Γρηγόρης Καρταπάνης: Ο φάρος Σέσκλο στα Πευκάκια Βόλου (Μέρος Β΄)

γρηγόρης-καρταπάνης-ο-φάρος-σέσκλο-στ-650093

Ανιχνεύοντας τη μεταπολεμική ιστορία του φάρου το πρώτο έγγραφο που υπάρχει φέρει ημερομηνία 7/5/1950 και αποτελεί αναφορά τακτικής επιθεώρησης, με έλεγχο των εγκαταστάσεων και προμήθεια απαραίτητων αναλώσιμων υλικών. Υπερθεματίζεται η φροντίδα που επιδείκνυε ο υπεύθυνος φαροφύλακας (Ιωάν. Καραχότζας), ενώ παράλληλα επισημαίνεται και η αδήριτη ανάγκη παρεμβάσεων στο οίκημα και τη στήλη του φάρου: «… Επιθεωρηθείς ευρέθη εξαιρετικώς καθαρός. Εις τον φύλακα του φανού παρεδόθη ιματισμός και 28 χ/μα πετρελαίου δι’ ατομικήν του χρήσιν. Εγένετο παρατήρησις επί του εδάφους και επί του οικήματος. Η εκ σκυροδέματος στέγη του οικήματος είναι ακατάλληλος προς εγκατάστασιν φωτιστικού μηχανήματος καθότι ευρίσκεται εις τέλειαν εξάρθρωσιν, ως επίσης δε και ο οικίσκος. Δυνατή η τοποθέτησις μίας (δυσ.) 6 μ. επί της εμπρόσθιας πλευράς του οικίσκου προς την ακτήν και επί της ίδιας επιφανείας του εδάφους εις ην ευρίσκεται ο οικίσκος…».

Τα ίδια περίπου σημειώνονται και σε αντίστοιχη αναφορά του σημαιοφόρου τεχνίτη φάρων Π. Μπέη, στις 17/1/1951:

«8-1-51 Φανός Σέσκλο

Την ιδίαν 8-1-51 μετέβημεν εις φανόν Σέσκλο. Επιθεωρηθείς ευρέθη λίαν καθαρός, παρεδόθησαν τα απαραίτητα υλικά λειτουργίας και μερικά συντηρήσεως… Λόγω της γνωστής ετοιμορρόπου καταστάσεως της στήλης επιβάλλεται η τοποθέτησις του φανού διά πακτώσεως επί της στέγης ή ως και το καλλίτερον η τοποθέτησις οβελού ύψους μέχρι τριών μέτρων τοποθετουμένου επί της στέγης του διαδρόμου του οικίσκου επί δύο σιδηροδοκών οίτινες θα πακτωθούν επί των τοίχων της λιθοδομής, ανοίγματος διαδρόμου 1,40. Το μήκος των σιδηροδοκών πρέπει να είναι περί τα 2,20 και θα καλυφθούν διά τσιμεντοκονιάματος, σχηματίζουν δοκούς εκ σκυροδέματος». Τα προβλήματα του φάρου είναι σοβαρά, επειδή προφανώς κατά τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια δεν προωθήθηκε κάποια ουσιώδης βελτιωτική παρέμβαση. Στην ίδια κατεύθυνση κινείται και η επόμενη αναφορά επιθεωρητή με την επισήμανση της κακής κατάστασης της στήλης του φάρου, αλλά και του φαρόσπιτου – αποθήκης πάνω στο οποίο ήταν τοποθετημένη. Αντίθετα η παρακείμενη κατοικία του φαροφύλακα βρισκόταν σε καλή κατάσταση (9/8/1951).

Παρά τις επανειλημμένες επισημάνσεις, η στήλη του φάρου παρουσιάζει όλο και περισσότερα προβλήματα, γεγονός που επιτάσσει άμεση αντικατάσταση. Στις 5/6/1953 η «Αναφορά προς τη Διεύθυνση Φάρων» του φαροφύλακα «Περί αντικαταστάσεως στήλης φάρου» καταγράφει την άσχημη πραγματικότητα: «Λαμβάνω την τιμή να αναφέρω ότι η στήλη του φάρου Σέσκλο έχει αισθητώς κλίνει προς ανατολάς και να παρακαλέσω όπως διατάξητε την ταχείαν αντικατάστασή της προς αποφυγήν περαιτέρω ζημιών του φανού. Ευπειθώς (υπογραφή)». Η παραπάνω αναφορά προωθείται στη Διεύθυνση Φάρων μέσω του Λιμεναρχείου Βόλου το οποίο επισυνάπτει και δικό του έγγραφο, προκειμένου να επισπευτούν οι εργασίες (13/6/1953). Η μόνη θετική παρέμβαση που σημειώνεται στην υπ. αρ. 21/1953 «Αγγελία τοις ναυτιλλομένοις» είναι η φωτοβολία του φάρου που αυξάνεται στα 5 μίλια.

Η καθυστέρηση της αντικατάστασης της στήλης του φάρου και των άλλων επισκευών, παρά τις συνεχείς αναφορές, έχει μάλλον τον λόγο της. Οι εργασίες δεν εκτελούνται, καθώς έχει προγραμματιστεί η αυτοματοποίηση του φάρου με τοποθέτηση αυτόματου μηχανήματος ασετιλίνης και αναλάμπον σήμα, δίχως ν’ απαιτείται η συνεχής παρουσία φαροφύλακα. Εφαρμόζεται σιγά – σιγά ο πλήρης εκσυγχρονισμός στο φαρικό δίκτυο με την κατάργηση των φάρων που χρησιμοποιούσαν ακόμη πετρέλαιο. Το ζήτημα ξεκαθαρίζει η αναφορά του επιθεωρητή ανθυποπλοίαρχου Δαμαλίτη στις 13/2/1954 που λέει ανάμεσα στ’ άλλα: «… η ξύλινη στήλη του φανού καθίσταται λίαν επικίνδυνος, δέον όπως ληφθεί συντόμως πρόνοια προς τοποθέτησιν αυτομάτου πυρσού, έμπροσθεν του οικίσκου όπου υφίσταται η στήλη…».

Λίγες μέρες αργότερα (22/2/54) αποβιώνει, έπειτα από βαριά ασθένεια ο φαροφύλακας Ιωάν. Καραχότζας. Ηδη τον αντικαθιστά ο γιος του Σωτήρης, χωρίς να είναι στέλεχος ή υπάλληλος του Πολεμικού Ναυτικού και παραμένει στη θέση αυτή για δύο περίπου μήνες ακόμη, έως ότου μετατεθεί καινούργιος υπαξιωματικός φαροφύλακας. Τούτο αποδεικνύεται και από τις μηνιαίες αναφορές Φεβρουαρίου (1/3/54) και Μαρτίου (1/4/54), οι οποίες φέρουν την υπογραφή «Καραχότζας». Ετούτες αποστέλλονται όλο το τελευταίο διάστημα πριν από την αυτοματοποίηση του φάρου, δηλαδή από την 1/3/54 ώς την 1/2/55, ενώ λείπουν εκείνες του Ιουνίου και του Ιουλίου του 1954. Η αναφορά Απριλίου (1/5/54) φέρει την υπογραφή προφανώς του νέου φαροφύλακα, που όμως είναι δυσανάγνωστη και δεν γνωρίζουμε το όνομά του. Μέσα στο καλοκαίρι του ίδιου χρόνου αναλαμβάνει καθήκοντα ο τελευταίος φαροφύλακας Σ. Σούπας, που παραμένει ώς την τοποθέτηση του νέου φωτιστικού μηχανήματος.

Στις αρχές του 1955 αποφασίζεται η εγκατάσταση του καινούργιου φάρου που λειτουργεί με φιάλες ασετιλίνης χωρίς να είναι απαραίτητη η παρουσία φαροφύλακα, παρά μόνο χρειάζονται οι τακτικές προγραμματισμένες επισκέψεις του φαρόπλοιου για την αντικατάσταση των φιαλών και περιοδικό έλεγχο, εκτός και αν προέκυπτε κάποια βλάβη ή δυσλειτουργία. Σε χειρόγραφο, ανυπόγραφο σημείωμα αναφέρεται: «Εις φανόν Σέσκλο. Εις κατάλληλον θέσιν εκλεγηθησομένην πλησίον του κτιρίου του φανού εις εμφανή τομέα να εγκατασταθή νέος αυτόματος πυρσός ήτοι: πυργίον μετά στήλης π-40/10, κεφαλή βα-300 μετά ηλιοβαλβίδος, εκλαμπτήν κ-80 με καυτήρα οριζοντίου φλογός 2β-15 και τεθεί ο πυρσός εις κανονικήν λειτουργίαν διά 3 αέρ/ρων α-50 με χαρακτ. 0.2 +1.3= 5’’ (40) ερυθραί εκλάμψεις ανά παν λεπτόν. Να ληφθώσει πλήρη στοιχεία μετά διοπτεύσεων. Να εξαρμοσθή ο παλαιός φανός και η στήλη, να παραληφθώσιν άπαντα τα παλαιά υλικά και σκεύη και παραδοθώσι εις αποθήκην Φ.Β» (10/1/1955). Παρατηρούμε πως καταγράφονται όλα τα τεχνικά χαρακτηριστικά του νέου φάρου (στήλη, μηχανισμός, φωτιστικό) όπως και το νέο αναλάμπον ερυθρό σήμα. Επίσης διατάσσεται παρακολούθηση στην αρχή της λειτουργίας, αλλά και η περισυλλογή όλων των παλαιών υλικών και μηχανημάτων. Η οριστική απόφαση, προκειμένου να αρχίσει η εκτέλεση των απαιτούμενων εργασιών, λαμβάνεται στις 7/2/1955, όπως φαίνεται από την παρακάτω υπουργική απόφαση προς τη Διεύθυνση Φάρων με θέμα: «Μετατροπή επιτηρουμένου φανού Σέσκλο εις ανεπιτήρητον αυτομάτου λειτουργίας».

Απόφασις

Εχοντες υπόψιν

1 Την υπ. αριθ. 2160/10-5-51 απόφασιν περί αυτοματοποιήσεως φανών λιμένος προς βελτίωσιν του ναυτικού φωτισμού.

2 Την υφισταμένην ανάγκην αντικαταστάσεως του επιτηρουμένου φανού Σέσκλο Βόλου εις ανεπιτήρητον.

3 Τον ν. 1629/ 4-1-51 περί φάρων, αριθ. 9.

Αποφασίζομεν

4 Εγκρίνομεν την οριστικήν μετατροπήν του λειτουργούντος ως επιτηρουμένου φανού Σέσκλο Βόλου δι’ ετέρου πυρσού ανεπιτηρήτου, αυτομάτου λειτουργίας αναλάμποντος εγχρώμου φωτός.

5 η Δ/σις Φάρων ως αρμοδία εν προκειμένω θέλει διαθέση τα κατάλληλα φωτιστικά μηχανήματα και προχωρήση εις την εγκατάστασιν του νέου, αυτομάτου πυρσού, την ρύθμισιν του χαρακτηριστικού αυτού ερυθρού εκλάμψεων 40, φωτοβολίας ουχί μικροτέρας των 6 μιλίων και την έκδοσιν αγγελίας διά την κανονικήν και οριστικήν τούτου λειτουργίας.

Δ. Κουρδουμπάς

Υφυπουργός Εθν. Αμύνης».

Οι εργασίες τοποθέτησης και λειτουργίας του νέου φάρου εκτελέστηκαν άμεσα όπως φαίνεται από το παρακάτω «έντυπον σήματος» στις 21/2/55: «Ο επιτηρούμενος φανός Σέσκλο (cape Sesclo) αρίθ. ελλ. Φαρόδ. 410, αγγλικού 4446, μετετράπη εις αυτόματον πυρσόν, εκπέμπων 40 ερυθράς εκλάμψεις ανά παν λεπτόν. Φωτοβολία εις μίλια 7. Εστιακόν ύψος 19 μέτρα. Θέσις: φ=39ο 20’ 33’. 20 λ=22ο 56’ 29’’, 79, χεε 63 περιγραφή: πυργίον σιδηρούν μετά στήλης 5 μ. πλησίον παλαιού οικίσκου φανού. Ορατός: 148ο – 005ο = (217ο). (υπογραφή)». Ο φάρος πλέον λειτουργεί ανεπιτήρητος με αναλάμπον ερυθρό φως γι’ αυτό και στον καθημερινό λόγο αναφέρεται ως «σπίθα». Τις ίδιες περίπου μέρες παραδίδονται και τα αποθέματα πετρελαίου από τον τελευταίο φαροφύλακα προς το Λιμεναρχείο Βόλου, όπου παρατηρείται έλλειμμα στην ποσότητα, άγνωστο για ποιον λόγο, όπως πληροφορούμαστε από τα σχετικά έγγραφα στις 22/2 και 17/3/55. Η παράδοση των παλαιών υλικών και μηχανημάτων (βαρούλκο, χοάνη, φανός κ.λπ.), που αναφέρονται ως κατεστραμμένα, πραγματοποιείται λίγους μήνες αργότερα στις 8/8/1955, σύμφωνα με το σχετικό πρακτικό που υπογράφεται τότε.

***

Τα επόμενα έγγραφα του φακέλου στη δεκαετία του 60’ πλέον δεν παρουσιάζουν σπουδαίο ενδιαφέρον, καθώς αναφέρονται σε επιδιορθώσεις ζημιών που προέκυπταν. Στις 29/2/1964 σημειώνεται: «Αποκατάστασις λειτουργίας αυτομάτου σβεσθέντος φανού» όταν από κακή λειτουργία του καυστήρα επικάθησε αιθάλη στο γυαλί του κλωβού του φωτιστικού, μειώνοντας τη φωτοβολία. Πραγματοποιήθηκαν επισκευή του καυστήρα και αντικατάσταση «υάλου», ενώ ακολούθησε παρακολούθηση ώστε να μην προκύψουν τα ίδια προβλήματα. Ανάλογη είναι και η αναφορά στις 9/1/1968 που κάνει λόγο πάλι για την επιδιόρθωση βλάβης, όταν ο φάρος έμεινε σβηστός από τις 21 έως τις 27/12/1967, ενώ σημειώνεται η αιτία: «Η σβέσις του ανωτέρω πυρσού προήλθε λόγο επικαθήσεως αιθάλης επί της κανδήλας και των υπαρχόντων μυιγών εντός του θαλάμου της κεφαλής». Στα τέλη του ίδιου χρόνου σε «φύλλον εγγράφου συνεργασίας» μεταξύ Υπηρεσίας Φάρων και Υδρογραφικής Υπηρεσίας καθορίζεται η κατηγορία του φάρου Σέσκλο: «Γνωρίζεται ότι ο αυτόματος ερυθρός πυρσός ακρωτηρίου Σέσκλο Βόλου τυγχάνει φάρος και ουχί φανός κατόπιν συμφώνου γνώμης Δ.Υ.Υ.» (28/12/1968).

***

Αλλη μία σημαντική αλλαγή πραγματοποιείται στον φάρο στις 11/4/1972 με την τοποθέτηση «σιδηρόπλεκτου οβελού επί τετραγωνικού θυλακίου» και αφαίρεση της προηγούμενης φαρικής κατασκευής του 1955, όταν έγινε η αυτοματοποίηση, που αποτελούνταν από «σιδηρούν πυργίον μετά στήλης». Πρόκειται για τον φάρο που υπάρχει έως σήμερα.

***

Οι φάροι πάντοτε περιστοιχίζονται από μια προσδιορισμένη ζώνη ασφαλείας – όταν δεν υπάρχει περίφραξη – στην οποία απαγορεύεται η πρόσβαση, γιατί θεωρείται ως στρατιωτική περιοχή. Ετσι στις 31/7/1975 ζητείται απαλλοτρίωση κάποιας έκτασης από το όμορο κτήμα (άλσος) Σέφελ, ακριβώς για τον λόγο αυτό, τη δημιουργία ζώνης ασφαλείας. Ηδη κατά τη διάνοιξη του δρόμου Πευκακίων – Αλυκών, περί το 1960, είχε καταστραφεί η οικία του φαροφύλακα που βρισκόταν ακριβώς στο σημείο απ’ όπου διέρχεται ο δρόμος και ο φάρος διαχωρίζεται από τον πευκώνα Σέφελ. Κατά τα τέλη της δεκαετίας του ΄70 υπάρχει αλληλογραφία ανάμεσα στην Υπηρεσία Φάρων και τη Διεύθυνση Δασών της Νομαρχίας Μαγνησίας για την υλοτομία μερικών πεύκων γύρω από τον φάρο σε ακτίνα 10 μέτρων, προκειμένου να δημιουργηθεί ζώνη πυροπροστασίας, επειδή ο φάρος λειτουργεί με φλόγα ασετιλίνης και παρουσιάζεται επικινδυνότητα πυρκαγιάς. Η απάντηση της αρμόδιας Υπηρεσίας είναι θετική (2/2 – 29/3 1979). Πάντως ακόμη και σήμερα βλέπουμε γύρω από τον φάρο ορισμένα καχεκτικά πευκάκια ριζωμένα στη βραχώδη πλαγιά.

***

Ο κίνδυνος πυρκαγιάς βέβαια έχει εκλείψει από το 1986, όταν ο φάρος μετετράπη σε ηλιακό με την τοποθέτηση φωτοβολταϊκών συλλεκτών, ενώ και το φωτιστικό σήμα έγινε αναλάμπον λευκό. Τούτο συνέβη επειδή τοποθετήθηκε ερυθρός αναλάμπων φανός στο νέο, εξωτερικό, από ασύμμετρους λίθους, κυματοθραύστη στην προέκταση του ακρωτηρίου Σέσκλο, οριοθετώντας μαζί με το πράσινο του λιμενοβραχίονα την είσοδο του λιμανιού. Η μετατροπή του φάρου Σέσκλο σε ηλιακό αποτελεί και την τελευταία σημαντική στιγμή στην πολύχρονη παρουσία του, όπως και η αλλαγή του σήματός του που προέκυψε από το διαφορετικό, καθαρά συμπληρωματικό ρόλο του πλέον. Από τα τέλη της δεκαετίας του ΄80 ώς το 2010 που πραγματοποιήθηκε η έρευνα στα αρχεία της Υ/Φ, τα έγγραφα που υπάρχουν στον οικείο φάκελο είναι τα συνήθη Δελτία Επιθεώρησης και Συντήρησης δίχως κάποιο ξεχωριστό ενδιαφέρον, όντας συνήθη υπηρεσιακά σημειώματα των περιοδικών ελέγχων.

ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΚΑΡΤΑΠΑΝΗΣ

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου