Ο δίαυλος Μαγνησίας – Σκιάθου τόπος ναυαγίων

ο-δίαυλος-μαγνησίας-σκιάθου-τόπος-να-292397

ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑ ΤΟΥ 1948

Στις 15/11/1948 σημειώθηκε ένα από τα πιο πολύνεκρα ναυάγια στις θάλασσες της Μαγνησίας, όταν στη διάρκεια σφοδρής θαλασσοταραχής, ανοιχτά της Σκιάθου, συγκρούστηκαν δύο πετρελαιοκίνητα καΐκια και χάθηκαν αύτανδρα. Τραγικός απολογισμός 20 θύματα, αλλά και αρκετά υποθετικά σενάρια για την τύχη των αρχικά αγνοούμενων ανθρώπων και σκαφών, έως ότου τελικά αποκαλυφθεί η οδυνηρή αλήθεια. Τα δυο καΐκια αναχώρησαν από τον Βόλο με επιβάτες και εμπορεύματα για Αη Γιάννη και Χορευτό, αλλά η κακοκαιρία τα ανάγκασε να ποδίσουν στη Σκιάθο. Σε μια προσπάθεια συνέχισης του ταξιδιού, συνάντησαν δυσμενέστερες συνθήκες. που οδήγησαν στην τραγική κατάληξη, καθώς επιχείρησαν αναστροφή για τη Σκιάθο και συγκρούστηκαν με σφοδρότητα μεταξύ τους. Το συμβάν υπενθυμίσαμε σε δημοσίευμα μας στην εφημερίδα ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ στις 20/11/2016.

***

Λίγες μέρες μετά την επιβεβαίωση της τραγικής πραγματικότητας, δημοσιεύεται στην εφημερίδα ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ, πέρα από τα σχετικά ρεπορτάζ για το ναυάγιο, και ενδιαφέρον ανυπόγραφο άρθρο με τίτλο: «Εξ αφορμής του θαλασσίου δυστυχήματος. Η θάλασσα Σκιάθου – Πηλίου, όπου γίνονται πολλά ναυάγια. Ναυάγια από την εποχήν των Μηδικών Πολέμων μέχρι σήμερα» (21/11/1948). Σ’ αυτό ο ανώνυμος συντάκτης του επισημαίνει την επικινδυνότητα του διαύλου Πηλίου – Σκιάθου και γενικότερα το πολυσύχναστο «τρίστρατο» Μαγνησίας – Σκιάθου – Εύβοιας, όπου διαχρονικά καταγράφονται ένα σωρό ναυάγια και άλλα ναυτικά ατυχήματα. Ας παρακολουθήσουμε παράγραφο με παράγραφο το πραγματικά ενδιαφέρον κείμενο. Αποδίδει την πραγματικότητα, που παραμένει η ίδια έως και στις μέρες μας, αν και αυτό γράφηκε εβδομήντα και πλέον χρόνια πρωτύτερα.

Αρχικά ο συντάκτης του επιχειρεί μια γενικότερη αναφορά στο τραγικό ναυάγιο, που σημειώθηκε πριν από λίγες μέρες και απασχόλησε ιδιαίτερα την κοινή γνώμη. Το παραλληλίζει, τηρούμενων των αναλογιών, με την τραγωδία του α/π. Χειμάρρα, στις 19/1/1947 στον Νότιο Ευβοϊκό, όπου χάθηκαν 383 ψυχές και το χαρακτηρίζει ως «μικρογραφία» της:

«Το τραγικό θαλασσινό δυστύχημα που έγινε προχθές πέντε μίλλια ανοικτά από τη Σκιάθο, με αποτέλεσμα να βυθισθούν σε σύγκρουση δύο πετρελαιοκίνητα καΐκια και να πνιγούν 16 άτομα (σ.σ. 20), πληρώματα και επιβάτες, συνεκίνησε, όπως ήτο επόμενον, ιδιαιτέρως τον ναυτικόν κόσμον, ο οποίος σχολίασε ποικιλοτρόπως το γεγονός. Γιατί το δυστύχημα αυτό από απόψεως απώλειας ανθρώπινων υπάρξεων μοιάζει ως μια μικρογραφία της θαλασσινής τραγωδίας της Χειμάρρας με μιαν ουσιώδη διαφοράν: ότι από τα πληρώματα και τους επιβάτας των δύο ιστιοφόρων δεν εγλίτωσε κανείς!…».

Ακολούθως επισημαίνονται οι προφανείς αιτίες του ναυαγίου, καθώς, εκτός από τις δυσμενέστατες καιρικές συνθήκες, την περιορισμένη ορατότητα και τη δυνατή φουρτούνα, πιθανότατα ενυπάρχει και το ανθρώπινο λάθος στον χειρισμό αναστροφής, που επέφερε την ολέθρια σύγκρουση, κάτι που προκαλεί απορία, αφού οι κυβερνήτες των δύο καϊκιών ήταν εγνωσμένης εμπειρίας:

«…Το τραγικό δυστύχημα προήλθε, σύμφωνα με τις πληροφορίες που υπάρχουν, εξ υπαιτιότητας και των δύο κυβερνητών των πετρελαιοκινήτων, διότι τα σκάφη συνεκρούσθησαν εις τα πρωραία, πλέοντας αντιθέτως. Μια τέτοια σύγκρουσις εις ανοικτόν πέλαγος, ημπορεί να προήλθεν μόνον από μεγάλην απροσεξίαν και των δύο κυβερνητών και εις περίπτωσιν ακόμη κατά των οποίαν τα σκάφη θα έπλεον παρά τους κανονισμούς με εσβεσμένους τους φονούς, εκτός αν, πράγμα που δεν είναι απίθανον, υπήρχε πυκνή ομίχλη καλύπτουσα του πέλαγος ώστε τα φώτα των πλοίων να μην φαίνονται ούτε από μικράς ακόμη αποστάσεως…».

Αναλύεται στη συνέχεια η επικινδυνότητα ολόκληρης της εκτεταμένης περιοχής από τη Θεσσαλονίκη, τον Θερμαϊκό έως και τις αλίμενες ακτές του Ανατολικού Πηλίου, όπου η προσβολή από βόρειους ή βορειοανατολικούς κυρίως ανέμους προκαλεί σφοδρή θαλασσοταραχή με επακόλουθο την πρόκληση ναυαγίων, ιδιαίτερα τους χειμωνιάτικους μήνες, που οι κακοκαιρίες είναι ισχυρότερες:

«…Η θάλασσα της Σκιάθου και ιδιαιτέρως το στενό μεταξύ της Σηπιάδος άκρας και του νησιού, είνε, κατά τους ναυτικούς μας, λόγω διαμορφώσεως, ένας από τους θαλάσσιους χώρους όπου όλα τα θαλασσινά δυστυχήματα είνε συνήθη. Σχεδόν κάθε χειμώνα σημειώνωνται δύο, τρία ή και περισσότερα θαλάσσια ατυχήματα εις την περιοχήν αυτήν, καθώς και εις τας ανατολικάς ακτάς του Πηλίου. Ο κυριώτερος λόγος είνε ότι ολόκληρος η ακτή από της Θεσσαλονίκης μέχρι της Σηπιάδος, μια ακτή πλέον των 100 μιλλίων, είνε τελείως αλίμενος. Με τους βόρειους δε και βορειοανατολικούς ανέμους, οι οποίοι είναι συνηθέστατοι τον χειμώνα και οι μάλλον επικρατούντες εις την θάλασσαν αυτήν, η ναυσιπλοΐα γίνεται με πολλούς κινδύνους…».

Προς επίρρωση των παραπάνω ο ανώνυμος συντάκτης του άρθρου υπενθυμίζει την περιπέτεια του α/π. Ελένη στις 5 έως 7/1/1935, που θεωρήθηκε ως «απωλεσθέν» όταν η κακοκαιρία το ανάγκασε να παραμείνει στο ανοικτό πέλαγος για 36 ώρες κατά το δρομολόγιό του από τη Θεσσαλονίκη στον Βόλο, κινδυνεύοντας άμεσα. Το συμβάν δημοσιεύσαμε σε παλιότερο σημείωμά μας (ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 14/10/2018).

Μάλιστα το γεγονός υπήρξε καθοριστικό για την υποχρεωτική τοποθέτηση ασυρμάτου στα πλοία της ακτοπλοΐας, ώστε να είναι δυνατή η επικοινωνία:

«…Προ ετών, όχι μόνον μικρά πετρελαιοκίνητα και ιστιοφόρα, αλλά και το εκτελούν την συγκοινωνίαν Θεσσαλονίκης – Βόλου – Πειραιώς, ατμόπλοιον «Ελένη», δεν είχε δώσει σημεία ζωής, ενώ εταξείδευεν εις την θάλασσαν αυτήν, επί 24ωρον και πλέον εθεωρείτο απωλεσθέν, διότι, όπως εγνώσθη αργότερα, είχεν υποχρεωθεί λόγω της νεφώσεως, της πυκνής ομίχλης που εκάλυπτε το πέλαγος και της εξαιρετικής θαλασσοταραχής, να «ποδίση» ελλείψει λιμένος παρά την Χαλκιδικήν, κρατηθέν εις το ανοικτόν πέλαγος σχεδόν ολόκληρον εικοσιτετράωρον…». Και συμπληρώνει πιο κάτω ο συντάκτης ορισμένα ακόμη στοιχεία για τα πλεούμενα, που αναζητούσαν εναγωνίως «καταφύγιο» έως ότου περάσει το κακό.

***

Παρακάτω γίνεται λόγος για τον γνωστό ύφαλο Λευτέρη, που βρίσκεται στο μέσον του διαύλου Μαγνησίας – Σκιάθου και αποτελεί σοβαρό εμπόδιο για τη ναυσιπλοΐα, όταν δεν λειτουργεί η φωτεινή του σήμανση. Ο φάρος τοποθετήθηκε και λειτούργησε στα 1920. Εως τότε και από τα αρχαία ακόμη χρόνια, σημειώθηκαν πολλά ναυάγια στον επικίνδυνο ύφαλο, πάνω στον οποίο ο Ξέρξης, για τη διευκόλυνση της διέλευσης του στόλου του, ύψωσε αλεώριο, δηλαδή στήλη από λευκούς ογκόλιθους, ώστε να διακρίνεται το εμπόδιο:

«…Την μεγαλυτέραν δυσχέρειαν εις την ναυσιπλοΐαν δημιουργεί η περιώνυμος ύφαλος Λευτέρης που βρίσκεται εις το μέσον του μεταξύ Σκιάθου και Σηπιάδος άκρας στενού και κάμνει δύσκολο κάθε πέρασμα καραβιού τη νύκτα, ιδίως τον χειμώνα με τρικυμίαν. Η ύφαλος αυτή είναι περιώνυμος από την αρχαιότητα διά τα πολλά ναυάγια που έχουν σημειωθή από προσαράξεις. Την έχει ακριβοπληρώσει και ο περσικός στόλος, όταν έπλεεν από την Μικράν Ασίαν ακολουθών τα παράλια του Αιγαίου προς την Ελλάδα διότι πολλά περσικά πλοία εναυάγησαν εκεί. Έχουν ναυαγήσει επίσης πολλά σκάφη ξένα και ελληνικά καθώς και μεταγωγικά κατά τον πρώτον παγκόσμιον πόλεμον, που μετέφεραν στρατόν εις Θεσσαλονίκην. Το 1916-1917 προσήραξεν εκτός άλλων ένα μεταγωγικό συμμαχικό που μετέφερε πλέον των 600 στρατιωτών εις Θεσσαλονίκην. Οι στρατιώται εσώθησαν, διότι την επομένην, που είχεν υποχωρήσει η τρικυμία, ειδοποιήθηκαν επειγόντως πολλά μικρά ιστιοφόρα και πετρελαιοκίνητα προσωρμισμένα εις τον απέναντι όρμον της Πλατανιάς και παρέλαβον τους 600 ναυαγούς. Έπειτα από ολίγες ημέρες από το μεγάλο μεταγωγικό σκάφος τα κύματα δεν είχαν αφήσει τίποτε. Η ορμή των κυμάτων είνε τόση εις το σημείον αυτό ώστε επανειλημμέναι προσπάθειαι να στηθή φανός εις την ύφαλον Λευτέρην, απέτυχαν…».

Να επισημάνουμε στα παραπάνω κάποια σημεία: α) Ο περσικός στόλος δεν έπαθε καταστροφή στον Λευτέρη, αλλά σε ακτή του Ανατολικού Πηλίου. Ο ύφαλος είχε επισημανθεί στον Ξέρξη από ντόπιους πιλότους και απέστειλε πλοία – προπομπούς νήες – προκειμένου να ελέγξουν το σημείο και να στηθεί αλεώριο, όπως και έγινε. β) Εκτός του μεταγωγικού, κατά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο προσάραξε και γαλλικό πολεμικό, που όμως διασώθηκε. γ) Πραγματικά έως ότου ολοκληρωθεί η τοποθέτηση του φάρου προηγήθηκαν πολλές μελέτες για δεκαετίες, όπως και η αποτυχημένη προσπάθεια κατασκευής της βάσης το 1919.

***

Το ενδιαφέρον κείμενο ολοκληρώνεται με μια γενική αναφορά – επισήμανση της επικινδυνότητας της εν λόγω περιοχής και το τελευταίο τραγικό συμβάν, ενώ δεν λείπει και η αναφορά στον Παπαδιαμάντη.

«…Οπωσδήποτε, κατά τους ναυτικούς μας, η θάλασσα μεταξύ Σκιάθου και Πηλίου, όπου εξετυλίχθη και η προχθεσινή θαλασσινή τραγωδία των δυο πετρελαιοκινήτων, η ενθυμίζουσα εις μικρογραφία την τραγωδίαν της Χειμάρρας, είνε μια απ’ τις πιο δυσκολοαρμένιστες εν καιρώ χειμώνος ελληνικές θάλασσες. Τα θαλασσινά δυστυχήματα από τα οποία πολλά ενέπνευσαν εις τον κορυφαίον Ελληνα διηγηματογράφον, τον Παπαδιαμάντη υπέροχες σελίδες, είνε εκεί συνηθέστατα από την αρχαιότητα ακόμη μέχρι σήμερα, σπανίως δε έχει περάσει χειμώνας χωρίς να αναγγελθούν από εκεί νέα δυστυχήματα».

Οσοι γνωρίζουν την περιοχή, ασφαλώς θα συμφωνήσουν με ό,τι σημειώνεται στο παραπάνω άρθρο. Αλλωστε είναι γνωστά λίγο – πολύ αρκετά τέτοια περιστατικά από οδυνηρά ναυάγια έως πιο ανώδυνα ναυτικά ατυχήματα σχεδόν ώς τις μέρες μας, αν και η εξέλιξη στα ναυτιλιακά βοηθήματα έχει περιορίσει σημαντικά ανάλογες, ανεπιθύμητες καταστάσεις.

ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΚΑΡΤΑΠΑΝΗΣ

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου