ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

«Δυο δρόμοι ήμουν»

δυο-δρόμοι-ήμουν-757712

Της Εύας Λόλιου

Σε όλη μου την ζωή δυο δρόμοι ήμουν,
έμοιαζα μ’ αυτόν π’ αφήνει η Άνοιξη πίσω της,
την κυνηγούν τα πουλιά σαν σκυλιά
διψασμένα λίγο βροχή
και λίγο γάλα απ’ το αγνό της στήθος.

Κι ένας άλλος που στέκει ανάμεσα
στα χλωρά δέντρα και τα σπίτια που καίγονται
σαν ένα συρματόπλεγμα
γεμάτο χαρταετούς που έχασαν τα φτερά τους.

Απ’ το ένα παραθύρι να κοιτώ τα τρένα,
απ’ το άλλο τα καράβια
και η φωνή μου μαύρη γραμμή
σαν ένα μαντήλι,
καλύτερα μου μοιάζει για μακρύ σάλι
που έφυγε απ’ τον λαιμό της ζωής
και χώρισε τους τόπους που αγάπησα.

Στην μια όχθη τα βήματά σου
με τα λαμπερά υγρά σου μάτια
να αγγίζουν τα δάχτυλά μου,
στην άλλη ο ίσκιος σου πίσω απ’ το φόρεμά μου.

Κι όλο γραμμές έγραφα
ανάμεσα σε τούτα τα σπίτια,
τα δέντρα που καίγονταν,
ένα δρόμο να χωρίζει το αίμα
απ’ το φως του φεγγαριού.

Με το φως του ήλιου, με το φως του φεγγαριού
έδειχνε αλλιώτικο το πρόσωπό σου θυμάμαι,
με την βροχή στο παραθύρι
και τα κίτρινα φύλλα στο περβάζι.

Σε όλη μου την ζωή δυο στίχους
τραγούδησα για την αγάπη και πως σβήνει
μες στο Φθινόπωρο η λαλιά της.

Τον μόνο δρόμο που ανέβηκα
κι είχα γερά τα πόδια μου να προχωρώ
μ’ ένα μικρό νούμερο στα σκισμένα μου παπούτσια
ήταν εκείνη η δυνατή σκάλα
στα κεραμίδια του παππού μου.

Απ’ εκεί ψηλά είδα το στενό μονοπάτι
που οδηγούσε στην θάλασσα..

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου