ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Η εθιμοταξία της γιορτής του Σταυρού

η-εθιμοταξία-της-γιορτής-του-σταυρού-779450

Του Κώστα Λιάπη

Από τις μεγάλες και παγκόσμιες χριστιανικές γιορτές η γιορτή του Σταυρού (14 Σεπτεμβρίου) συνδέεται με πολλούς θρύλους και παραδόσεις, συνοδεύεται κι από ένα πλήθος εθιμικών δρώμενων, με τα οποία κυρίως ο λαός μας εκφράζει την πίστη του στο κορυφαίο αυτό σύμβολο της χριστιανοσύνης και το χρησιμοποιεί ως καταλύτη για την καλοπραγιά του.

Τα δρώμενα αυτά έχουν πολλαπλούς συμβολισμούς, πολλά δε απ’ αυτά έχουν να κάνουν με τον ορισμό της γιορτής του Σταυρού ως χρονικού ή καλύτερα εποχικού ορόσημου, κυρίως για τους ξωμάχους της γης και της θάλασσας.

Για τους γεωργούς ιδιαίτερα η μέρα του Σταυρού είναι ευλογημένη αφού αποτελεί αφετηρία της καινούργιας σποράς τους. Καμιά προετοιμασία της σποράς στα χωράφια δεν γινόταν παλιότερα σε πολλές γεωργικές περιοχές της χώρας μας πριν«σταυρώσει η γη», όπως χαρακτηριστικά έλεγαν οι γεωργοί, και πριν ευλογηθούν τη μέρα αυτοί οι σπόροι στην εκκλησιά. Συνηθισμένες παλιότερα και οι φράσεις που είχαν να κάνουν με τούτη τη γεωργική συνήθεια: «Του Σταυρού σταύρωνε και σπέρνε» ή «του Σταυρού κοίτα (μείνε στο σπίτι) και τ’ ΄Αι – Γιωργιού ξεκοίτα».

Σε πολλά καθαρά γεωργικά χωριά υπήρχε παλιότερα η συνήθεια τη μέρα αυτή οι γεωργοί να πηγαίνουν στην εκκλησιά μια σακούλα ή ένα πιάτο με σπυριά σιτάρι, κριθάρι, φασόλια, φακές, κουκιά κ.λπ., ανάλογα με το τι έσπερνε ο καθένας. Τα σπυριά αυτά τοποθετούνταν δεξιά από την Ωραία Πύλη ή και κάτω από την Άγια Τράπεζα για να ευλογηθούν από τον παπά με ειδική μάλιστα ευχή. Αυτά τα σπυριά θα έσπερναν πρώτα – πρώτα στο χωράφι τους οι γεωργοί. Αλλού πάλι οι παραγωγοί διάφορων άλλων αγαθών κόμιζαν στη γιορτή του Σταυρού δείγματα της προηγούμενης σοδειάς τους στην εκκλησιά, για να ευλογηθούν από το Σταυρό και να έχουν αντάξια συνέχεια και στη νέα περίοδο. Σημειώνει σχετικά ο Α. Γούναρης, καταγράφοντας το σχετικό (και με ομοιοπαθητική σκοπιμότητα) παλιό έθιμο από την Κύθνο:

«Οι χωρικού πάνε στην εκκλησιά, κρατώντας ένα μαντηλοσάκουλο, που έχει μέσα σιτάρι, κριθάρι, τριαντάφυλλα, σύκα, σκόρδα, μπαμπάκι, μαλλί και κερί από κυψέλη. Δένουν το μαντήλι στο τρίποδο που κρατεί το Σταυρό και το παίρνουν πίσω στο τέλος της λειτουργίας. Το φυλάνε έτσι στο σπίτι τους ως την ημέρα της σποράς (Οκτώβριο ή Νοέμβριο). Και τότε θα τρίψουν τα σκόρδα στο μέτωπο των βοδιών (για δύναμη κι αντιβάσκαμα, όπως τονίζει και ο Δημήτρης Λουκάτος) και θα παραχώσουν στη γη το μαντήλι με τους καρπούς για την ευλόγηση της παραγωγής».

Την ίδια εξάλλου τούτη μέρα παντού οι παλιοί γεωργοί τη «φύλαγαν» με θρησκευτική ευλάβεια, απέχοντας από κάθε γεωργική εργασία, και σε αρκετές περιοχές μοιράζανε για το καλό στους συγχωριανούς τους καρπούς από τη νέα σοδειά τους (συνήθως σταφύλια). Εξάλλου οι νοικοκυρές ζύμωναν ψωμί, χρησιμοποιώντας αντί για προζύμι το βασιλικό που μοίραζε στην εκκλησιά ο παπάς απολείτουργα της γιορτής του Σταυρού – κάτι που γινόταν και στα χωριά του Πηλίου – ένα καρβέλι απ’ το οποίο το μοίραζαν στη γειτονιά. Μέσα στο ίδιο αυτό καρβέλι οι παλιές νοικοκυρές στη Δυτική Μακεδονία έβαζαν ένα ασημένιο σταυρουδάκι, όπως γινόταν και με τις πρωτοχρονιάτικες πίτες.

Αλλά και για τους παλιούς ναυτικούς μας σε πολλές παραθαλάσσιες γωνιές της χώρας μας η μέρα του Σταυρού αποτελούσε ορόσημο. Κι αυτό γιατί τούτη τη μέρα σταματούσαν τα θαλασσινά ταξίδια τους, για να τα επαναλάβουν πάλι μετά τα Φώτα που αγιάζονται τα νερά. Γνωστή σ’ αυτή την περίπτωση είναι άλλωστε και η παλιά παροιμία που λέει «Του Σταυρού κι αρμένιζε, του Σταυρού και δέσε». Αλλού όμως, μετά το δέσιμο των καραβιών τη μέρα της γιορτής του Σταυρού, επιτρέπεται το αρμένισμά τους τη γιορτή του Αγίου Γεωργίου, γεγονός που επιβεβαιώνεται κι από την παροιμία «Του Σταυρού σταύρωνε και δένε, τ’ Άι- Γιωργιού τσιμάριζε κι αμόλα».

Εποχικό, όμως, ορόσημο αποτελεί η γιορτή του Σταυρού και για την ίδια τη Φύση. Κι αυτό διαπιστώνεται από ένα χαρακτηριστικό παλιό αιγινίτικο δρώμενο, που οι ντόπιοι το ονομάζουν «Λειδινό», ονομασία που θα πρέπει να προέκυψε από αναγραμματισμό της λέξης «δειλινό». Σύμφωνα με το μιμιτικό αυτό έθιμο, που έχει αρχαία καταγωγή, οι παλιοί κάτοικοι της Αίγινας έφτιαχναν με πανιά συνήθως και άχυρα μια ανδρική φιγούρα, που την έλεγαν «Λειδινό». Το ομοίωμα αυτό το τοποθετούσαν σε ύπτια νεκρική θέση πάνω σε μια σανίδα ή σ’ ένα τραπέζι και το κήδευαν στη συνέχεια και τον έθαβαν στο τέλος σαν κανονικό νεκρό. Από την κηδεία αυτή δεν έλειπαν ούτε τα μοιρολόγια, ένα απ’ τα οποία ήταν και τούτο:

«Ήρθ’ η ώρα να μας φύγεις,

πάηνε εις το καλό

τσαι με το καλό να έρθεις

τσ’ όλους να μας βρεις γερούς,

Λειδινέ μου, Λειδινέ μου,

τσαι κλησαρωμένε μου».

Να το δούμε, όμως, λεπτομερέστερα αυτό το δρώμενο (και μ’ αυτό να ολοκληρώσουμε το σημείωμά μας) όπως το περιγράφει πρώτος στα 1921 ο Π. Ν. Ηρειώτης, στον 8ο τόμο της «Ελληνικής Λαογραφίας»:

«Την 14ην Σεπτεμβρίου – γράφει – γυναίκες και κοράσια συνέρχονται εις την οικίαν μιας τούτων κομίζουσαι… σίτον, σταφίδας, ρόιδια, αμύγδαλα, στραγάλια, μαϊντανόν. Ο σίτος βράζεται και με τα λοιπά παρασκευάζεται έδεσμα, είδος κολύβων… Άλλο μέρος των γυναικών ασχολείται με την κατασκευήν μιας πλαγγόνος (= κούκλας). Ταύτην, παριστώσαν νεανίαν, ενδύουσι με ανάλογα ενδύματα λαμπρά, κοσμούσι και δι’ ανθέων, εξ ων απαραίτητον το άνθος «δειλινόν» ή «λειδινόν»… Η πλαγγών τίθεται νεκρικά επί τραπέζης, πέριξ δε τοποθετούνται καρέκλαι, εφ’ ων κάθηνται αι μέλλουσαι να θρηνήσωσι τον Λειδινόν:

«Πάλι θα ’ρθεις, Λειδινέ μου, με του Μάρτη τις δροσιές,

με τ’ Απρίλη τα λουλούδια και του Μάη τις δουλειές»…

Μετά τούτο τίθεται εντός φερέτρου και παραδίδεται εις παίδας, οίτινες μετά μικρών σημαιών, δίκην εξαπτερύγων, τον περιάγουσιν ανά τας αγυιάς της πόλεως… και τέλος φέρεται εις τον τόπον όπου θα ενταφιασθή … κατά την δείλιν. Ρίπτοντες επ’ αυτού χώμα, οι θάπτοντες επιλέγουσι:

«Πάψε, φτωχέ, το λειδινό και συ, άρχοντα, τον ύπνο»…

Επιστρέφοντες τρώγωσι τα ετοιμασθέντα κόλυβα, μετά δε το συχώριο του «μακαρίτη» αρχίζει χορός και τραγούδι».

Τι συμβόλιζε αυτός ο Αιγινίτης Λειδινός ή Δειλινός με το θάνατό του; Το τέλος της βλάστησης, το τέλος της ημέρας, το τέλος της ζωής, όπως αυτό προαναγγέλλεται από τον πρώτο ακόμα μήνα του φθινοπώρου, που είναι ο Σεπτέμβριος. Ταυτόχρονα, όμως, συμβολίζεται και η ελπίδα στην ανάσταση φύσης και ζωής, που θα ξανάρθει την επόμενη άνοιξη.

Ακόμα, μαζί με το Λειδινό τους, οι παλιοί Αιγινίτες, χώρια από τη φθίνουσα φύση, «κήδευαν» το μεσημεριανό ύπνο τους και το απογευματινό (δειλινό) κολατσιό τους, συνήθειες, ως γνωστόν, καλοκαιρινές, που σκόπιμα σταματούν το Σεπτέμβριο, καθώς μικραίνει αισθητά πια η μέρα και το δειλινό απλώνεται νωρίτερα στην πλάση…

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου