Η ανεργία και η «Συνεργασία»

η-ανεργία-και-η-συνεργασία-756139

Και για να ξεπεραστεί το πρόβλημα πρέπει οι επιχειρήσεις να μπορέσουν να μείνουν ανοιχτές και να διατηρήσουν τον ίδιο αριθμό θέσεων εργασίας.

Της Βάσως Κυριαζή

Παρά τη βελτίωση των πόρων του προγράμματος «Συνεργασία», οι επιχειρήσεις ακόμη παραμένουν επιφυλακτικές, ενώ δεν είναι λίγοι εκείνοι που εκτιμούν πως για να βγει το 2020 απαιτούνται ακόμη πιο σημαντικές παρεμβάσεις στην αγορά εργασίας.

Την ίδια ώρα τα στοιχεία για την ύφεση- ρεκόρ σε μεγάλες οικονομίες όπως της Αμερικής, αλλά και σ’ ολόκληρη την ευρωζώνη, επιβεβαιώνουν τις πιο δυσοίωνες προβλέψεις που είχαν γίνει στην έναρξη της πανδημίας. Και όπως είναι φυσικό σ’ ένα τέτοιο κλίμα οι φόβοι για έκρηξη οικονομικών προβλημάτων στην Ελλάδα αυξάνονται.

Παράλληλα, αυξάνονται οι ενδείξεις ότι η ύφεση στην ελληνική οικονομία κατά το β’ τρίμηνο θα είναι βαθιά και αναμένεται να αποτυπωθεί με διψήφιο ποσοστό, με τις εκτιμήσεις να δείχνουν πτώση του ΑΕΠ σε ποσοστό από 13% έως και 16% στο πιο ακραίο σενάριο. Η μείωση στον τζίρο αναμένεται μεγάλη για εκατοντάδες επιχειρήσεις, έχοντας μεγάλο αντίκτυπο στα κρατικά έσοδα, ακόμα και τον Ιούλιο που άνοιξε η οικονομία. Προβλέπεται να καταγραφεί κατακόρυφη πτώση της κατανάλωσης των νοικοκυριών, πτώση στο λιανικό εμπόριο, ενώ με αγωνία περιμένει το οικονομικό επιτελείο τον συνολικό απολογισμό των θερινών μηνών, όπου θα συμπεριληφθούν οι εισπράξεις από τον τουρισμό.

Και για να ξεπεραστεί το πρόβλημα πρέπει οι επιχειρήσεις να μπορέσουν να μείνουν ανοιχτές και να διατηρήσουν τον ίδιο αριθμό θέσεων εργασίας.

Καθώς η ζημιά που έχει υποστεί η οικονομία αλλά και η επιχειρηματικότητα είναι πολύ μεγαλύτερη των πρώτων -σχετικά πιο αισιόδοξων- εκτιμήσεων, όσα νέα μέτρα ανακοινώνονται είναι αναγκαία συνθήκη για να παραμείνουν όρθιες οι επιχειρήσεις.

Για να κλείσουν οι πληγές της πανδημίας εκτιμάται ότι θα χρειαστούν πάνω από πέντε χρόνια, με τον οίκο αξιολόγησης Fitch να προβλέπει ότι το παγκόσμιο ΑΕΠ το 2025 θα είναι 3-4 ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερο από τις εκτιμήσεις προ κρίσης, με τον χαμένο χρόνο δηλαδή να υπολογίζεται σε ένα κόστος περί τα 5 τρισ. δολάρια. Εν ολίγοις, οι μεγάλες οικονομίες δεν αναμένεται να έχουν ανακάμψει πλήρως από την πανδημία τα επόμενα πέντε χρόνια. Πόσο μάλλον οι μικρότερες, όπως η δική μας οικονομία, που χρειάζεται επειγόντως νέες ενέσεις για να μπορέσει να αντέξει τους κλυδωνισμούς, που από το Φθινόπωρο θα είναι ακόμη πιο έντονοι.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου