ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

«Υμνοι του Πάθους και της Ανάστασης από ναούς της Ανατολικής Θεσσαλίας»

υμνοι-του-πάθους-και-της-ανάστασης-απ-539971

Του Κώστα Λιάπη

Μεγάλη Εβδομάδα από αύριο των Παθών του Κυρίου, που σφραγίζεται με το Αγιο Πάσχα της Αναστάσεώς Του. Και οι πιστοί και ορθόδοξοι χριστιανοί θα έχουν γι’ άλλη μια χρονιά την ευκαιρία και τη θεία χάρη να ενωτιστούν στις εκκλησιές μας με ιερή συγκινησιακή φόρτιση την πνευματικότερη, αλλά και συγκλονιστικότερη υμνολογία από κάθε άλλη περίοδο του εορτολογικού κύκλου της Εκκλησίας μας. Μια υμνολογία, επιλογή της οποίας και με πρώτους τους εσπερινούς ύμνους της Μεγάλης Εβδομάδας και εκτελεστές τους αριστείς των Ελλήνων ιεροψαλτών, έχει βέβαια αποδοθεί μεγαλοβδομαδιάτικα σε ειδικές συναυλίες, αλλά και ηχογραφημένη και δισκογραφημένη, με την ενδεδειγμένη τεχνική ενδελέχεια μιας ανάλογης πνευματικής και καλλιτεχνικής αξίας στον χώρο της εκκλησιαστικής μουσικής και ειδικά της ψαλτικής τέχνης, έχει κυκλοφορήσει κατά κόρον στον κόσμο των πιστών και φιλότεχνων της χώρας μας τα τελευταία κυρίως χρόνια με τη μορφή της δισκογραφίας.

Μια άνθιση παράλληλη με την έρευνα και μελέτη του αντίστοιχου αντικειμένου που συμπορεύεται με το γεγονός της αναγωγής της ψαλτικής τέχνης σε επιστήμη, γνωστής και ως μουσικής βυζαντινολογίας ή βυζαντινής μουσικολογίας.

Στη συλλογή του ο γράφων έχει και απολαμβάνει επίκαιρα κάμποσα τέτοια δισκογραφημένα δείγματα. Θα σταθεί όμως σήμερα σε μια σχετική προσπάθεια που όντως εντυπωσιάζει με την αυθεντικότητα, την απλότητα, αλλά και την πρωτοτυπία του όλου εγχειρήματός της. Προσπάθεια που πραγματοποιήθηκε από τον γνωστό Βολιώτη ρέκτη των εν γένει λαϊκών παραδόσεων, εμβριθή μουσικολόγο, με ιδιαίτερη μουσική κατάρτιση στον χώρο της εκκλησιαστικής υμνολογίας και της αντίστοιχες ψαλτικής τέχνης (χωρίς ωστόσο ο ίδιος να είναι ψάλτης) Κωστή Δρυγιανάκη. Ενα εγχείρημα που καταγράφεται και σχολιάζεται από τον ίδιον που το επιχείρησε και προλογίζεται, αλλά και σχολιάζεται επίσης από τον πασίγνωστο πρύτανη στον χώρο της δημοτικής μουσικής και κυριότερα της βυζαντινής μουσικολογίας, θεολόγο, ιεροψάλτη και πανεπιστημιακό καθηγητή της Ανωτάτης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Αθηνών Κων/νο Χαρ. Καραγκούνη, στο βιβλίο – λεύκωμα «Υμνοι του Πάθους και της Ανάστασης από ναούς της Ανατολικής Θεσσαλίας» (σελ. 160), που επισυνάπτονται και δύο δίσκοι με τους ηχογραφημένους ψαλμούς.

Η έρευνα αυτή εκδόθηκε για πρώτη φορά τον Απρίλη του 2014 και επανεκδόθηκε τον ίδιο μήνα του 2016 διορθωμένη. Η ίδια πραγματοποιήθηκε από την «Εκδοτική Δημητριάδος» και ήταν η πρώτη του νεοσύστατου τομέα ψαλτικής τέχνης και μουσικολογίας της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών της Μητρόπολης Δημητριάδος, στην οποία προΐσταται ως διευθυντής ο Κων/νος Καραγκούνης.

Ουσιαστικά πρόκειται για μια συστηματική ερευνητική μελέτη, που περιλαμβάνει 50 ορθρινούς κυρίως, όπως ήδη αναφέρθηκε, ψαλμούς της Μεγαλοβδομάδας από το πλούσιο ειδολογικό ανθολόγιο της βυζαντινής υμνολογίας της συγκεκριμένης χρονικής περιόδου (ιδιόμελα, εξαποστηλάρια, καθίσματα, πασαπνοάρια, μακαρισμούς, κανόνες, δοξαστικά των αίνων, εγκώμια, ευλογητάρια αναστάσιμα κ.λπ.). Ηχογραφημένα όλα αυτά από τον Κωστή Δρυγιανάκη από το 1991 ώς το 2002 επιτόπια σε περιφερειακές εκκλησιές κυρίως, αλλά και σε κάποια μοναστήρια των νομών Μαγνησίας και Λάρισας, σε ώρες ιερών ακολουθιών και στις περισσότερες των περιπτώσεων λάθρα, όπως ομολογεί ο ερευνητής. Κάτι που καταδείχνει, όπως ο ίδιος σημειώνει, ότι «πρόκειται για ηχογραφήσεις που αποτυπώνουν το ψαλτικό γίγνεσθαι χωρίς επεμβάσεις και εξωραϊσμούς». Γεγονός που επισημαίνεται ιδιαίτερα θετικά και από τον Σεβασμιότατο Μητροπολίτη μας κ. Ιγνάτιο στον προλογικό χαιρετισμό του τούτης της έκδοσης: «Η αξία της (έκδοσης) δεν έγκειται μόνο στην ωραιότητα των επιλεχθέντων ύμνων, αλλά και στην επιλογή τους μέσα από το κλίμα μιας ζωντανής λατρείας και όχι μιας ψυχρής συναυλίας Ετσι επιτυγχάνεται η μεταφορά του ακροατή στο πνεύμα της ορθοδόξου κοινής προσευχής, που του προσφέρεται το βίωμα και μια κατάθεση ψυχής και όχι τέχνης ξερής, από τους ταπεινούς ψάλτες, που κοσμούν σαν άλλοι Αλέξανδροι Παπαδιαμάντηδες τα αναλόγια των ναών στα χωριά και στα μοναστήρια μας».

Οι ίδιες όμως ηχογραφήσεις, πέρα από την αυθεντικότητα του καταγεγραμμένου υμνογραφικού υλικού «απογράφουν», κι απ’ αυτούς τους ηχογραφούμενους, «ένα ευρύτερο ιεροψαλτικό δυναμικό», όπως παρατηρεί ο ίδιος ο ηχογραφήσας, «πέρα από τα μεγάλα ονόματα των κεντρικών ναών, το οποίο ως τώρα απουσιάζει από την δισκογραφία». Γεγονός με το οποίο αναδεικνύονται και αφανείς ταλαντούχοι ψαλμωδοί, που για διάφορους λόγους επέλεξαν οι ίδιοι να μην επιδιώξουν τα μεγάλα κι επίμαχα αναλόγια των μεγάλων πόλεων ή κωμοπόλεων και να υπηρετήσουν στις μικρές εκκλησιές των χωριών τους συνδυάζοντας αρκετοί στις ελεύθερες από την ψαλτική ώρες τους με κάποια άλλη επωφελή ενασχόληση και συνήθως στα πλαίσια της αγροτικής οικογενειακής τους περιουσίας. Η παρουσίαση πάντως από την παρούσα μελέτη και μέσα από «ένα απάνθισμα των καλών στιγμών των ηχογραφημένων καταγραφών», όλου αυτού του πλήθους των αφανών λειτουργών στον χώρο της ψαλτικής (στον οποίο προστέθηκε τα τελευταία χρόνια και το γυναικείο δυναμικό) και η συμμετοχή του στα εκκλησιαστικά λατρευτικά δρώμενα ενός χώρου που παρέμεινε για πολλά χρόνια ανερεύνητος, συνέβαλε, πλην των άλλων, και στην «καταγραφή της μελέτης της προφορικής παράδοσης της ψαλτικής» στους συγκεκριμένους χώρους, στην οποία απέδιδε από το 1935 ιδιαίτερη σημασία και η λαογράφος και μουσικολόγος Μέλπω Μερλιέ.

Για τη σπουδαιότητα της έκδοσης είναι πεπεισμένος και ο Κων. Καραγκούνης, έχοντας γνώση των ερευνητικών ικανοτήτων του Δρυγιανάκη, αλλά και των μεταπτυχιακών ανθρωπολογικών σπουδών του φίλου του, η περίπτωση του οποίου θεωρείται πολύ σωστά από τον ίδιον ως «μοναδική για τα δεδομένα της Θεσσαλίας και, κυρίως, πρωτότυπη». Αυτός, άλλωστε, είναι και ο λόγος που με ενθουσιασμό βάζει κι ο ίδιος πλάτη στη σπουδαία τούτη έρευνα τόσο με το αριστουργηματικό του προλογικό σημείωμα όσο και με τον δικό του αριστοτεχνικό αξιολογικό σχολιασμό των περισσότερων παρουσιαζόμενων ψαλμών της συλλογής αλλά και των αντίστοιχων ψαλτών που τους απέδωσαν. Κι από τον ίδιο εξάλλου αποδίδεται ιδιαίτερη σημασία στο γεγονός της παρουσίασης του έργου ενός τόσου πλήθους αφανών λειτουργών που «επί μακρόν διακόνησαν και ακόμη διακονούν την ορθόδοξη λατρεία στην περιοχή μας και ως τώρα έσωσαν την προφορικότητα της ψαλτικής τέχνης».

Και μια και ο λόγος για τη συμμετοχή στο σημαντικό τούτο για την επιστήμη της βυζαντινής μουσικολογίας εκδοτικό εγχείρημα του Κωστή Δρυγιανάκη και του Κων/νου Καραγκούνη, σημειώνω εδώ πως ο πρώτος καταγράφει στο πρώτο μέρος της παρουσίασης της κάθε ηχογράφησης το εργοβιογραφικό του αναφερόμενου σ’ αυτή ιεροψάλτη και ο δεύτερος σχολιάζει και αξιολογεί μουσικά και θεολογικά την κάθε παρουσίαση. Σημειώνω επίσης πως η έκδοση κοσμείται και με 18 ασπρόμαυρες φωτογραφίες από τους αναφερόμενους στην έρευνα ναούς οι οποίες είναι της Ολια Γκλούσενγκο, «πολύτιμης συνοδοιπόρου» των αναφερόμενων εξορμήσεων του Κωστή Δρυγιανάκη.

Ολοκληρώνοντας τη δική μου αναφορά για την προσπάθεια του φίλου Κωστή, όπως αυτή καταγράφεται στο παρουσιαζόμενο λεύκωμά του, όπως αποκαλεί ο ίδιος τούτο τον ερευνητικό του τομίδιο, του δίνω τον λόγο ν’ απαντήσει στο ερώτημα τι θέλει να καταδείξει αυτή η έκδοση. Απάντηση με την οποία κλείνει και την εισαγωγή του με τούτα τα σημαντικά:

«Δεν ξέρω αν μπορώ να χαρακτηρίσω τις ηχογραφήσεις μου ωραίες (τι είναι το ωραίο, δύσκολο ερώτημα), όμως είμαι βέβαιος ότι για κάποιο λόγο είναι σημαντικές. Αφήνω κατά μέρος το γεγονός ότι πολλοί από τους απογραφόμενους ψάλτες είναι αηδόνια, ικανότατοι μαθητές σπουδαίων δασκάλων που για λόγους άσχετους με τις μουσικές τους δεξιότητες βρέθηκαν ν’ ασκούν την τέχνη τους σε μέρη απόμακρα και σχεδόν λησμονημένα. Ακόμη κι αυτοί όμως που δεν έχουν τα χτυπητά ταλέντα, διακονούν τον Θεό που πιστεύουν με πάθος και αυταπάρνηση, συχνά χωρίς κανένα όφελος, «σίγουροι πως ο δρόμος ο πιο μακρινός είναι ο πιο κοντινός στην καρδιά του Θεού», για να θυμηθούμε τον Ρίτσο».

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου