Μικρό ψυχογράφημα της κοινωνίας μας
Πόσα θαύματα μπορεί να ζήσει ένας άνθρωπος απ’ την παιδική του ηλικία έως και τα βαθιά του γεράματα κι αναλόγως να νιώσει τυχερός για όσα είδε, άκουσε ή ένιωσε;
Κι είχε επίσης την αντίληψη να συνειδητοποιήσει ότι επρόκειτο περί ενός πραγματικού θαύματος;
Ενός θαύματος με σάρκα και οστά, να περπατά λίγα μόλις μέτρα μπρος του κι αν τολμούσε ν’ απλώσει το χέρι έως τον ώμο του, θα μπορούσε ακόμη και να τ’ αγγίξει..
Κοντούλικο στ’ ανάστημα, αδύνατο, ξανθό με σγουρά μακριά μαλλιά, γένια ατίθασα, ακούρευτα και κάτι μάτια που πετούσαν ολόγυρά τους δάκρυα.
Ετσι το θυμούμαι κι η μορφή του θα μείνει ανεξίτηλη στη καρδιά μου.. Περιφερόταν στην οδό της Ερμού, πάνω κάτω πήγαινε και μιλούσε στους περαστικούς π’ άνοιγαν το βήμα τους βιαστικά, φοβούμενοι και ταραγμένοι.
Κάθισα σ’ ένα παγκάκι για να τον παρατηρήσω αθόρυβα. Ανοιγε τα χέρια του και ζητούσε απ’ τον καθένα μιαν αγκαλιά, «Σας αγαπώ», τους μίλαγε κι εκείνοι έτρεχαν σαν τρελοί να κρυφτούν απ’ την αγάπη.
Κάποιοι μάλιστα τον έβριζαν, άλλοι τον κορόιδευαν κι απογοητευμένος γονάτιζε στο πεζόδρομο κι έκλαιγε.
«Σας αγαπώ, σας αγαπώ!», κραύγαζε κι ήταν θαρρείς αδειανή απ’ αγάπη η πόλη.
Πόσοι άνθρωποι αντικρίζοντας έναν άγγελο από κοντά θα είχαν την αντίληψη να συνειδητοποιήσουν ότι επρόκειτο περί ενός πραγματικού θαύματος;
Θ’ άνοιγε διάπλατα τα χέρια του να τους αγκαλιάσει, «Σας αγαπώ!» θα φώναζε μ’ όλη του την καρδιά και ποιοι θα τον πίστευαν;
Γι’ αυτό μη λέτε πως θα ήταν πιο όμορφος ο κόσμος μας γεμάτος από θαύματα κι αγγέλους, ούτε καν θα τους δίναμε μιαν αγκαλιά.
Της Εύας Λόλιου