ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Προγγίδη Ελένη: Πράσινη Θάλασσα-ποιήματα και διηγήματα

προγγίδη-ελένη-πράσινη-θάλασσα-ποιήμ-935563

Του Β.Δ. Αναγνωστόπουλου, ομότιμου καθηγητή του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας

Ασχολούμαι με την κριτική του βιβλίου επί πολλά έτη, σχεδόν σε όλη τη σταδιοδρομία μου, και χαίρομαι πολύ, όταν ανακαλύπτω σε βιβλίο πρωτότυπη γραφή, πλούσια γλώσσα και ωραία αφήγηση, εντυπωσιακή θεματολογία και τεχνική, ηθογραφικές σκηνές και εικόνες, φαντασία και έμπνευση. Δεν θα έλεγα ότι μου συμβαίνει συχνά, γιατί ο ορίζοντας προσδοκιών είναι ατέρμονος και πάντα το ενδεχόμενο γεννάει το καλύτερο.

Αφορμή γι΄ αυτές τις σκέψεις μου είναι η πρόσφατη συλλογή με ποιήματα και διηγήματα της Ελένης Προγγίδη, για την οποία ελάχιστες σελίδες έχω διαβάσει και κυρίως από την Ανθολογία Θεσσαλών Συγγραφέων (εκδ. ΚΕΒΙΜΑΣΥ, 2019). Τίτλος του βιβλίου Πράσινη Θάλασσα, (Βόλος, εκδ. ΗΒΗ, σελ.140), «αφιερωμένο στον μέντορά μου Πέτρο Κυπριωτέλη», στον οποίο οφείλεται, καθώς σημειώνει η συγγραφέας, και ο τίτλος της συλλογής.

Η Ελένη Προγγίδη, γεννημένη στην Τσαγκαράδα, μετά τις σπουδές της εργάστηκε στον Ελληνικό Οργανισμό Τουρισμού Αθήνα και Βόλο. Στα Γράμματα εμφανίστηκε το 1978 με το βραβευμένο διήγημα «Στο Λημέρι της Γκιώνας» και με τον ίδιο τίτλο κυκλοφόρησε το 1980 το πρώτο της βιβλίο. Ακολούθως το 1982 κυκλοφόρησαν τα ηθογραφικά διηγήματα «Τα 15 χρόνια και τα 15 λεπτά» και το 1992 η πρώτη ποιητική της συλλογή «Μικρά παράθυρα στο φως». Παράλληλα έχει δημοσιεύσει ποιήματα και δοκίμια στην εφημερίδα Ταχυδρόμος κ.ά.

Η Πράσινη Θάλασσα περιλαμβάνει τρεις ενότητες και κάθε ενότητα περιέχει και ποιήματα και πεζογραφήματα. Τα ποιήματα με το Προ-λόγου συνολικά φτάνουν τα 60 (6+20+33), ενώ τα διηγήματα τα 9 (5+1+3), αλλά σε διπλάσια έκταση. Οπως και να ΄χει το πράγμα, σημασία έχει η ποιότητα της γραφής, τόσο του έμμετρου λόγου όσο κα του πεζού. Και στις δύο μορφές λόγου είναι εμφανής η λογοτεχνική ποιότητα, η εμπειρία, ο χειρισμός της γλώσσας, το αισθητικό αποτέλεσμα. Χρονολογικά τα ποιήματα γράφονται από το 1976 ως τις ημέρες μας, με μια ευρυγώνια ματιά που αγκαλιάζει θεματικά το υποκείμενο, τα φυσικά φαινόμενα και αντικείμενα, τα δέντρα, τα πουλιά και τα λουλούδια, τις εποχές και το χρόνο, τον εσωτερικό στοχασμό και τον διάλογο με τον άνθρωπο και τη φύση: «Κάναμε μια πρόσκαιρη ανακωχή οι δυο μας, Άνοιξη./ Εσύ για τους ανάνθιστους Απρίληδες που μου/ χρωστάς./ Κι εγώ για τα στεφάνια που δεν σου΄ πλεξα…» (Ανακωχή, σ.16).

Μάς προϊδεάζει για τη λειτουργία της ποίησης, αφού «Ποιητές μπορεί να είναι όλοι…/΄Ολοι χωράμε σ΄ αυτή./ Γιατί η Ποίηση υπάρχει για να τη νιώθεις/ κι όχι απαραίτητα να την καταλαβαίνεις.» (Προ-λόγου, σ.11). Η δεύτερη ενότητα «ΘΑΛΑΣΣΑ» είναι ομοθεματική σε ποίηση και πεζογραφία. Από τα 20 θαλασσινά ποιήματα ξεχωρίζουν Η ΕΛΙΣΣΩ (Σ.65), ΣΕΒΑΧ (σ.71), ΤΟΥ ΛΙΜΑΝΙΟΥ ΟΙ ΚΑΦΕΝΕΔΕΣ (Σ.75), ΣΤΟΝ ΝΙΚΟ ΚΑΒΒΑΔΙΑ (σ.77). Στην τρίτη ενότητα έχουμε μια ποικιλία προσωπικών σκέψεων και ονείρων, ευχών και βιωμάτων, διάλογο με τον βαθύτερο εαυτό και την γύρω πλάση, σε α΄και β΄ ενικό πρόσωπο (ως επί το πλείστον):« Εγώ θα φύγω. Όμως εδώ θα ζουν οι στοχασμοί μου/ και θα χορεύουν άγρυπνοι απάνω/ απ΄ τους καθρέφτες οι ίσκιοι μου,…» (ΘΑ ΦΥΓΩ,σ.102), «Πως να χωρέσει ένας Έρωτας/ απέραντος, αέναος, αιώνιος/ σε μια τόση δα μικρούλα ζωή; …» (ΠΩΣ, σ.113), «Τι κρίμα/ που σπατάλησα στιγμές,/ φυλακίζοντας στις λέξεις την Αγάπη/ κι ύστερα την άφησα έκθετη σε κρύες σελίδες/ ανάμεσα σε τελείες και κόμματα/ θαυμαστικά, ψιλές και δασείες…» (ΚΡΙΜΑ,σ.118).

Γενικά, η ποίηση της Προγγίδου είναι βιωματική, στοχαστική και κοινωνική, και μάλλον ελεύθερη από στιχουργικές δεσμεύσεις, με εξαιρετικές μεταφορές και εικόνες : «Δε χιονίζει πια…/ Κρίμα, που προσδοκούσαμε λευκές μέρες/ πάνω στις καπνισμένες ελπίδες μας,/ στα μαυρισμένα τοπία του πολέμου,/ εκεί που ηχούν οι σάλπιγγες;…» ( ΙΤΕ…,σ.103).

Τα διηγήματα της συλλογής ανήκουν στην κατηγορία της ηθογραφίας, απεικονίζουν δηλαδή τη ζωή στο χωριό με τα καλά και τα κακά, τα σοβαρά και τα ευτράπελα, με λαϊκούς χαρακτήρες, με λαογραφικές σκηνές, τα ήθη και έθιμα, τοπικές παραδόσεις, συνήθειες και νοοτροπίες κ.ά. Η ηθογραφική διηγηματογραφία ξεκινάει με τη λογοτεχνική γενιά του 1880 και φτάνει ως τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αι. Είναι ελληνικό φαινόμενο συνδεόμενο με την ελληνική ύπαιθρο και το χωριό, με εκπροσώπους μεγάλα αναστήματα, όπως ο Βιζυηνός, ο Δροσίνης, ο Μητσάκης, ο Παπαδιαμάντης, ο Καρκαβίτσας, ο Ξενόπουλος, ο Βλαχογιάννης κ.ά.

Η Προγγίδου στα διηγήματά της ακολουθεί την ηθογραφική παράδοση με πολλή επιτυχία ζωντανεύοντας σκηνές του χωριού, βασισμένες σε προσωπικά βιώματα και εμπειρίες. Ιδιαίτερα ζωγραφίζονται οι χαρακτήρες όπως η αμίμητη θεια Μαριώ Ζορμπαδίνα [με τα ποιητικά της αποφθέγματα : «τι κάθουμι, τι κάθουμι κι ξύνου τα κουλιά μου, δεν πάου να μάσου λάχανα να φάει η φαμελιά μου!»], ο θείος Γιώργης, η θεία Ειρήνη, ο μπάρμπα Κωνσταντής, ο παπά Δημήτρης του χωριού, η γριά Αφροδή κ.ά.

Η χρήση της ντοπιολαλιάς δημιουργεί κάποτε και τα ευτράπελα: «Καλημέρα εβλοημένη» την καλημέρισε, «άντε καλόν φτούρο, αλλά σάμπως αραιά-αραιά βλέπω τα βάνεις τα σπόρια!». «Καλή ώρα παπά μ΄» τον αντιχαιρέτησε, «σπολάτ΄σ΄. Τα βάνω αραιά, γιατί άμα θεριέψ΄νι απάν΄τσ΄κλάρις, καλ΄βών΄νι!». Τι το ΄θελε η έρμη και το ΄πε; Αγρίεψε το μάτι του παπά. «Τι είπις μαρή; Παλιοπτάνα τ΄κιαρατά; Τι είπις τρισκατάρατη; Καβλών΄νι είπις; Δεν ντρέπισι ντιπ, ου να μου χαθείς! Να ΄ρθεις το δίχως άλλο να σε ξομολογήσω!!!» (ΣΑΛΟΣ ΠΑΠΑΣ, σ.53).

Οι εικόνες από τη ζωή του χωριού : «Φορτώνανε [στο γαϊδαράκο] τις κότες μέσα στα τσουβάλια, την τζάρα με το τυρί και το γάρο-η θεία μου πάντα ήθελε να πάρει το κατιτίς της, τσιτσίραφα τουρσί, ελιές, ψωμί ζυμωμένο απ΄τα χεράκια της, ό,τι φαγώσιμο είχε περισσέψει-μη πάει χαμένο-. Απ΄ τα κοτσάκια του σαμαριού δεμένη κι η κατσίκα- με το σερνικό όνομα Τσουτσουμπές- κι η προβατίνα – και τα δυο τα ζωντανά σε προχωρημένη γκαστριά- και τα έφερνε στο σπίτι μας» (Ο «ΑΓΙΟΣ» ΘΕΙΟΣ,σ.35).

Σκηνές, επίσης, από γλέντια και χορούς, με φαγοπότι, με τα καλούδια της γης: «Πίτες, σαρμάδες, τυριά, σαλάτες, πετεινάρια γεμιστά, ένα αρνί που το φυλάγανε για τούτη τη μέρα, κρασιά, τσίπρα, ελιές, τσιτσίραφα…» (ό.π.σ.54).

Είναι αλήθεια ότι ο αναγνώστης θα χαρεί ιδιαίτερα αυτά τα διηγήματα με το ρεαλισμό, την απλότητα και την αθωότητα των ηρώων τους, με τις ασχολίες και τις ευαισθησίες των κατοίκων, αφού ζωντανεύουν σε όλους, πιο πολύ βέβαια σε όσους έχουν ζήσει σε χωριό, μνήμες παιδικές και βιώματα ανάλογα.

Η Ελένη Προγγίδη με την Πράσινη Θάλασσα μάς κερνάει διπλό κέρασμα, σε μια συσκευασία : ποίηση και πεζογραφία. Και την ευχαριστούμε πολύ!

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου