ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Το Λιμεναρχείο στην οδό Ιάσονος

το-λιμεναρχείο-στην-οδό-ιάσονος-495753

Του Αντώνη Παπαγεωργίου

Οπως έχω αναφέρει σε προηγούμενο άρθρο μου, προσελήφθηκα ως υπάλληλος τον Φεβρουάριο του 1947 στο Ναυτικό Πρακτορείο Ριζοπούλου, που ήταν στην γωνία της Αργοναυτών με Αντωνοπούλου. Αργότερα υπήρξε το δικό μας Ναυτ. Πρακτορείο με τον αδελφό μου.

Σήμερα όσοι συναλλάσσονται με το Λιμεναρχείο κατηφορίζουν προς τον κεντρικό προβλήτα, όπως κι εμείς πολλά χρόνια αργότερα. Τότε όμως εμείς ανηφορίζαμε προς την Ιάσονος για να πάμε στο Λιμεναρχείο, που ήταν στην διασταύρωση με την οδό Σπ. Σπυρίδη. Εκεί υπηρέτησα κι εγώ αργότερα ως ναύτης. Οι παλιοί θα θυμούνται, ότι η Σπ. Σπυρίδη μεταξύ Ιάσονος και Δημητριάδος ήταν ένα στενό, όπως δύο τετράγωνα πιο πέρα η Γκλαβάνη μεταξύ Ιάσονος και Δημητριάδος ήταν κι αυτή ένα στενό.

Το Λιμεναρχείο το θεωρούσαν τότε όλοι ως το Λιμεναρχείο, που δεν έβλεπε θάλασσα. Ήταν ένα παλιό διώροφο κτίριο με είσοδο από την Ιάσονος. Στο μπροστινό μέρος του ισογείου δεν υπήρχαν γραφεία, γιατί το δάπεδο ήταν σε δύο επίπεδα με σκαλοπάτια ανάμεσα. Από το δεύτερο υπήρχε σκάλα για να ανέβει κανείς στον δεύτερο όροφο. Το πίσω μέρος του ισογείου ήταν χωρισμένο με τοίχο από το εμπρός και τα ένωνε μια πόρτα. Το πίσω μέρος ήταν βοηθητικοί χώροι και μέσω αυτού πήγαινε κανείς στην αυλή και εν συνεχεία στο θάλαμο των ναυτών σε μια διασκευασμένη αποθήκη. Από την αυλή υπήρχε έξοδος προς το στενό Σπ. Σπυρίδη. Στο μπροστινό μέρος του άνω ορόφου ήταν η κατοικία του Λιμενάρχη. Στο πίσω μέρος υπήρχαν τρία γραφεία σε σχήμα Π γύρω από τον διάδρομο. Το ένα γραφείο προς το στενό ήταν το γραφείο του Λιμενάρχη. Το δεύτερο στην αντίθετη πλευρά φιλοξενούσε τη Ναυτολογία, το πρωτόκολλο, την δακτυλογράφο Δήμητρα Κατσέμη πολιτική υπάλληλο, τον υπαξιωματικό Κοντόπουλο και έναν ναύτη. Στο τρίτο μικρότερο δωμάτιο, ανάμεσα στα δύο πλευρικά, έμενε ο Υπολιμενάρχης. Η σημαία ήταν τοποθετημένη ψηλά στη γωνία του κτιρίου και τα σχοινιά τα δέναμε σε κάποιο κρίκο χαμηλά. Ο έχων βάρδια ναύτης (κι εγώ αργότερα) για να κάνει την έπαρση και την υποστολή της κατέβαινε στο πεζοδρόμιο, έλυνε τα σχοινιά, περίμενε συνήθως να … πλησιάσει κάποια κοπέλα και τότε – για να ακινητοποιηθεί αυτή και όλοι οι άλλοι τριγύρω – φώναζε δυνατά «προς έπαρσιν σημαίας προσοχή» ή «προς υποστολήν σημαίας προσοχή».

Την κλάση μου 1949 την κάλεσαν το 1953. Είχα επιλεγεί στο Ναυτικό. Από το κέντρο Κανελοπούλου, όσοι επιλεγήκαμε για το Λιμενικό Σώμα μεταφερθήκαμε στον Ασπρόπυργο στο ΚΕΛΣ (Κέντρο Εκπαιδεύσεως Λιμενικού Σώματος). Μετά την ορκωμοσία επιλέγην για την Σχολή Διαχειριστών. Εκεί ήλθα πρώτος και αποσπάσθηκα στο Λιμεναρχείο Βόλου. Οι Βολιώτες ναύτες, όταν δεν είχαμε βάρδια, κοιμόμασταν στα σπίτια μας. Ο Λιμενάρχης ήταν ο Πλωτάρχης Νίκος Μιχαλιτσιάνος. Υπολιμενάρχης ο Ανθυποπλοίαρχος Τότσης, προερχόμενος από τον Στρατό Ξηράς. Σημαιοφόρος ο Παγουλάτος, μόλις αποφοιτήσας από τη Σχολή. Αρχικελευστές ο Ναυτολόγος Μαυρουλέας και ο υπεύθυνος Λιμεν. Αστυνομίας Μαρκάκης, πατέρας του Μηχανικού και πρώην βουλευτή Μαρκάκη. Νομίζω και ο υπεύθυνος της Διαχείρισης Σκοπελίτης.

Οι μόνες υπηρεσίες,που δεν βρίσκονταν στην Ιάσονος ήταν η Λιμενική Αστυνομία και η Διαχείριση. Αυτές έμεναν στα δύο δωμάτια μέσα από τα κάγκελα της ανατολικής πλευράς του Κεντρικού Προβλήτα.

Όταν ήλθα στο Λιμεναρχείο αρχικά έκανα βάρδιες στο φυλάκιο στα παλιά ψαράδικα απέναντι στη Ναυτιλία στην αρχή της Αργοναυτών. Σύντομα κλήθηκα στο Λιμεναρχείο στην Ιάσονος, όπου μου ανατέθηκαν τρεις υπηρεσίες. Πρωτόκολλο, Διεκπεραίωση και Αρχείο. Κάθε πρωί πήγαινα σε κάποια στρατιωτική μονάδα να παραδώσω την εξερχόμενη αλληλογραφία και παρελάμβανα την εισερχόμενη. Στο Λιμεναρχείο άνοιγα τους φακέλους, πήγαινα τα έγγραφα στον Λιμενάρχη να τα χαρακτηρίσει, ύστερα τα πρωτοκολλούσα και τα διένειμα στα οικεία τμήματα. Στα τέλη κάθε Ιανουαρίου όλα τα τμήματα μου έφερναν όλη την αλληλογραφία τους του περασμένου έτους να την αρχειοθετήσω. Στοίβες τα έγγραφα. Αναγκαζόμουνα κι όταν δεν είχα βάρδια να μένω στο Λιμεναρχείο μέχρι μετά τα μεσάνυχτα.

Όλο το προσωπικό Αξιωματικοί, Υπαξιωματικοί, 2 – 3 όχι μόνιμοι λιμενοφύλακες και ναύτες ήμασταν 42 άτομα. Σε κάποια παρέλαση ο Τότσης θέλησε να βγάλει άγημα. Το Λιμενικό Σώμα δεν είχε ακόμη τότε δικαίωμα να φέρει σημαία. Για να συμπληρωθούν δύο διμοιρίες, έφεραν ναύτες από τους Λιμενικούς Σταθμούς Σκιάθου και Ωρεών. Η παρέλαση έγινε με τρεις επικεφαλής με τα σπαθιά τους. Αγηματάρχης ο Τότσης. Επικεφαλής της πρώτης διμοιρίας ο Παγουλάτος και της δεύτερης ο Μαρκάκης.

Αυτές είναι οι μνήμες μου από το Λιμεναρχείο που… δεν έβλεπε θάλασσα.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου