ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Βασίλης Κεκάτος: Ο Ελληνας που διεκδικεί Χρυσό Φοίνικα στις Κάννες

βασίλης-κεκάτος-ο-ελληνας-που-διεκδικ-501355

Δύο είναι τα αναγνωρισμένα ονόματα Ελλήνων σκηνοθετών που βρίσκονται φέτος στο 72ο Φεστιβάλ Καννών (αναφερόμαστε, φυσικά, στους Γιώργο Λάνθιμο και Πάνο Κούτρα που συμμετέχουν ως μέλη των κριτικών επιτροπών για τα διαγωνιστικά τμήματα μεγάλου και μικρού μήκους ταινιών, αντίστοιχα) αλλά ένας αυτός που διαγωνίζεται για τον Χρυσό Φοίνικα. Και αυτός είναι ο ανερχόμενος Βασίλης Κεκάτος, ο μικρομηκάς από την Κεφαλονιά (και ιδρυτής του θερινού SeaNema Open Air Film Festival), που διεκδικεί το μεγάλο βραβείο με την «Απόσταση ανάμεσα στον ουρανό κι εμάς». Λίγο πριν από την παγκόσμια πρεμιέρα της μικρού μήκους ταινίας του στις 24 Μάϊου, ο βραβευμένος εντός και εκτός Ελλάδας σκηνοθέτης με τη «Σιγή των ψαριών όταν πεθαίνουν» μας συστήνεται.

Τι σημαίνει για έναν νέο σκηνοθέτη η συμμετοχή της ταινίας του στο διαγωνιστικό τμήμα του Φεστιβάλ Καννών;

Η μεγαλύτερη αναγνώριση της δουλειάς του και συγχρόνως το γλυκό βάρος της ευθύνης του επόμενου βήματος.

Το όνομά σου βρίσκεσαι φέτος σε μία εκλεκτή παρέα Ελλήνων σκηνοθετών που συμμετέχουν στο φεστιβάλ. Σε αγχώνει ότι ο Πάνος Κούτρας είναι στην επιτροπή που θα κρίνει την ταινία σου;

Είναι σε κάθε περίπτωση μεγάλη τιμή το όνομα μου έστω και να συνυπάρχει στην ίδια πρόταση με τα ονόματα Λάνθιμος και Κούτρας. Παρ’ όλα αυτά, το ότι ο Πάνος Κούτρας θα κληθεί να αξιολογήσει την ταινία μου δε με αγχώνει περισσότερο από το ότι θα την αξιολογήσει η Κλερ Ντενί και τα υπόλοιπα μέλη της επιτροπής. Αν η ερώτηση κλείνει το μάτι στο ότι ο Πάνος είναι Έλληνας, φαντάζομαι ότι ένας δημιουργός του βεληνεκούς του θα έκρινε ένα έργο αποκλειστικά με καλλιτεχνικά κριτήρια και όχι με γνώμονα την καταγωγή του, όπως και κάθε ένα από τα μέλη της επιτροπής.

Από το βραβευμένο «Η σιγή των ψαριών όταν πεθαίνουν» στην μικρού μήκους ταινία «Η απόσταση ανάμεσα στον ουρανό κι εμάς». Υπάρχουν κοινά ανάμεσα στις δύο ταινίες;

Ενώ στην πρώτη ταινία αντιμετώπισα τους ήρωες μου με σκληρότητα και κυνισμό και στη δεύτερη με αισιοδοξία και τρυφερότητα, και οι δύο ταινίες συναντιούνται στο ότι μιλούν για το πως ένας άνθρωπος μπορεί να χαθεί αν δε βρεθεί κάποιος να του απλώσει το χέρι για να κρατηθεί.

Πώς θα περιέγραφες την ταινία;

Είναι μια ερωτική ιστορία για δύο νεαρούς άνδρες που συναντιούνται τυχαία σε ένα ξεχασμένο βενζινάδικο και βρίσκουν ο ένας τον άλλον. Είναι μια ταινία για το θαύμα που μπορεί να συμβεί στο πιο ανέλπιστο μέρος.

Τι ήταν αυτό που σ’ έσπρωξε να αφηγηθείς αυτήν την ιστορία;

Η απόκοσμη ομορφιά των φωτισμένων βενζινάδικων στη νυχτερινή ερημιά και η ανάγκη να μιλήσω για δυο γκέι χαρακτήρες, εστιάζοντας στις επιθυμίες και στις πράξεις τους, όπως προκύπτουν όχι λόγω της σεξουαλικής τους ταυτότητας αλλά λόγω της νιότης τους και της, κοινής με όλους, ανάγκης τους να αγαπήσουν και να αγαπηθούν.

Κοιτώντας πίσω, τι σε έκανε να γίνεις σκηνοθέτης;

Αγαπούσα από παιδί το σινεμά. Δεν ήταν όμως αυτός ο λόγος που επέλεξα να αφοσιωθώ στη συγκεκριμένη τέχνη. Μου αρέσει να διηγούμαι ιστορίες. Ιδανικά θα ασχολούμουν με τη λογοτεχνία, μιας που απολαμβάνω περισσότερο το να διαβάζω βιβλία από το να βλέπω ταινίες. Μου φαίνεται όμως τρομερά αποκαρδιωτικό το ενδεχόμενο του να βιώνω τη μεγαλύτερη δράση που θα μπορούσε να μου χαρίσει το επάγγελμα μου σε μια βιβλιοπαρουσίαση, ανάμεσα σε αυτοαναφορικούς ομιλητές και κοινό που αν κάποιος, όσο ακούει για το έργο μου, δε θα σκέφτεται τη λίστα με τα ψώνια του, θα είναι μάλλον συγγενής μου. Αγαπώ πολύ το γύρισμα. Τις άγνωστες καιρικές συνθήκες, τις ακρότητες της φύσης και των ανθρώπων όταν δουλεύουν μαζί υπό αντίξοες συνθήκες για καιρό, τους ισχυρούς δεσμούς που μπορεί να προκύψουν, τις φιλίες και τους έρωτες. Μου αρέσουν η δράση και τα έντονα συναισθήματα. Τη συγγραφή την απολαμβάνω μόνο επειδή θα με οδηγήσει αργά ή γρήγορα στο σετ.

Πώς είναι να κάνεις σινεμά στην Ελλάδα σήμερα; Βοηθήθηκαν οι νέοι Έλληνες σκηνοθέτες από την προβολή του weird wave στο εξωτερικό;

Το να κάνεις σινεμά στην Ελλάδα παραμένει δύσκολο, όπως το να κάνεις οτιδήποτε σε αυτή τη χώρα, πέρα από ηλιοθεραπεία. Οι νέοι Έλληνες σκηνοθέτες σαφώς και βοηθηθήκαμε χάρη στην επιτυχία του Λάνθιμου και των υπολοίπων καταξιωμένων δημιουργών της γενιάς του, εκτός συνόρων όμως ποτέ εντός. Είναι πολύ πιθανόν, αν δεν είχαν στραφεί τα φώτα προς τη χώρα μετά τις επιτυχίες του weird wave, να μην ήμουν σήμερα στις Κάννες ή πριν στο Σάντανς και στο Λοκάρνο, ούτε εγώ ούτε κανένας από τους σκηνοθέτες της γενιάς μου. Τους χρωστάμε πολλά λοιπόν για το παρόν μας και είναι στο χέρι μας να διατηρήσουμε το διεθνές ενδιαφέρον.

Αν πάρεις το βραβείο στις Κάννες, που θα το αφιερώσεις;

Αν κέρδιζα τον Χρυσό Φοίνικα θα τον αφιέρωνα στους ηθοποιούς μου Νικολάκη Ζεγκίνογλου και Ιώκο Ιωάννη Κοττίδη, στον διευθυντή φωτογραφίας Γ. Βαλσαμή, στην παραγωγό Ελένη Κοσσυφίδου και στους υπόλοιπους συνεργάτες και φίλους, γιατί χωρίς αυτούς δε θα υπήρχε αυτή η υποψηφιότητα. Επίσης, θα τον αφιέρωνα στη μνήμη του Σπύρου Κεκάτου, αδελφού του πατέρα μου, ο οποίος ήταν ομοφυλόφιλος και με τη στάση ζωής του μου δίδαξε το πως είναι να παραμένεις δυνατός και ακέραιος σε μια κοινωνία που θέλει να σε αλλάξει για να της μοιάσεις και να μπορεί να κοιμάται πιο ήσυχα τα βράδια.

ΠΗΓΗ: ΕΘΝΟΣ

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου