Η οικονομία το κυρίαρχο διακύβευμα των εκλογών

η-οικονομία-το-κυρίαρχο-διακύβευμα-τω-560044

Από μια προσεκτική ματιά στις τελευταίες δημοσκοπήσεις προκύπτουν κάποια εξόχως ενδιαφέροντα συμπεράσματα αναφορικά στις αιτίες, που έχουν παγιώσει τη σχεδόν διψήφια διαφορά ανάμεσα στο κυβερνών κόμμα και στο αντίστοιχο της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Μπορεί το κυβερνητικό επιτελείο να αμφισβητεί το εύρος της διαφοράς ανάμεσα στον ΣΥΡΙΖΑ και τη ΝΔ και παράλληλα να δημοσιοποιεί δημοσκοπήσεις, στις οποίες η απόσταση που χωρίζει τα δύο κόμματα είναι μειωμένη κατά το ήμισυ, ωστόσο όλες οι μεγάλες εταιρείες μέτρησης της κοινής γνώμης συμφωνούν εδώ και μια διετία περίπου ότι τόσο στο ερώτημα για την πρόθεση ψήφου, όσο και σε αυτό για την παράσταση νίκης έχει διαμορφωθεί μια μη αναστρέψιμη κατάσταση. Ταυτόχρονα, όλες οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις κατατάσσουν τα θέματα της οικονομίας στην κορυφή της λίστας των παραγόντων, που επηρεάζουν την ψήφο των πολιτών.

Παρά την προσπάθεια της κυβέρνησης να διαμορφώσει ένα αφήγημα εξόδου της χώρας από τα μνημόνια και επιστροφής με αργά, αλλά σταθερά βήματα στην κανονικότητα, οι πολίτες, οι οποίοι συμμετέχουν στις δημοσκοπήσεις, απαντούν σε συντριπτικό βαθμό ότι δεν πείθονται από τον κυβερνητικό σχεδιασμό, που υποτίθεται πως έχει στο επίκεντρό του τη βελτίωση της οικονομικής κατάστασης των ελληνικών νοικοκυριών. Ο συγκεκριμένος σχεδιασμός βασίζεται στην επιδοματική πολιτική και όχι στη χάραξη μιας στρατηγικής με βάση την ουσιαστική ενίσχυση του ιδιωτικού τομέα της οικονομίας και την υλοποίηση επενδύσεων, οι οποίες θα δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας με αξιοπρεπείς μισθούς.

Παράλληλα, οι ευέλικτες μορφές απασχόλησης και η κατρακύλα των μισθών στον ιδιωτικό τομέα έχουν διαμορφώσει ένα εξαιρετικά δυσμενές σκηνικό, που, παρά την υλοποίηση της κυβερνητικής απόφασης για αύξηση του κατώτατου μισθού, οι επικρατούσες συνθήκες εξακολουθούν να παραπέμπουν σε χώρες υπό ανάπτυξη. Τέλος, η υπερφολόγηση και οι εξοντωτικές ασφαλιστικές εισφορές διευρύνουν τα αδιέξοδα των ελεύθερων επαγγελματιών, ενώ για την πλειονότητα των φορολογούμενων ο διαρκώς αυξανόμενος αριθμός των οφειλετών και η κατακόρυφη αύξηση των κατασχέσεων γκρεμίζουν κάθε προσπάθεια διαστρέβλωσης της οικονομικής πραγματικότητας στη χώρα μας, οκτώ μήνες μετά την έξοδο από τα μνημόνια.

Αλλωστε, η εποπτεία των δανειστών συνεχίζεται και ο έλεγχος που ασκούν σε μείζονα θέματα, όπως οι ρυθμίσεις για τα «κόκκινα» δάνεια και τις 120 δόσεις εξόφλησης ληξιπρόθεσμων οφειλών προς την Εφορία, εξακολουθεί να είναι ασφυκτικός. Παρά τις σποραδικές προειδοποιήσεις που εκτοξεύονται από πλευράς ανεπίσημων κυβερνητικών πηγών για δήθεν ρήξη με τους θεσμούς και μονομερή νομοθέτηση μέτρων, τα οποία έχουν φιλολαϊκό χαρακτήρα, η αλήθεια είναι πως δίχως την έγκριση των δανειστών δεν είναι δυνατόν να περάσει κανένα μεγάλο κυβερνητικό νομοσχέδιο.

Με αυτά λοιπόν τα δεδομένα είναι κάτι παραπάνω από αυτονόητο ότι το διακύβευμα της οικονομίας ενόψει των εθνικών εκλογών θα αποτελέσει τον σημαντικότερο παράγοντα για τους ψηφοφόρους, που από τη μια εμφανίζονται δύσπιστοι έως αρνητικοί απέναντι στο αφήγημα του ΣΥΡΙΖΑ και από την άλλη εκφράζουν μέσω των δημοσκοπήσεων την εμπιστοσύνη τους στη ΝΔ, που υπόσχεται ότι θα βελτιώσει την οικονομική τους κατάσταση με μέτρα τόνωσης της ανάπτυξης και όχι με επιδόματα, καθώς και ότι θα περιορίσει την ανασφάλεια, που προκαλεί ο συνδυασμός της ελαστικοποίησης της εργασίας, της υπερφορολόγησης και της απουσίας αναπτυξιακής στρατηγικής, με τον ιδιωτικό τομέα και τις επενδύσεις στο επίκεντρο.

Η διατήρηση και η ενίσχυση του αισθήματος ανασφάλειας των πολιτών ως προς το μέλλον της οικονομίας, όπως τουλάχιστον αυτό αποτυπώνεται σε όλες τις δημοσκοπήσεις, αποτελεί τη μεγαλύτερη αποτυχία της κυβερνητικής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ. Το αφήγημά του για ταχεία έξοδο από τα μνημόνια και για την υλοποίηση ενός προγράμματος με κοινωνικό πρόσωπο απέτυχε να διαμορφώσει μια εκλογική δυναμική, που θα μπορούσε να ανατρέψει το ξεκάθαρο προβάδισμα της ΝΔ στην παράσταση νίκης.

Την ίδια τύχη θα έχει και η προσπάθεια οικοδόμησης του νέου αφηγήματος περί κάθαρσης της πολιτικής ζωής και απαλλαγής του πολιτικού συστήματος από τα φαινόμενα διαφθοράς και διαπλοκής. Μπορεί το κλίμα πόλωσης, που ήδη καλλιεργείται με αφορμή το θέμα των δανείων της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ και με την υπόθεση της NOVARTIS, να αυξήσει τα ποσοστά συσπείρωσης στις τάξεις των ψηφοφόρων του κυβερνώντος κόμματος, ωστόσο δεν είναι δυνατόν να εγγυηθεί την αντιστροφή των σημερινών τάσεων στο εκλογικό σώμα, όπως αυτές εκφράζονται σε όλες ανεξαιρέτως τις δημοσκοπήσεις των τελευταίων μηνών.

Δυστυχώς για την κυβέρνηση, αυτό το αφήγημα δεν μπορεί να της δώσει ούτε τη νίκη στις ερχόμενες εκλογές, ούτε καν να περιορίσει το εύρος της διαφαινόμενης ήττας. Τα θέματα της καθημερινότητας και το κυρίαρχο ζήτημα της οικονομίας δείχνουν να προεξοφλούν τον νικητή των εθνικών εκλογών.

Οσοι έχουν αποφασίσει να ψηφίσουν το κόμμα της ΝΔ, όχι γιατί επιστρέφουν ξανά στον συγκεκριμένο πολιτικό χώρο μετά την έκφραση δυσαρέσκειας στις εκλογές του 2015, αλλά γιατί έχουν απογοητευθεί από την κυβερνητική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ την τελευταία τετραετία, δεν πρόκειται να αλλάξουν την απόφασή τους, καθώς η απερχόμενη κυβέρνηση δεν τους δίνει καμία θετική προοπτική ως προς τις πιθανότητες βελτίωσης της οικονομικής τους κατάστασης.

Τα πράγματα θα ήταν, ωστόσο, εντελώς διαφορετικά, αν οι κυβερνώντες είχαν οικοδομήσει ένα ρεαλιστικό σχέδιο άρσης των μνημονιακών στρεβλώσεων και σταδιακής επιστροφής στην ανάπτυξη και δεν είχαν βασίσει την πολιτική τους ύπαρξη στον άκρατο λαϊκισμό, την προπαγάνδα, τη σκανδαλολογία και στην εξαγορά συνειδήσεων μέσα από τη χορήγηση επιδομάτων και τις υποσχέσεις για προσλήψεις.

Με άλλα λόγια, θέλησαν να διασφαλίσουν την επανεκλογή τους, χρησιμοποιώντας την πολιτική συνταγή, που οδήγησε τη χώρα στα μνημόνια, την οικονομία στη χρεοκοπία και την κοινωνία στον διχασμό και τις ψευδαισθήσεις.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου