ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Η Μαγνησία δεν μπορεί να μετατραπεί σε κρεματόριο της Θεσσαλίας

η-μαγνησία-δεν-μπορεί-να-μετατραπεί-σε-505761

Του Γιάννη Σκρίμπα, Υποψήφιου Περιφερειακού Συμβούλου Μαγνησίας με τον Νίκο Τσιλιμίγκα

Εδώ και αρκετό καιρό, εκφράζεται μαζικά η δυσαρέσκεια των πολιτών του Βόλου για την κίνηση του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας να εγκρίνει την – πιλοτική – καύση απορριμμάτων στο εργοστάσιο της ΑΓΕΤ ΗΡΑΚΛΗΣ στην περιοχή της Αγριάς, για την παραγωγή RDF καυσίμου αλλά και την κατασκευή εγκαταστάσεων παραγωγής SRF για βιομηχανική χρήση και παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.

Θεωρητικά, η καύση απορριμμάτων για παραγωγή εναλλακτικών καυσίμων, όπως οι προαναφερθέντες τύποι, δεν είναι η χειρότερη ιδέα για εξοικονόμηση οικονομικών και περιβαλλοντικών πόρων, αν λάβουμε υπόψη πως σε αρκετές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η πρακτική εφαρμόζεται. Πώς; με αυστηρούς ελέγχους, ειδικές εγκαταστάσεις και μέριμνα για την αποφυγή μόλυνσης του περιβάλλοντος.

Αν, ωστόσο, λάβουμε σαν αναλογία πως ο αντικαπνιστικός νόμος έχει ψηφιστεί από το 2009, αλλά εφαρμόζεται σε ελάχιστες περιοχές με την ανοχή των αρμοδίων και ελλείψει ελέγχων, ας αναλογιστούμε τι μπορεί να σημαίνει αυτό για την καύση σκουπιδιών σε απόσταση αναπνοής από την πόλη του Βόλου. Η ΑΓΕΤ μπορεί να υποστηρίζει πως διαθέτει τις εγκαταστάσεις, και το Υπουργείο να διατυμπανίζει δια στόματος του Αναπληρωτή Υπουργού κ. Φάμελλου, πως οι έλεγχοι είναι αυστηροί και συχνοί, αλλά σε μια χώρα με βεβαρυμμένο ιστορικό ανακολουθίας δηλώσεων και πράξης, σε συνδυασμό με το εξίσου βεβαρυμμένο ιστορικό καρκίνου των πνευμόνων στην περιοχή, η πρακτική έχει εγείρει πολλά ερωτηματικά, φόβους και αγανάκτηση στους δημότες του Βόλου αλλά κι ολόκληρης της Μαγνησίας.

Είναι τουλάχιστον λογική η ανησυχία τους, αν αναλογιστεί κανείς πως τα ποσοστά καρκίνου στο Βόλο είναι υπερβολικά αυξημένα – υπερδιπλάσια του εθνικού ποσοστού με βάση την τελευταία έκθεση του ΟΟΣΑ. Ρόλο σε αυτό έχει διαδραματίσει και η τοποθεσία του εργοστασίου- το μεγαλύτερο εργοστάσιο τσιμέντου στην Ευρώπη, που βρίσκεται στο δρόμο για την περιοχή της Αγριάς, μόλις λίγα χιλιόμετρα έξω από το κέντρο της πόλης. Η επιβάρυνση του περιβάλλοντος από τη σκόνη του τσιμέντου όσες δεκαετίες λειτουργεί το εργοστάσιο είναι αυτονόητη, παρά το γεγονός πως δημιούργησε θέσεις εργασίας.

Σήμερα, το εργοστάσιο παράγει στο 50% της δυνατότητας του, και θεωρεί μονόδρομο τη στροφή του στην παραγωγή RDF για να παραμείνει ανταγωνιστικό. Κι ενώ η Περιφέρεια Θεσσαλίας δια στόματος της κ. Κολυνδρίνη, διαβεβαίωνε πως δεν υφίσταται ανάγκη ανάκλησης άδειας για την περιβόητη καύση των σκουπιδιών, έπειτα από την οργάνωση της Επιτροπής Πολιτών Βόλου, η στάση της Περιφέρειας άλλαξε άρδην, πετώντας το μπαλάκι στο Υπουργείο. Έκτοτε, ανακάλεσε τη θετική γνωμοδότηση για την Έγκριση Περιβαλλοντικών Όρων του εργοστασίου, εξέφρασε σιωπηλή υποστήριξη των συλλαλητηρίων, προσπαθώντας να μειώσει την ευθύνη της ως απλού μεσάζοντα κονδυλίων.

Η υγεία όμως των πολιτών του Βόλου, και οποιαδήποτε άλλης περιοχής, δεν είναι διαπραγματεύσιμη, και δεν είναι ανταλλάξιμο είδος. Η υγεία και η μακροζωία των πολιτών, δε μπορεί να θυσιαστεί για την επιχειρηματική βιωσιμότητα του εργοστασίου. Ο Ιατρικός Σύλλογος Βόλου υπήρξε κατηγορηματικός για το ζήτημα, υποστηρίζοντας πως η καύση θα απελευθερώσει πλήθος τοξικών ουσιών, ανάμεσα στις οποίες, διοξίνες, φουράνια, υδράργυρος κλπ, που σημαίνει πως τα ποσοστά λοιμώξεων του αναπνευστικού αλλά και σοβαρότερων νοσημάτων, συμπεριλαμβανομένου και του καρκίνου, στατιστικά θα αυξηθούν. Αυτή είναι μια πρόβλεψη που κανείς δε μπορεί να αγνοήσει.

Με τους γνωστούς ως σήμερα όρους, η καύση σκουπιδιών είτε για την παραγωγή RDF είναι απαγορευτική, θέτει σε κίνδυνο την υγεία των πολιτών της Μαγνησίας και εφαρμόζει ένα αναχρονιστικό μοντέλο διαχείρισης οργανικών και μη απορριμμάτων ενώ υπάρχουν αρκετές εναλλακτικές λύσεις. Η οικονομική βιωσιμότητα είναι σημαντική. Πιο σημαντική όμως, είναι η υγεία όλων των πολιτών και θα πρέπει να την υπερασπιστούμε με κάθε κόστος, προωθώντας ένα διαφορετικό μοντέλο βιωσιμότητας του εργοστασίου, οργανώνοντας μελέτη για την ανταγωνιστικότητα του μέσω φθηνότερων υλικών, διαφορετικών αγορών εξαγωγής, αλλά και παράλληλης δραστηριότητας που μπορεί να είναι κερδοφόρα και μη περιβαλλοντικά επιζήμια.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου