ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Μυστική ευτυχία

μυστική-ευτυχία-31022

Tου Θωμά Στραβέλη, συγγραφέα – πανεπιστημιακού

Θα τη λένε πάντα Αυγή! Τη γνώρισες, ένα καλοκαίρι, σε μία μικρή φροντιστηριακή τάξη φιλολογικών μαθημάτων. Ήσασταν, τότε, δέκα επτά χρονών, στην πρώτη σας χρυσή νεότητα, δυνατοί κι ονειροπόλοι. Και πάνω στο πρόσωπό σας χυνόταν μία γλυκιά ευθυμία, όταν σας έβλεπε η καθηγήτρια όλους, συναγμένοι, καθώς ήσασταν,γύρω της. Τώρα, τι έχεις πια να κάνεις; Να πας πίσω ντρέπεσαι, να πας μπροστά φοβάσαι!

Όταν την κοίταζες, σχεδόν κρυφά, μέσα σε κάθε σας μάθημα, ένιωθες ότι τα μαύρα και μεγάλα της μάτια σού σαγήνευαν τη φαντασία. Το μάθημά σας, σε μεγάλο βαθμό, συγκέντρωνε τα αμοιβαία σας κοιτάγματα – τα νεανικά σας μαλάματα…

Σ’ ένα διάλειμμα, στον δενδρόκηπο του φροντιστηρίου, αφού βάλατε τη ντροπή κατά μέρος, πήγατε πολύ κοντά ο ένας στον άλλο, τόσο κοντά, που, υπερνικώντας την ατολμία τής ηλικίας σας, φιληθήκατε. Και μόλις φιληθήκατε, «ανθίσατε»! Ήταν σαν να είχατε απολαύσει μία μεγάλη μυστική ευτυχία. Αμ τι θαρρείτε!

Η μοίρα, όμως, δεν το θέλησε, η φθονερή, να «καρπίσετε». Έπεσαν τα άνθη σας, πριν καν δέσουν καρπό… Εκείνη έφυγε οικογενειακώς, δύο χρόνια, μετά, για την Αυστραλία. Και θα ’ταν αστείο να την ακολουθήσεις. Άλλωστε, στον δικό σου ουρανό, δεν έβλεπες κανένα λαμπερό αστέρι. Σου έλειπε κι εκείνη η έμφυτη δύναμη και πίστη των Ινδιάνων, να την πάρεις από κοντά…

Ένα ολόκληρο καλοκαίρι, θυμάσαι,τώρα, ετοιμάστηκες για τις πανεπιστημιακές σου σπουδές. Μετά, έδωσες εισαγωγικές εξετάσεις, πέτυχες κι έφυγες για τη Θεσσαλονίκη (φτωχομάνα, τη λέγατε, τότε), αποφασισμένος να κάνεις τιςσπουδές, που είχες επιλέξει, και μ’ ενθουσιασμό, αλλά και με κάθε θυσία, να τις πραγματοποιήσεις. Όταν πήρες το πτυχίο τής Φιλοσοφικής, έφυγες κι συ για το εξωτερικό. Πήγες στην Αμερική για τις μεταπτυχιακές σου σπουδές. Άλλους δρόμουςπήρατε στη ζωή σας,άλλους καημούς είχατε.Και μπροστά σας ανοίγανεατέλειωτοι ορίζοντες, σ’ άλλες χώρες και ηπείρους… Η μοίρα σάς άφησε και τους δύο μες στη στράτα… Αλλά και διαφορετικά φορτία περίμεναν τις πλάτες σας, που η γενιά σας τα σήκωσε (και τα σηκώνει ακόμα) με αναγκαστική στωικότητα.

Πόσο μακριά μπορεί να πάει ένα κύμα, Θεέ μου! Πόσο μακριά πήγε κι εκείνο το άρωμα του πρώτου λουλουδιού τής εφηβικής σου άνοιξης!

Τώρα, εξήντα χρόνια μετά, αναπολείς κι ονειροπολείς τα μαθήματα εκείνου του καλοκαιριού, τις ζωηρές εμψυχωμένες στιγμές και εικόνες, γεμάτες αιώνιο όνειρο και νεανική δροσερότητα. Τώρα πια καταλαβαίνεις ότι το παρελθόν κλείνει όλη τη δύναμη και το μεγαλείο τής εφηβείας των φλογισμένων αγγέλων…

Σηκωθείτε συμμαθητές μου… Κι εσείς εφηβικά μου χρόνια, που συνθέσατε τη μουσική τού έρωτα και του ονείρου – μία μουσική που με κάνατε να την ακούω με κατάνυξη. Χρόνια τής εφηβείας μου, αλησμόνητα, αναστηθείτε! Για να μπορέσω, από τα ανθούντα κάλλη τής νεότητας, από μία τόσο μακρινή μνήμη, ν’ αντλήσω λίγη ακόμα ευτυχία.

Κι εσύ, κόσμε ευτυχισμένε, κατοικούμενε από ευτυχισμένους, τρεις φορές ευτυχισμένους, τέσσερις φορές ευτυχισμένους νέους, μη χάνεσαι!

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου