ΤΟΠΙΚΑ

Οργή σε επιστολή Βολιώτη κληρικού για την «ιερή συμφωνία»

οργή-σε-επιστολή-βολιώτη-κληρικού-για-830209

«Σπάει κόκκαλα» η επιστολή του Βολιώτη π. Δημήτριου Κατούνη που δημοσιεύθηκε χθες, Κυριακή 11 Νοεμβρίου στην «Καθημερινή» και αποτυπώνει με καυστικό λόγο τα συναισθήματα που προκαλούν στον ίδιο αλλά και το σύνολο των κληρικών, η απόφαση πρωθυπουργού και Αρχιεπισκόπου.

Ξεκινώντας την επιστολή του, ο π. Δημήτριος συστήνεται, λέγοντας: «Είμαι ένας τεμπέλης παπάς της επαρχίας, που πριν από εικοσιοκτώ χρόνια φόρεσα το ράσο ανάξια. Η Πολιτεία με προσέλαβε και με συντηρεί όλ’ αυτά τα χρόνια. Σήμερα ξαφνικά και απροειδοποίητα, χωρίς λόγο και αιτία, με απολύει. Είμαι και ανόητος, διότι επενδύοντας στην πρόσληψή μου αυτή, έκανα μία μεγάλη οικογένεια, πήρα ένα διαμέρισμα για να τη βάλω μέσα, ένα αυτοκίνητο για να τη μετακινώ και ένα δάνειο τριάντα ετών για να ανταποκριθώ σ’ ὀλ’ αυτά. Οι πιο μεγάλοι και μυαλωμένοι με συμβούλεψαν να το κάνω, γιατί, λέει, ο μισθός μου ήταν μία διασφάλιση».

Αναφερόμενος στην στάση του Αρχιεπισκόπου και την έκπληξη που προκάλεσε, επισημαίνει ότι: « Σήμερα που ηλικιακά βρίσκομαι «στου δρόμου τα μισά», υπερβαίνοντας σιγά – σιγά τα πενήντα, ξυπνώ μία ημέρα και βλέπω το φυσικό μου προστάτη, τον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος, να συγχαίρει τον κ. Πρωθυπουργό, διότι με απέλυσε. Βλέπω τον πνευματικό πατέρα και Προκαθήμενο της Ελλαδικής Εκκλησίας να ευχαριστεί την κοσμική εξουσία, διότι εμένα και μερικές άλλες χιλιάδες συναδέλφους μας, μαζί με τις οικογένειές μας, μάς αφήνει μετέωρους στις αποφάσεις και στις διαθέσεις των πολιτικών της κάθε εποχής. Μάλλον δεν ήταν αρκετό ότι τα οκτώ χρόνια της κρίσεως συμπαραστάθηκα στους ανθρώπους υποφέροντας μαζί τους, ταΐζοντάς τους από το συσσίτιο της ενορίας μου, πληρώνοντας τους λογαριασμούς τους, εξαντλώντας κάθε γνωριμία μου για να έχουν φάρμακα και περίθαλψη».

Εργα φιλανθρωπίας

Σε άλλο σημείο της επιστολής του, ο εφημέριος του ιερού ναού Αναλήψεως Βόλου, σημειώνει: «Εγινα ο πιο φτωχός απ’ τους φτωχούς, αφού ο μισθός μου κατέστη ο χαμηλότερος του δημοσίου τομέα. Ζητιάνεψα για το χατίρι τους πολλές φορές. Σταμάτησα τα έργα του Ναού, για να γίνουν τα έργα της αγάπης και της φιλανθρωπίας. Μοιραστήκαμε όλοι μαζί το πιάτο, το ζεστό φαῒ, το δάκρυ της απόγνωσης, το χαμόγελο της παρηγοριάς, την αγκαλιά της αλληλοστήριξης».

Η αρμονική συμπόρευση με τον Μητροπολίτη Δημητριάδος κ. Ιγνατίου, υπογραμμίζεται ιδιαιτέρως από τον υπογράφοντα πρωτοπρεσβύτερο, ο οποίος τονίζει χαρακτηριστικά: «Συμπορευθήκαμε και συλλειτουργήσαμε με το Δεσπότη μας αρχηγό, κι όλοι μαζί ενωμένοι στη μεγάλη Εκκλησιά της υπομονής. Πήγαμε μπροστά. Δεν διχαστήκαμε. Ενιωσα ένα σώμα με όλους, ένας λαός κοινός, αγαπημένος, γιατί κι εμείς κομμάτι αυτού του λαού είμαστε. Τώρα ελπίζαμε πως θα ξεφύγουμε επιτέλους. Ελπίζαμε σ’ ένα φως. Ελπίδα, σαν όνειρο παιδικό, απραγματοποίητο ακόμη».

Συναισθήματα πικρίας, αλλά και αγανάκτησης, αποτυπώνονται στην επιστολή του π. Δημητρίου, ο οποίος σημειώνει με νόημα: «Σκέπτομαι τώρα πια, πως μάλλον έχουν δίκιο∙ δεν άξιζα την ιδιότητά μου ως δημοσίου υπαλλήλου και έπρεπε να απολυθώ. Σκέφτομαι πως η πνευματική εργασία που κατέβαλα όλ’ αυτά τα χρόνια, τα κείμενα που παρήγαγα, η διδασκαλία που απηύθυνα, οι κατασκηνώσεις τα καλοκαίρια που έστησα, η νεότητα που συναναστράφηκα, οι τέχνες που καλλιέργησα, οι οικογένειες που επανένωσα, οι γάμοι που ευλόγησα, οι βαπτίσεις που χάρηκα, οι ψυχές που ξεκούρασα στην εξομολόγηση, οι οικογένειες που παρηγόρησα στο πένθος, οι χαρές που πολλαπλασίασα με τις ευχές μου, οι άνθρωποι που ενθάρρυνα με τις προτροπές μου, το περιβάλλον που βοήθησα με τις ευαισθησίες μου και πολλά ακόμη, που αυτή τη στιγμή μου διαφεύγουν λόγω σύγχυσης, δεν μετράνε!»

Αποφάσεις «για μένα, χωρίς εμένα»

Η εν δυνάμει απόλυση 10.000 κληρικών από το δημόσιο, που έχει προκαλέσει θύελλα αντιδράσεων, καταγράφεται με σκληρή γλώσσα από τον π. Δημήτριο Κατούνη, ο οποίος υπογραμμίζει στην επιστολή του: «Το «δημοσιοϋπαλληλίκι» για μένα δεν ήταν ντροπή. Ηταν τιμή. Ηταν μία ένδειξη εκτίμησης της Πολιτείας για μένα που δούλευα για ‘κείνη και για τον λαό. Δεν ήταν βόλεμα. Ηταν μία μικρή ανάπαυση για να μην «διακονώ τραπέζας», αλλά να είμαι ανέμελος στην επίδοση των πνευματικών καθηκόντων και της διακονίας μου. Φαίνεται όμως πως οι κεφαλές του Κράτους και της Εκκλησίας δεν συμφωνούν μαζί μου. Εκείνοι αποφάσισαν πως από εδώ και πέρα πρέπει να έχω μέριμνα για το βιοπορισμό των παιδιών μου, για την αποπληρωμή των δόσεων, για την ικανοποίηση των ατελείωτων λογαριασμών, για την τακτοποίηση των φορολογικών μου υποχρεώσεων. Ετσι ο ένας θα δώσει τη θέση μου σε κάποιον άλλον, που θα τον προσλάβει τώρα, για να με κάνει μισητό και αντιπαθητικό απέναντι στην κοινωνία, επειδή του έτρωγα τη θέση τόσα χρόνια, και ο άλλος θα με παρηγορήσει με λόγια πατρικά και όμορφα, που ακούγονται απόλυτα ψεύτικα, όταν δεν τα νιώθουμε εμείς οι κληρικοί»…

Κλείνοντας την επιστολή του, ο π. Δημήτριος, εκφράζει την σαφή αντίθεσή του απέναντι στο κοινό ανακοινωθέν του πρωθυπουργού και του Αρχιεπισκόπου. «Δόξα το Θεό, οι δυό τους αποφάσισαν «για μένα χωρίς εμένα» βεβαίως «για το καλό μου» και έτσι ξαφνικά «…ανεπαισθήτως μ’ έκλεισαν από τον κόσμον έξω», που θα ‘λεγε κι ο φίλος μου από την Αλεξάνδρεια. Ετσι η Ελλάδα μπορεί πλέον να χαρεί, διότι απαλλάχθηκε από τους χαραμοφάηδες που την άρμεγαν τόσα χρόνια και τώρα πλέον λαμπρά θα τραβήξει το δρόμο της προόδου και της ευημερίας! Καλή πορεία», καταλήγει.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου