ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Βασίλης Καϊλας: Περιουσία μου η αγάπη του κόσμου

βασίλης-καϊλας-περιουσία-μου-η-αγάπη-τ-784894

Το παιδί – θαύμα του ελληνικού σινεμά ξεδιπλώνει πτυχές της ζωής του στον ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ με αφορμή την εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στη Δράκεια προς τιμήν του

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ στη ΓΛΥΚΕΡΙΑ ΥΔΡΑΙΟΥ

Σύμβολο μιας ολόκληρης εποχής ο Βασίλης Καΐλας, συγκαταλέγεται στα παιδιά – θαύματα του ελληνικού κινηματογράφου, που σφράγισαν με την παρουσία τους το κινηματογραφικό και θεατρικό πεδίο. Ο ταλαντούχος ηθοποιός, στα 63 του χρόνια, μετράει με συγκίνηση τα πλάνα της ζωής του, ξεδιπλώνοντας στον ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ άγνωστα στιγμιότυπα μιας αξέχαστης εποχής. Ο πρωταγωνιστής της κινηματογραφικής ταινίας «Στο δάσκαλό μας με αγάπη» επέστρεψε με συγκίνηση στη Δράκεια, την περιοχή όπου πραγματοποιήθηκαν τα γυρίσματα της ταινίας, για να μοιραστεί με τους ντόπιους αναμνήσεις της εφηβείας. Ιδιαίτερα συγκινητική ήταν για τον ίδιο η απόδοση τιμής στο πρόσωπό του, εις ένδειξη αναγνώρισης στην μακρόχρονη καλλιτεχνική προσφορά του. Ο αγαπημένος ηθοποιός «δάνεισε» πολλές φορές τη φωνή του σε μεταγλωττισμένες παραγωγές και σήμερα, ζει μια ήρεμη οικογενειακή ζωή, με τη σύζυγό του Αννα και την κόρη του Μαριαλένα και δέχεται με την ίδια πάντα συγκίνηση την αγάπη του κόσμου, που είναι η περιουσία του, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά.

-Σύμβολο μιας ολόκληρης εποχής η φιγούρα του Βασίλη Καΐλα…

«Εκείνο που με ενδιαφέρει περισσότερο, είναι να ακούω θετικά λόγια από τους ανθρώπους, κυρίως για τον άνθρωπο Βασίλη Καΐλα. Το ότι υπήρξα ηθοποιός, πιθανόν να είναι μια συγκυρία της εποχής, της τύχης, ένα παιδί σε ηλικία 4 ετών που ξεκίνησε να έχει συμμετοχή στον κινηματογράφο. Σας μιλάω μέσα από την ψυχή μου, ότι δεν μου άρεσε, ακόμη και σήμερα, να μου λένε «συγχαρητήρια γι’ αυτό που κάνατε». Δεν πιστεύω ότι έκανα κάτι ιδιαίτερο. Απλώς συμμετείχα στον ελληνικό κινηματογράφο και το θέατρο. Αν με αγάπησε ο κόσμος, ξέρει εκείνος γιατί. Εγώ δεν μπορώ να το κρίνω. Δεν έχω κάνει κάποιο σπουδαίο επίτευγμα. Είμαι ένας άνθρωπος απλά, που κατάφερε να προσφέρει τις υπηρεσίες του στον Ελληνικό κινηματογράφο και το θέατρο».

-Πόσο δύσκολο ήταν, ωστόσο, για ένα παιδί να διαχειριστεί αυτή τη δημοσιότητα και να συνεχίσει ως ενήλικος πλέον την καριέρα του;

«Αυτή είναι μια πολύ δύσκολη ερώτηση, γιατί τα παιδικά χρόνια δεν παύουν να είναι παιδικά χρόνια για οποιοδήποτε παιδί. Που σημαίνει ότι στερήθηκα το παιχνίδι, στερήθηκα πράγματα που θα μπορούσε να κάνει ένα παιδί και από την άλλη, κέρδισα, ωστόσο, από άποψη ωριμότητας, σκέψης, αγάπης, συμπεριφοράς, που πιθανόν να μην μπορούσε να έχει ένα παιδί. Υπάρχουν δύο μέτρα και δύο σταθμά, λοιπόν, σε αυτή την ιστορία. Υπάρχουν τα θετικά, υπάρχουν και τα αρνητικά. Σήμερα στα 63 μου χρόνια, αν δω παιδιά να παίζουν μπάλα, μπορεί να πάω να παίξω μαζί τους, όσο αντέξουν τα πόδια μου. Το κάνω, γιατί αυτό νιώθω, ίσως γιατί μου έχει λείψει πολύ το παιχνίδι, αλλά φρόντιζα και στις ταινίες που έκανα και στο θέατρο, ανά πάσα στιγμή και ώρα, τον ελεύθερο χρόνο που είχα, να τον αφιερώνω στο παιχνίδι».

-Τι κρατάτε από εκείνη την εποχή και τις συνεργασίες σας με θρυλικά ονόματα;

«Εκείνο που κρατάω, ήταν η αγάπη τους στο πρόσωπό μου. Ολοι τους με έβλεπαν σαν το δικό τους παιδί. Δεν ξέρω γιατί, ήταν αυτό που ενέπνεα εγώ, ήταν αυτό που αισθανόντουσαν εκείνοι για μένα, δεν μπορώ να το εξηγήσω. Αλλά δεν έχω κάτι το αρνητικό από κανέναν. Ολα ήταν θετικά, τουλάχιστον στα παιδικά μου χρόνια. Τι να πρωτοθυμηθώ, τον Παντελή το Ζερβό, που ο πατέρας μου με έβαζε να κοιμηθώ το μεσημέρι κι εγώ το έσκαγα από το παράθυρο μόλις τον έπαιρνε ο ύπνος, για να παίξω με τα άλλα παιδιά, κάνοντας αγώνες με γαϊδουράκια, όταν γυρίζονταν η «Μανταλένα». Ξύπναγε ο πατέρας μου, δεν με έβρισκε και έψαχνε να με βρει και με έπαιρνε να με πάει στο μόλο να με μαλώσει και του έλεγε ο Ζερβός «μην τυχόν αγγίξεις το παιδί, σ’ έφαγα». Η Αλίκη μου φέρθηκε επίσης πολύ καλά, η Ελλη Λαμπέτη ήταν για μένα η πριγκίπισσα του παραμυθιού, ο Χορν μια ψυχούλα. Εχω τις ωραιότερες αναμνήσεις, γιατί όλοι με περιέβαλαν πραγματικά με αγάπη, από τον τελευταίο τεχνικό μέχρι το σκηνοθέτη, τον ηχολήπτη, όποιον μπορείτε να φανταστείτε».

-Οταν πλέον ενηλικιωθήκατε, ήταν εύκολη ή δύσκολη η διαδρομή σας στο συγκεκριμένο χώρο;

«Εκανα πολύ μεγάλο αγώνα για να πείσω τον εαυτό μου ότι έπρεπε να ακολουθήσω αυτό το χώρο και δεν λέω αυτό το επάγγελμα, λέω το χώρο, γιατί ήμουν κακομαθημένος. Είχα μάθει να ζω μέσα σε ένα άλλο περιβάλλον, με μια άλλου είδους νοοτροπία και στο θέατρο και στον κινηματογράφο και όταν πήγα στη δραματική σχολή, αφού υπηρέτησα το Ναυτικό, βγήκα σε ένα χώρο πρωτόγνωρο για μένα. Σε αυτό το χρονικό διάστημα, είχαν αλλάξει πάρα πολλά και πραγματικά έκανα πολύ μεγάλο αγώνα να πείσω τον εαυτό μου, ότι δεν πρέπει να πετάξω την ιστορία μου. Το λεύκωμα με τίτλο «Βασίλης Καΐλας – ένα παιδί μετράει τα πλάνα» δεν είναι γραμμένο απ’ το Βασίλη τον Καΐλα, είναι γραμμένο με τα μάτια του Βασιλάκη του Καΐλα. Μπορεί να γράφτηκε τώρα, αλλά έχει παρελθόν».

-Ηταν ευχάριστο ξάφνιασμα για σας η τιμητική πρόσκληση που δεχτήκατε από τον Πολιτιστικό Σύλλογο «Δράκεια», και τοπικούς φορείς, προκειμένου να επισκεφτείτε την περιοχή όπου γυρίστηκε, πολλά χρόνια πριν, η ταινία «Στο δάσκαλό μας με αγάπη»;

Πέρα από την πρόσκληση, αυτό που είπα και στα παιδιά, τα μέλη του Συλλόγου, είναι ότι τους ευχαριστώ πάρα πολύ, γιατί αυτή είναι η περιουσία μου, η αγάπη του κόσμου. Δεν υπάρχει μεγαλύτερο δώρο από την ψυχούλα τους που μιλάει και την ψυχή μου, που ανταποκρίθηκε στο κάλεσμά τους. Η περιοχή της Δράκειας μου ξυπνάει μνήμες εφηβικές, το παιχνίδι, τους ανθρώπους που ήρθα μαζί τους σε επαφή την εποχή εκείνη, που όλοι είμαστε μια οικογένεια. Μου θυμίζει την αγάπη τους, τη φιλοξενία τους, την ανάγκη τους για πολιτισμό, που μπορεί να μην το είχαν συνειδητοποιήσει ότι παράγουν πολιτισμό και σήμερα επιβεβαιώνεται στην προσπάθεια αυτών των παιδιών, που είναι πραγματικά αξιέπαινα».

-Μετά από πενήντα πέντε χρόνια καλλιτεχνικής πορείας, η φιγούρα του μικρού λουστράκου, ζωντανεύει, άραγε, σήμερα τριγύρω μας, σε εποχές κρίσης;

«Μικρούς λουστράκους δεν θα δεις σήμερα, γιατί δεν έχουν τη δυνατότητα ούτε κασελάκι να έχουν. Τότε είχε τη δυνατότητα ο μικρός λουστράκος, ο οποίος μεγάλωσε και πήγε στο Πανεπιστήμιο και γυάλιζε παπούτσια μέχρι και που τον έδιωξαν. Μιλάω για το Δημήτρη Παπαμιχαήλ που έκανε το λούστρο σε μεγάλη ηλικία κι εγώ ως παιδί, στην αντίστοιχη ταινία. Σήμερα βλέπεις ανθρώπους να πηγαίνουν στους ντενεκέδες των σκουπιδιών να αναζητούν τροφή, γιατί ο λούστρος τότε είχε αξία. Σήμερα δεν έχει ούτε αυτό. Επρεπε να είχαν τεθεί παλαιότερα οι βάσεις για να ζούμε σήμερα αξιοπρεπώς, γιατί αυτή τη στιγμή πληρώνουμε τα λάθη του παρελθόντος και είναι μια αλυσίδα, η οποία συνεχίζεται και εύχομαι μέσα από την καρδιά μου και την ψυχή μου, κάποια στιγμή να υπάρξει ένα τέλος. Εύχομαι ότι καλύτερο για τον Ελληνα, να υπάρξει ένα τέλος σε αυτή την κατάντια».

-Τελικά ο Βασίλης Καΐλας ήταν ένα κινηματογραφικό αστέρι ή ένα σκληρά εργαζόμενο παιδί;

«Ούτε το ένα, ούτε το άλλο. Σταρ δεν ένιωσα ποτέ στη ζωή μου, ούτε αισθάνθηκα ότι ήμουν σκληρά εργαζόμενος, παρόλο που υπήρξαν σκληρές εποχές εργασίας. Δεν ξέρω γιατί. Θα χρησιμοποιήσω ένα στοίχο που λέει ο Χατζής «είμαι ένας άνθρωπος απλός, ούτε καλός ούτε κακός». Απλά άνθρωπος κι ας με κρίνουν οι άλλοι».

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου