ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Να σου χαμογελά η ζωή…

να-σου-χαμογελά-η-ζωή-205533

Της Εύας Λόλιου

Η ζωή είναι κακούργα και σκληρή! Μα τον θεό, πολύ σκληρή.. Θυμώνω, θυμώνει.. Σκάει στα γέλια σαν βλέπει κάποιον να σκοντάφτει. Ναι, στέκεται στα περίπτερα, χαχανίζει ξεδιάντροπα, σαν να διαβάζει ανέκδοτα στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων και κοιλιέται στους δρόμους. «Κοιλιέται η ζωή..». Ναι, κοιλιέται γράφεται με υ ορθά. Με οι το γράφω εγώ. Με θυμώνει.. Γιατί έχει μια μεγάλη κοιλιά, πρησμένη από κακοτράχαλα αστεία που τα σκορπά στο διάβα μας για να σκοντάψουμε.

Μετά συγχωρήσεως αερίζεται η ζωή. Κατεβάζει η ντροπή τα μάτια στη γη, καθώς κάποιος μας προσπερνά και πιστεύει ότι ήταν δικές μας οι ρουκέτες. «Αερίζεται η ζωή..». Κάποιοι γελούν αν πέσεις κάτω πατώντας μια μπανανόφλουδα ή φύγει στον ουρανό το χρωματιστό μπαλόνι του παιδιού μέσα σου. Αλλοι τρώνε πασατέμπο καθισμένοι στα παγκάκια, αφήνοντας κούφια τσόφλια στα πουλιά. Τα φωνάζουν «ψιτ, ψιτ» και ξεκαρδίζονται με τα χαζά περιστέρια που γουργουρίζουν σαν γάτες. Φορούν γραβάτες εκείνοι με μεγάλους πολιτικούς τίτλους που στέκονται στο σιντριβάνι της πλατείας. Κουτά ως είναι τα χρυσόψαρα θαρρούν για κοχύλια, στρείδια και μύδια τα ριγμένα ψιλοκέρματά τους..

«Κορόιδο η ζωή..» Σαν κάμπια ζεσταίνεται μέσα μας, μέχρι να γίνει έντομο και να μας τσιμπήσει. Σαν αυγό με παγωμένο χαμόγελο στα χείλη χουχουλιάζει η ζωή στον κόρφο μας, μέχρι να επωαστεί. Σαν τα παιδιά που όσο μας έχουν ανάγκη μας αγαπούν, μα σαν ανοίξουν δικές τους φτερούγες, σπάνια θυμούνται το κατώφλι του γηροκομείου. Κάθεσαι στο ωχρό παγκάκι με τους άλλους παππούδες, διαβάζεις μια εξίσου χλωμή εφημερίδα.. Πρωτοσέλιδο, «Ο σκύλος που έφαγε το χαμόγελο του αφεντικού του!!!». Γελάς, δεν ήταν ο δικός σου σκύλος, ακόμη πιστεύεις πως τα παιδιά σου δε σ’ έφαγαν.. «Αλυχτά η ζωή..», με θυμώνει. Εσύ κι εγώ, πιασμένοι απ’ το χέρι, αφήνουμε λεύτερα τα τραγούδια μας να συρθούν ανάκατα με τα πεσμένα φύλλα των άλλων Φθινοπώρων έως τον δικό μας κήπο.

Γυρνούμε σπίτι αποκαμωμένοι απ΄ τη σκληράδα ’κει έξω, νέοι δείχνουμε ακόμη. Οι ίδιοι αστειευτήκαμε αρκετά με τα δικά τους, μα κλάψαμε πικρά μετά, γιατί γελάσαμε.. «Κλαυσίγελως η ζωή..» Ο σκύλος μας υποδέχεται στην καγκελόπορτα κουνώντας την ουρά του χαρούμενος. Φιλιόμαστε αργότερα στη κάμαρη να ζεσταθούν τ’ όνειρά μας που ’ναι κρεμασμένα στα κλαριά. Είναι στείρα δαύτη η πορτοκαλιά έξω απ’ το παραθύρι, μοιάζει νεκρή, μα ελπίζουμε στον ήλιο που θα γεννηθεί απ’ τα μειδιάματα της καρδιάς μας. Να τα μπολιάσει με φως και νερό, να τιναχτούν άνθη, καρποί και νεογνές φωνές πουλιών στον περίφρακτο παράδεισό μας.. «Τι ωραίο πράγμα φίλε μου, ε; Να σου χαμογελά η ζωή..».

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου