ΤΟΠΙΚΑ

Ο Βολιώτης «ακοίμητος» φρουρός του Πανάγιου Τάφου

ο-βολιώτης-ακοίμητος-φρουρός-του-πα-300223

Πολύ σημαντική ιερατική δράση αναπτύσσει ο Βολιώτης Μητροπολίτης Ελενουπόλεως κ. Ιωακείμ, ο οποίος κόμισε στη γενέτειρά του τεμάχιο του Τιμίου Σταυρού. Το ιερό θησαύρισμα «ταξίδεψε» για πρώτη φορά στον Βόλο με την ευλογία του Μακαριότατου Πατριάρχου Ιεροσολύμων κ. Θεοφίλου του Γ΄ και τίθεται μέχρι σήμερα ως προσκύνημα στον ναό της Μεταμορφώσεως, όπου συρρέει πλήθος κόσμου. Ο Μητροπολίτης με την μεγάλη ιεραποστολική δράση είναι μέλος της Αγιοταφιτικής Αδελφότητας στα Ιεροσόλυμα, φυλάττοντας Θερμοπύλες πίστης στην καρδιά της Ορθοδοξίας.

Ρεπορτάζ: ΓΛΥΚΕΡΙΑ ΥΔΡΑΙΟΥ

Ο 51χρονος Μητροπολίτης, ο οποίος διετέλεσε Μητροπολίτης Ζάμπιας και Μαλάουι 13 χρόνια, είναι το τρίτο παιδί του Ιωάννη και της Μηλίτσας Κοντοβά, καθώς πρωτότοκος είναι ο Παναγιώτης και δευτερότοκη η Βικτώρια. Φοίτησε στο 3ο Δημοτικό Βόλου, το 1ο Γυμνάσιο και στη συνέχεια στο Εκκλησιαστικό Λύκειο, έχοντας πάντα έμφυτη κλίση προς τον ιερατικό δρόμο.

Μιλώντας στον ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ, με αφορμή την έλευσή του στον Βόλο, ο κ. Ιωακείμ αναφέρει ότι συμπλήρωσε 30 χρόνια ιεροσύνης, ενώ υπογραμμίζει ότι νιώθει δέος κάθε φορά που λειτουργεί στον Πανάγιο Τάφο, νιώθει το ίδιο συναίσθημα «όπως την πρώτη στιγμή που αντίκρισα τον Πανάγιο Τάφο», τονίζει.

Ο ίδιος φέρει τον ιδιαίτερα τιμητικό, ιστορικό τίτλο του Μητροπολίτη Ελενουπόλεως, «μιας αρχαίας επισκοπής, η οποία στο πρόσωπό μου προήχθη σε Μητρόπολη, και είναι μια πόλη που βρίσκεται στην Γαλιλαία, πολύ κοντά στην Κανά» εξηγεί.

Στη διάρκεια της ιερατικής του δράσης ως Μητροπολίτης Ζάμπιας και Μαλάουι, έχτισε σχολεία και εκκλησίες στην μακρινή Αφρική, σε μια περιοχή άγονη από κάθε άποψη, που βρίσκεται κυριολεκτικά πίσω από τον ήλιο. «Όταν πήγα δεν υπήρχε τίποτα και φεύγοντας άφησα 10.000 πιστούς, άφησα 30 εκκλησίες, σχολεία κλπ. Στη Ζάμπια ήμουν 13 χρόνια και στην Αφρική γύρω στα 23 χρόνια. Συμπλήρωσα όμως 30 χρόνια ιεροσύνης και αντί να αποσυρθώ και να έρθω στην Ελλάδα να εφησυχάσω, επειδή είμαι ακόμη σχετικά νέος στην ηλικία, μετά από πρόσκληση του Πατριάρχη Ιεροσολύμων πήγα στα Ιεροσόλυμα, γεγονός για το οποίο ουδέποτε μετάνιωσα» υπογραμμίζει.

Η Αγιοταφίτικη Αδελφότητα είναι η μοναστική αδελφότητα αιώνων στα Ιεροσόλυμα και «είμαι κι εγώ ένα ταπεινό μέλος αυτής της αδελφότητας. Ο καθένας έχει τα ιδιαίτερα καθήκοντά του αλλά όλοι μας είμαστε εκεί για να φιλάμε τα πανάγια προσκυνήματα και το λεγόμενο δικαιωματικό καθεστώς, διότι όλα τα προσκυνήματα, ιδίως στον Πανάγιο Τάφο, τον Γολγοθά, τη Γεσθημανή, τη Βηθλεέμ, τα κληρονομήσαμε από την εποχή του Βυζαντίου. Είναι στα χέρια μας από την εποχή της Αγίας Ελένης, προϊόντος όμως του χρόνου, άλλα δόγματα, άλλες εθνότητες, επεχείρησαν να τα καταλάβουν. Άλλες φορές το πέτυχαν, άλλες όχι. Έχει χυθεί αίμα εκεί και ο σκοπός του κάθε αγιοταφίτη αδελφού είναι να δώσει και τη ζωή του ακόμη, προκειμένου αυτά να διαφυλαχθούν και να μείνουν σε ελληνικά και ορθόδοξα χέρια» επισημαίνει ο κ. Ιωακείμ.

«Είδα να αναβλύζει μύρο»

Στα Ιεροσόλυμα και τον Πανάγιο Τάφο βρίσκεται τα τελευταία δυόμιση χρόνια και είναι ο μόνος Βολιώτης που ανήκει στην Αγιοταφιτική Αδελφότητα. Δεκάδες συγκλονιστικές εικόνες έχουν καταγραφεί στη μνήμη του, δεκάδες θαύματα και συγκινητικές στιγμές έχει βιώσει όντας στην καρδιά της Ορθοδοξίας. Είδε μύρο να αναβλύζει από τον τόπο της αποκαθηλώσεως και ήταν παρών όταν ανοίχθηκε η πλάκα του Πανάγιου Τάφου στο πλαίσιο των εργασιών συντήρησης, και όπως ομολογεί «ήμουν τυχερός που το βίωσα. Ήταν η πιο συγκλονιστική εμπειρία».

Συγκλονιστικά βιώματα

Οι εικόνες και τα βιώματά του επικεντρώνονται στα εκατομμύρια των ανθρώπων να συρρέουν από όλο τον κόσμο στο κορυφαίο προσκύνημα της Χριστιανοσύνης. «Παρόλο που τα συγκεκριμένα καθήκοντα που έχω δεν μου επιτρέπουν να βρίσκομαι συνεχώς στον κόσμο, εκείνο που παρατηρώ είναι ότι αφενός έρχονται άνθρωποι από όλο τον κόσμο και από την Ελλάδα, άνθρωποι οι οποίοι στερούνται πραγματικά το ψωμί τους για να μαζέψουν λίγα χρήματα να έρθουν να προσκυνήσουν τον τάφο του Χριστού. Έρχονται και από τη Ρωσία από τα άλλα ορθόδοξα κράτη, από την Ευρώπη, την Αμερική, τη Λατινική Αμερική, εκατομμύρια άνθρωποι. Έρχονται στα Ιεροσόλυμα για να δουν τον τόπο που έδρασε, σταυρώθηκε και αναστήθηκε ο Χριστός, και να καταθέσουν την αγωνία, το πρόβλημά τους και να βιώσουν το θαύμα».

Πόνος υπάρχει αμέτρητος σε όλο τον κόσμο, αλλά οι προσκυνητές έρχονται αναζητώντας την ελπίδα. «Η εκκλησία έρχεται να δώσει ελπίδα και πραγματικά οι άνθρωποι με την πίστη τους βρίσκουν απάντηση στα προβλήματά τους» τονίζει».

Πολλά τα περιστατικά που έχουν καταγραφεί στη μνήμη του, αλλά εκείνο που τον συγκλόνισε ήταν «μια ομάδα νέων ανθρώπων από την Αμερική, οι οποίοι ήταν τυφλοί και ήρθαν στα Ιεροσόλυμα για να προσκυνήσουν. Αυτοί οι άνθρωποι έφυγαν συγκλονισμένοι και για μένα ήταν μάθημα ζωής», αναφέρει.

Στον ιερατικό δρόμο

Ηταν επιθυμία του από παιδί να στραφεί στην ιεροσύνη, μεγάλωσε κοντά στην Ανάληψη, αρχικά στο τρίγωνο και στη συνέχεια η οικιακή εστία μεταφέρθηκε στη συμβολή των οδών Κασσαβέτη με Αναλήψεως. «Θυμάμαι την παράγκα που εκκλησιαζόμασταν. Ήμουν στα θυρανοίξια της Αναλήψεως ως παιδί. Από μικρή ηλικία ήμουν κοντά στην εκκλησία, όσο θυμάμαι τα βήματά μου» αναφέρει.

Καθοριστικές ήταν οι διδαχές του πνευματικού του, γέροντα Εφραίμ στην Αμερική και στη συνέχεια του γέροντα Μητροπολίτη από Αυστραλίας και μετέπειτα Κώου, Ιεζεκιήλ, «τον οποίο γνώρισα 40 μέρες από την κοίμηση του πατέρα μου και εκείνος με ανέλαβε, με σπούδασε, με χειροτόνησε στην Αθήνα», θυμάται ο κ. Ιωακείμ (κατά κόσμο Κωνσταντίνος Κοντοβάς). Έχει υπηρετήσει στην Αθήνα και σε άλλες Μητροπόλεις στην Ελλάδα, στην Αιθιοπία, στην Αλεξάνδρεια ήταν Αρχιγραμματέας του Πατριάρχη Πέτρου, ενώ ακολούθησε το έργο διακονίας ετών που προσέφερε στη Ζάμπια. «Θέλημα του Θεού ήταν να κάνω ιεραποστολικό έργο. Δεν επεδίωξα τίποτα, ούτε να γίνω επίσκοπος, ουδέποτε. Ο Θεός τα έφερε έτσι» ομολογεί.

Η Αφρική κατέχει ξεχωριστή θέση στην καρδιά του, παρά τους κινδύνους που αντιμετώπισε στη διάρκεια της παραμονής του εκεί. «Θυμάμαι με πολύ νοσταλγία τα χαμόγελα των παιδιών. Την αγάπησα την Αφρική, άφησα κομμάτι του εαυτού μου εκεί» αναφέρει με συγκίνηση. Η ζωή εκεί είναι δύσκολη, οι συνθήκες σχεδόν πρωτόγονες, οι αποστάσεις αχανείς, τα μέσα μεταφοράς παμπάλαια, αλλά το έργο που άφησε ως παρακαταθήκη σημαντικό.

Τα συναισθήματα και οι εικόνες που κουβαλάει από τη μεγάλη του διαδρομή είναι έντονα. «Αυτά που με ακολουθούν, είναι τα χαμόγελα των παιδιών. Η δυστυχία δεν σταματάει ποτέ και δεν υπάρχει μόνο στην Αφρική, υπάρχει και αλλού. Τη βρίσκεις και στον διπλανό σου, αν όχι μέσα στο σπίτι σου. Αυτό είναι και μια ευκαιρία για τον Έλληνα, για να καταλάβει ότι τίποτα δεν είναι δεδομένο. Όσο απομακρύνεσαι από τον Θεό χάνεις την ελπίδα και ο Θεός δεν είναι τιμωρός. Απλώς εγκαταλείπει τον άνθρωπο από την παρουσία του και τότε η ζωή του γίνεται κόλαση».

Πνευματικό έργο

Το πνευματικό του έργο στην Αφρική περιλαμβάνει πολλούς σημαντικούς σταθμούς, καθώς υπηρέτησε ως εφημέριος και πρωτοσύγκελος στη Μητρόπολη Αξιώμης στην Αιθιοπία, ως εφημέριος στην Αντίς Αμπέμπα και παράλληλα ως υπεύθυνος στην χώρα της Ερυθραίας. Επί των ημερών του εκλιπόντος Πατριάρχη Αλεξανδρείας Πέτρου, μετατέθηκε στην Αλεξάνδρεια και υπηρέτησε ως αρχιγραμματέας της Ιεράς Συνόδου επί επτά χρόνια. Ακολούθησε η εκλογή του σε Επίσκοπο Ζάμπιας και στη συνέχεια δημιουργήθηκε η Μητρόπολη Ζάμπιας και Μαλάουϊ, την οποία διακόνησε ως Μητροπολίτης, με σεμνότητα και αφοσίωση.

Νοσταλγεί τον Βόλο

Σπάνια έρχεται πλέον στον Βόλο, στο πατρικό του σπίτι, αλλά θυμάται πάντα με νοσταλγία «τις πεντακάθαρες αυλές με τα λουλούδια, τον κόσμο να κάθεται το καλοκαίρι έξω, τα παιδιά να παίζουν με τα ποδήλατα και οι ακακίες να ευωδιάζουν όλη τη νύχτα. Δεν υπάρχουν αυτά πια» μονολογεί.

Συνεχίζει αταλάντευτος την πορεία του, αψηφώντας τους κινδύνους και τις δυσκολίες, καθώς έχει ως οδηγό ζωής και ψυχής «τη συνείδηση του κληρικού».

Δηλώνει ευτυχής διότι του δόθηκε η ευκαιρία να βρεθεί στη γενέτειρά του κι όπως υπογραμμίζει «είδα πολύ κόσμο να έρχεται να προσκυνήσει με πολύ πίστη. Ο Βολιώτης έχει έμφυτη την πίστη και αν βγάλει από μέσα του τη μιζέρια και την ασχολία με τον πλησίον, να σχολιάζει τον πλησίον, κρατάει το κλειδί του παραδείσου στα χέρια του», ενώ υπενθυμίζει ότι «πρέπει να βλέπουμε τον άλλο ως εικόνα Θεού».

Κλείνοντας, ο Μητροπολίτης Ελενουπόλεως αναφέρει ότι «λείπω από το 1984 από τον Βόλο, τον νοσταλγώ αλλά προσεύχομαι για τους Βολιώτες και την πατρίδα μου».

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου