και Ανθούσα. Στην περιοχή Λουτρού χάθηκε και η γυναίκα του Δασκαλογιάννη, η Σγουρομάλλινη, η οποία προσπαθούσε να σώσει τα κορίτσια της από τους Τούρκους. Πληγώθηκε κατά τη διαφυγή τους, έπεσε κάτω και πρόλαβαν οι Τούρκοι να αρπάξουν τα δύο κορίτσια. Η Μαρία και η Ανθούσα, μεταφέρθηκαν κι αυτές στο Ηράκλειο αλλά ήταν σε πλήρη απομόνωση και δεν γνώριζαν τα μαρτύρια του πατέρα τους.

Σύμφωνα με άλλη εκδοχή ο Δασκαλογιάννης έστειλε τη γυναίκα του και τις κόρες του στο Λουτρό για να μπουν στο καράβι του. Στο δρόμο όμως τραυματίστηκε η Σγουρομάλλινη, οι κόρες της νόμιζαν ότι σκοτώθηκε και απελπισμένες έτρεχαν χωρίς να ξέρουν που πηγαίνουν και έπεσαν στα χέρια των Τούρκων οι οποίοι τις παρέδωσαν στον σερασκέρη.

Την Μαρία, οι δεσμώτες την παρέδωσαν στον αρχιλογιστή της τουρκικής διοίκησης, τον Αμπλού Αχμέτ. Κοπέλα 18 χρονών, ο Τούρκος εκτίμησε τις αρετές και τη χάρη της, την παντρεύτηκε και την πήρε μαζί του επιστρέφοντας στην Κωνσταντινούπολη. Ήταν πλούσιος, ήπιος χαρακτήρας, ανεκτικός και επιεικής. Δεν την υποχρέωσε να ασπασθεί τον Ισλαμισμό.

Ο Αμπλού Αχμέτ αγάπησε την Μαρία η οποία του χάρισε δυο γιούς. Έζησε κοντά του αρχοντικά, έχοντας μετατρέψει ένα δωμάτιο σε κρυφό εκκλησάκι. Ποτέ δεν ξέχασε, τα λόγια του πατέρα της, που της είχε πει κάποτε: «Εγώ παιδί μου θα πεθάνω γρήγορα. Οι Τούρκοι θα σε πιέσουν να τουρκέψεις. Να μην λησμονείς μόνο, ότι εγώ θα σου στείλω μέσα από τον τάφο μου, ευχή ή κατάρα. Να προτιμήσεις το θάνατο με την ευχή μου, παρά την τουρκική ζωή με την κατάρα μου».

Ο Τούρκος σύζυγός της πέθανε το 1816 και δύο χρόνια αργότερα έχασε και τους δύο γιούς της, άλλοι λένε ότι σκοτώθηκαν σε πολέμους κι άλλοι από ασθένεια. Έτσι η Μαρία Δασκαλογιάννη, βρέθηκε κάτοχος μιας τεράστιας περιούσιας, αλλά μόνη. Η ίδια πάντως ζούσε με τρόπο εντελώς χριστιανικό.

Όταν ξέσπασε η Επανάσταση των Ελλήνων, έζησε στην Κωνσταντινούπολη τις φρικαλεότητες κατά των Ελλήνων (απαγχονισμός του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε΄, απαγχονισμός των συνοδικών μητροπολιτών, απειλές εξόντωσης όλων των Χριστιανών κ.λπ.) και αποφάσισε να φύγει κρυφά. Ντύθηκε καλογριά και βρήκε ένα εμπορικό μπρίκι με καπετάνιο Κρητικό, ο οποίος όμως δεν είχε άδεια να αποπλεύσει. Το απόγευμα εμφανίστηκε μπροστά στον καπετάνιο, με στρατιωτική συνοδεία κρατώντας στα χέρια της γραπτή άδεια που τους επέτρεπε να αποπλεύσουν. Ο καπετάνιος ζήτησε να μάθει ποια ήταν και είχε τόση δύναμη. Η Μαρία αφηγήθηκε τη ζωή της και εξήγησε ότι την προστάτευε ο Μεγάλος Διερμηνέας της Υψηλής Πύλης ο Μουρούζης, ο οποίος της εξασφάλισε την άδεια να φύγει από την Κωνσταντινούπολη. Του εξήγησε ότι ήταν και αυτή Κρητικιά, θυγατέρα του Δασκαλογιάννη, που οι άνομοι Αγαρηνοί τον έγδαραν ζωντανό.

Είμαστε συγγενείς αναφώνησαν και οι δύο μαζί. Είσαι η χαμένη θεία μας! Είσαι η αδελφή του πατέρας μας και δεν γνωρίζαμε ότι ζεις.

Κατασυγκινημένοι, αγκαλιάστηκαν και οι τρείς κλαίγοντας και τελικά η Μαρία λιποθύμησε, ενώ το κορίτσι που τη συνόδευε έκλαιγε γοερά.

Του είπε επίσης ότι την παρέδωσαν στον ντεφτερντάρη του πασά, ο οποίος την έκανε γυναίκα του και γι αυτό βρέθηκε στην Κωνσταντινούπολη και ότι ήθελε να πάει στην Τήνο, να προσκυνήσει τη θαυματουργή εικόνα της Παναγίας, που μόλις είχε βρεθεί.

Πράγματι η περίφημη εικόνα είχε ανακαλυφθεί μετά το οράματα της μοναχής Πελαγίας στις 30 Ιανουαρίου 1821. Ο πλοίαρχος και οι άλλοι ναυτικοί όταν άκουσαν την αφήγηση της Μαρίας, έμειναν κατάπληκτοι.

Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού η Μαρία κανόνισε να παντρέψει τον ανεψιό της τον Γιώργη, με την νεαρή που είχε φέρει μαζί της. Τους εξήγησε ότι την είχε υπό την προστασία της γιατί ήταν ορφανή.

Είχε καταγωγή από οικογένεια Φαναριωτών. Η μνηστεία τους έγινε όταν έφτασαν στην Τήνο. Όμως τα μηνύματα για τη γενίκευση της Επανάστασης έφταναν από παντού και ο Γιώργης δεν μπορούσε να κρατηθεί. Έτσι άφησε την αρραβωνιαστικιά του και έφυγε να πολεμήσει και αυτός. Πρώτος σταθμός του ήταν η Σάμος. Εκεί πληροφορήθηκε ότι στο απέναντι Κουσάντασι μαζεύονταν Κρητικοί πρόσφυγες, που ήθελαν να πάρουν μέρος στην Αγώνα. Τους βρήκε και τους ενθάρρυνε να κατευθυνθούν στην Κρήτη. Ο Γιώργης αργότερα διακρίθηκε ως οπλαρχηγός της περιοχής Σφακίων, με το παρατσούκλι Τσελεπής, λόγω της ωραιότητας και της κομψότητάς του.

Η Μαρία Δασκαλογιάννη, όταν είδε ότι ο Γιώργης είχε ενθουσιαστεί από την ιδέα να αγωνισθεί για την ελευθερία της πατρίδας του, τον ενθάρρυνε να προχωρήσει. Ταυτόχρονα έγραψε στον πρώην υπηρέτη της που είχε εγκατασταθεί στα Κούντουρα Μεγάρων να στρατολογήσει με δικά της έξοδα 20 άνδρες και να τους οδηγήσει στη Σάμο για να ενωθούν με την ομάδα του ανεψιού της Γιώργη και όλοι μαζί να μεταβούν στην Κρήτη, πράγμα που έκανε με προθυμία ο Ζερβός.

Η Μαρία αφιέρωσε τη ζωή της στο Θεό και χήρα πια, το 1820, πήρε την απόφαση να γίνει καλόγρια στην Τήνο. Παρέμεινε στην Τήνο και ήταν από τους πρώτους που συνετέλεσαν να ιδρυθεί το Πανελλήνιο Ίδρυμα της Ευαγγελίστριας, συγκεντρώνοντας πολλά χρήματα από τους γνωστούς που είχε στην Κωνσταντινούπολη, αλλά και διαθέτοντας σημαντικά ποσά και από τη δική της περιουσία.

Εκεί στο νησί της Παναγίας πληροφορήθηκε αργότερα τον ηρωικό θάνατο του ανεψιού της του Γιώργη στην Κάνδανο Σελίνου.

Η μνηστή, Φαναριώτικης καταγωγής, παντρεύτηκε έναν άλλο αδελφό του Γιώργη, που ήρθε στην Τήνο. Μετά τον γάμο τους εκεί, την οδήγησε στα Σφακιά, όπου γέννησε πολλά παιδιά. Η Μαρία πέθανε στο νησί της Παναγίας το 1823, σε ηλικία 70-71 ετών περίπου.

Από τον επετειακό τόμο του ΚΕΜΙΠΟ «Η συμμετοχή των Μικρασιατών προσφύγων στην Επανάσταση του 1821».

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου