ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Ενας ήρωας της Νέας Ιωνίας

ενας-ήρωας-της-νέας-ιωνίας-91188

Ο Κωνσταντίνος Νταγρές ήταν ο πρώτος νεκρός στον πόλεμο της Κορέας

Ο νεαρός Κωνσταντίνος Νταγρές ήταν ο ένας γιος του Μιχάλη από τα Βουρλά και της Μαρίας, ο άλλος ήταν ο Γιώργος και έμενε στα προσφυγικά της γωνίας Καισαρείας-Δορυλαίου. Δύσκολα τα χρόνια για όλους και ιδιαίτερα για τους κατοίκους του φτωχού συνοικισμού. Τα απομεινάρια του εμφυλίου δεν είχαν σβήσει ολότελα και οι οικογένειες αναζητούσαν διεξόδους αποκατάστασης. Και ο Κωνσταντίνος πήρε τη μεγάλη απόφαση να πάει μισθοφόρος, υπηρετούσε ήδη από το 1949 και είχε πάρει μέρος στις μάχες του Βίτσι και Γράμμου τιμηθείς για τη γενναιότητά του με τον Πολεμικό Σταυρό. Έτσι μόλις γύρισε ο αδελφός του από την εξορία, σε ηλικία 24 χρόνων, κατατάχθηκε στο σώμα εθελοντών.

Η αποστολή των Ελλήνων σε έναν πόλεμο τόσο μακρινό προκάλεσε αρνητικές αντιδράσεις στην ελληνική κοινωνία. Οι ετοιμοπόλεμοι όμως αξιωματικοί και στρατιώτες είχαν αποκτήσει την εμπειρία τους στον εμφύλιο πόλεμο. Και πήγαν στην Κορέα γιατί η ελληνική κυβέρνηση έπρεπε να ανταποδώσει στην Αμερική τη βοήθεια της για την εξόντωση των κομμουνιστών. Ουσιαστικά η Ελλάδα δεν είχε άλλη επιλογή από το να στείλει στρατεύματα. Έστειλε ένα τάγμα πεζικού και ένα σμήνος αεροπορίας που αποτελούνταν από 2.000 στρατιώτες, εκ των οποίων, οι περισσότεροι ήταν εθελοντές. Αλλά όχι όλοι. Ανάμεσα τους βρισκόταν και ιερείς, οι οποίοι ζήτησαν να ακολουθήσουν τους Έλληνες στρατιώτες στο μέτωπο της Κορέας. Και έφυγαν οι πρώτοι στρατιώτες και έφυγε και ο Κωνσταντίνος με έναν ακόμη βολιώτη, τον Αποστόλη τον Μπράνο με το πρώτο τάγμα του Εκστρατευτικού Σώματος.

Εκπαιδεύτηκαν στην περιοχή της Λαμίας, στις 14 Νοεμβρίου έγινε τελετή μπροστά στο μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη όπου ο βασιλιάς Παύλος παρέδωσε τη στρατιωτική σημαία στον διοικητή του εκστρατευτικού σώματος ταγματάρχη Δ. Αρμπούζη –μετέπειτα πρώτο αρχηγός ΓΕΕΘΑ της μεταπολίτευσης- και την επομένη, στις 15 Νοεμβρίου 1950 επιβιβάστηκαν στο αμερικανικό οπλιταγωγό «Τζένεραλ Χαν» με προορισμό την Κορέα. Μετά από 24 ημέρες έφτασαν στο λιμάνι Πουσάν. Όταν κατέβηκαν από το πλοίο αντίκρισαν ένα χιονισμένο τοπίο. Εκτός από τον εχθρό έπρεπε να αντιμετωπίσουν και τις δύσκολες καιρικές συνθήκες, με τις θερμοκρασίες να φτάνουν στους -20 βαθμούς Κελσίου.

Από τις 18 Δεκεμβρίου 1950 το ελληνικό τάγμα διεξήγαγε σημαντικές αμυντικές και επιθετικές επιχειρήσεις, ενταγμένες στα γενικότερα συμμαχικά σχέδια.

Οι ευχές και η αγάπη του κόσμου περιέβαλε τους Έλληνες μαχητές, οι οποίοι για πρώτη φορά έδιναν έναν ηρωικό αγώνα τόσο μακριά από την πατρίδα τους. Ο ελληνικός τύπος εξήρε τη γενναιοψυχία του ελληνικού στρατεύματος, καθώς αυτό αποδεικνυόταν αντάξιο της πολεμικής του ιστορίας.

Οι Ελληνες στρατιώτες συμμετείχαν σε πολλές συγκρούσεις, κάποιες μάλιστα υπήρξαν ιδιαίτερα σκληρές και αιματηρές, σε περιοχές άγνωστες, κάτω από ιδιόμορφες κλιματολογικές συνθήκες και απέναντι σε έναν πολυπληθέστερο εχθρό. Κίτρινοι και λευκοί συγκρούονταν με λυσσώδες πείσμα. Οι Κινέζοι χρησιμοποιούσαν πτώματα ως προχώματα κατά των συμμαχικών αντεπιθέσεων. Ο αγώνας τους όμως δεν συμβάδιζε με τη θέληση της μοίρας και της τύχης. Χαρακώματα ολόκληρα με πολυβόλα και άλλα οχυρά αντιστάσεως ήταν γεμάτα από νεκρούς που κάηκαν από φλογοβόλα. Η «πένθιμη κοιλάδα» του Ιντζούν γέμισε πτώματα διαμελισμένα, άρματα μάχης κατεστραμμένα με τα πληρώματά τους νεκρά. Στοίβαζαν τους νεκρούς τους τον έναν πάνω στον άλλο σε σχήμα τετραγώνου και μέσα τοποθετούσαν πολυβόλα.

Ομως οι ανθρωποπαγίδες και οι νάρκες σκορπούσαν τον όλεθρο στους συμμάχους. Ο Κωνσταντίνος μετέδιδε με επιστολές στους δικούς του από την Κορέα τον άδολο πατριωτικό ενθουσιασμό του.

Στο τελευταίο του γράμμα από τη Σεούλ, έγραφε στους δικούς του ότι τον Αύγουστο επρόκειτο να επιστρέψει στον Βόλο.

Είχαν περάσει αρκετοί μήνες και ο ήρωας Κων/νος ετοιμαζόταν να επιστρέψει στην Ελλάδα και να αντικατασταθεί από νέο σώμα επιλέκτων στρατιωτών οι οποίοι ετοιμάζονταν να φτάσουν στις 23 Αυγούστου 1951. Ομως δεν τα κατάφερε να γυρίσει. Οχι γιατί πληγώθηκε στη μάχη, όχι γιατί δεν επέδειξε ανδρεία, αλλά γιατί η μοίρα του έπλεξε τραγικό τέλος.

Η Ελλάδα χρειάστηκε και τη δική του θυσία για να λαμπρύνει περισσότερο τη δόξα της. «Εφονεύθη εκ νάρκης κάπου εις την Κορέαν».

Σκοτώθηκε στις 24 Μαΐου 1951, από αυτό που φοβούνταν οι στρατιώτες, τις ανθρωποπαγίδες και τις νάρκες. Πάτησε νάρκη και διαμελίστηκε. Ηταν μόνον 24 χρόνων. Ο θάνατός του αναγγέλθηκε επισήμως στους δικούς του στις 7 Ιουνίου 1951, περίπου 15 μέρες αργότερα και στις 10 Ιουνίου δημοσιεύτηκε στον τοπικό Τύπο σχόλιο και φωτογραφία του Κωνσταντίνου Νταγρέ. Ηταν ο πρώτος νεκρός του πολέμου.

Το δυσάρεστο άγγελμα λύπησε γνωστούς και φίλους της οικογένειας, γιατί ο Κωνσταντίνος ήταν εύθυμος χαρακτήρας, εργατικός και τίμιος.

Γονείς και αδέλφια βυθίστηκαν στο πένθος αλλά γέμισαν και εθνική υπερηφάνεια, σύμφωνα με το δημοσίευμα. «Ο πατέρας του με δακρυσμένα μάτια, αλλά ψηλά το κεφάλι, έλεγε: Ηταν πρόθυμος για την Πατρίδα και για την Πατρίδα χάθηκε… Και η μητέρα του προσέθετε

«Ας πάη χαλάλι…!

Την 1 Ιουλίου του 1951 ο Σύνδεσμος Φίλων του Στρατού Βόλου τέλεσε αρχιερατικό μνημόσυνο «υπέρ αναπαύσεως της ψυχής του εν Κορέα ηρωικώς πεσόντος στρατιώτου ΚΩΝ/ΝΟΥ Μ. ΝΤΑΓΡΕ»

στη μισοφτιαγμένη ακόμη Ευαγγελίστρια της Νέας Ιωνίας.

Παράδοση της ελληνικής σημαίας στο τάγμα της Κορέας

Κάτοικος της Νέας Ιωνίας βεβαίωσε πως δεν υπήρχε τότε ούτε Αγία Τράπεζα στον ναό και έστησαν πρόχειρα μια εξέδρα για τη λειτουργία. Ηταν μια ξεχωριστή λειτουργία με την παρουσία των επισήμων του νομάρχη, του δημάρχου Νέας Ιωνίας Μιχάλη Τίκογλου και του δήμου Βόλου, του ταξίαρχου, του λιμενάρχη, των εκπροσώπων του Συνδέσμου Φίλων του Στρατού και του πλήθους που είχε συγκεντρωθεί στο προαύλιο. Ειπώθηκε πως κάποια στιγμή μέσα σε κείνη τη θλιβερή ατμόσφαιρα, οι 4 μαυροφορεμένες γυναίκες η μάνα και οι αδελφές, που στέκονταν καταρρακωμένες, ξέσπασαν. Ούρλιαζαν από τον πόνο και ξεστόμιζαν φοβερές κατάρες σ’ αυτούς που έστειλαν τα παιδιά τους στον πόλεμο της Κορέας. Μεσολάβησαν αμέσως συγγενείς, τις έβγαλαν έξω, τα πράγματα ηρέμησαν και το μνημόσυνο τελείωσε σεμνά και ταπεινά με απλούς συγκινητικούς επικήδειους που εκφώνησαν ο υπίλαρχος Ν. Ξανθάκης και εκ μέρους των κατοίκων της Νέας Ιωνίας ο Ιωάννης Βρακίδης (Βορακίδης έγραφε η εφημερίδα). Ηταν μια ιδιαίτερη, μια ξεχωριστή μέρα για τη Νέα Ιωνία και για τον ΗΡΩΑ ΤΗΣ. Ηταν ο πόνος και η θλίψη που έσφιγγε τις καρδιές των κατοίκων της και τις βούβαινε. Και στο τέλος του μνημόσυνου έμεινε η μάνα με τα άλλα παιδιά της βουτηγμένη στη σιωπή.

Το σώμα του νεαρού Κωνσταντίνου δεν ήρθε παρά μόνο τέσσερα χρόνια αργότερα στις 4 Μαρτίου 1955 με τους 187 νεκρούς.

Χαρακτηριστικά ειπώθηκε από κάποιον Kορεάτη στρατιωτικό το εξής: Γνώριζε ότι η Ελλάδα είχε 187 κατοικημένα νησιά, επειδή τα βιβλία της ιστορίας του γυμνασίου έγραφαν ότι η Ελλάδα έχασε 187 νεκρούς στρατιώτες στον πόλεμο της Κορέας, ακριβώς τον αριθμό των κατοικημένων νησιών (σύμφωνα με άλλη πηγή 172).

Οι σοροί των νεκρών του στρατού που έπεσαν στα πεδία των μαχών της Κορέας και των δώδεκα φονευθέντων της Αεροπορίας, ενταφιάστηκαν αρχικά στο Διασυμμαχικό νεκροταφείο των Ηνωμένων Εθνών στο Πουσάν της Κορέας.

Ο Κωνσταντίνος Νταγρές από τη Νέα Ιωνία συμμετείχε στον πόλεμο της Κορέας

Η επιθυμία της ελληνικής κυβέρνησης ήταν να επιστρέψουν οι σοροί των

Ελλήνων πολεμιστών στην Ελλάδα. Για το λόγο αυτό δόθηκε εντολή στη διοίκηση του ΕκΣΕ να φροντίσει για την εκταφή και να προετοιμάσει τα λείψανα σε φέρετρα, ώστε να μεταφερθούν με το πλοίο που θα επέστεφε και το τμήμα επαναπατρισμού του ΕκΣΕ από την Κορέα στην Ελλάδα. Κατά την προετοιμασία της διακομιδής των λειψάνων στην Ελλάδα τον Σεπτέμβριο του 1954, δεν βρέθηκαν οι σοροί στο ελληνικό νεκροταφείο του Πουσάν των δεκατεσσάρων (14) φονευθέντων (δύο αξιωματικών και δώδεκα οπλιτών) κατά τη διάρκεια των μαχών του ελληνικού λόχου στο ύψωμα Μεγάλο Νόρι. Η διοίκηση του Ελληνικού συντάγματος, με έδρα την Κορέα, ζήτησε να πληροφορηθεί από τον Έλληνα σύνδεσμο στο Τόκυο, εάν γνώριζε που βρίσκονταν ενταφιασμένοι οι σοροί των φονευθέντων στο ύψωμα Μεγάλο Νόρι, εάν ενταφιάστηκαν πάνω στο ύψωμα ή σε κάποιο άλλο νεκροταφείο.

Η απάντηση που έλαβε τον Νοέμβριο του 1954 η διοίκηση του ΕκΣΕ από το γραφείο του συνδέσμου στο Τόκυο ανέφερε ότι δεν υπήρχαν ενταφιασμένοι νεκροί σε άλλα κοιμητήρια ούτε και σε αυτό του Πουσάν. Οι νεκροί του Μεγάλου Νόρι, που έπεσαν ηρωικώς μαχόμενοι

κατά την εκτέλεση του καθήκοντος, δεν βρέθηκαν και παρέμειναν θαμμένοι στο ύψωμα κάτω από τόνους χώματος και πυρομαχικών, τα οποία έπεσαν κατά την διάρκεια της μάχης.

Στις 30 Ιανουαρίου 1955 έγινε επιμνημόσυνος δέηση στο πεδίον ασκήσεων του ελληνικού συντάγματος στην Κορέα για την ανακομιδή των λειψάνων των πεσόντων στον πόλεμο της Κορέας αξιωματικών και οπλιτών του ΕκΣΕ. Η αποστολή των 172 φέρετρων των στρατιωτικών, εκτός των δεκατεσσάρων (14) πεσόντων του Μεγάλου

Νόρι που δεν βρέθηκαν, προγραμματιζόταν να γίνει στις 2 Φεβρουαρίου 1955 με το πλοίο που μετέφερε την αποστολή επαναπατρισμού τμήματος του ΕκΣΕ από το Πουσάν της Κορέας. Η αναχώρηση των φέρετρων τους έγινε στις 5 Φεβρουαρίου 1955 από το λιμάνι Μόντζι Χο της Ιαπωνίας μετά την απόδοση των τιμών από το στρατό, την Εκκλησία και τιμητικά αποσπάσματα των Συμμάχων. Η αναμενόμενη άφιξη τους στην Ελλάδα υπολογιζόταν για τις 4 Μαρτίου 1955 στην ακτή Βασιλειάδη του Πειραιά.

Τα 172 φέρετρα των νεκρών επέστρεψαν στην Ελλάδα, στις 4 Μαρτίου 1955, κατά άλλους στις 15 Μαρτίου 1955.

Στην πλατεία Κοραή πραγματοποιήθηκε επίσημη τελετή υποδοχής από τον ελληνικό λαό. Μαζί τους επέστρεψαν και τα οστά των συντρόφων τους, που έχασαν τη ζωή τους στον πόλεμο. Μεταφέρθηκαν με το αμερικανικό πολεμικό πλοίο Uss General R M Blatchford από τη Νότιο Κορέα σε μεταλλικά κουτιά, τυλιγμένα στην ελληνική σημαία.

Μάνες, αδελφές, σύζυγοι περίμεναν όλες εκεί. Άλλες βουβές και άλλες έτοιμες να καταρρεύσουν. Και ανάμεσά τους οι αδελφές του Γιώργου με απροσδόκητη ψυχραιμία και δύναμη ψυχής.

Ανάμεσα στους επισήμους ήταν ο βασιλιάς Παύλος και ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Παναγιώτης Κανελλόπουλος. Μετά από την επιμνημόσυνη δέηση τα φέρετρα των οπλιτών μεταφέρθηκαν με πομπή στρατιωτών στο Γ’ Νεκροταφείο της Κοκκινιάς και των αξιωματικών στο Α’ Νεκροταφείο της Αθήνας…

Συνεχίζεται…

Της Βασιλείας Γιασιράνη – Κυρίτση

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου