ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Χίλντα Παπαδημητρίου: Με καταδιώκει η αναγνωστική βουλιμία

χίλντα-παπαδημητρίου-με-καταδιώκει-η-427488

Η συγγραφέας και μεταφράστρια αστυνομικής λογοτεχνίας μιλά στον ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ για την αγάπη της στο βιβλίο και τη μουσική, τα βινύλια, τον κινηματογράφο

Συγγραφέας αστυνομικής λογοτεχνίας και μεταφράστρια, πολυπράγμων και πολυδιάστατη η Χίλντα Παπαδημητρίου αναμένεται στον Βόλο για τα «Εγκλήματα στο Σπίρερ», δύο εκδηλώσεις που αφορούν στο αστυνομικό μυθιστόρημα, που η ίδια τιμά ως αναγνώστρια και ως δημιουργός του. Στην πρώτη εκδήλωση, που θα διοργανωθεί την Πέμπτη 14 Σεπτεμβρίου στο προαύλιο του κτιρίου Σπίρερ, η Χίλντα Παπαδημητρίου θα συνομιλήσει με τους συγγραφείς αστυνομικής λογοτεχνίας Γιάννη Γιαννίση, Ευτυχία Γιαννάκη και Κώστα Καλφόπουλο. Με αφορμή την έλευσή της, μιλά για τη ζωή και τη σχέση της με το βιβλίο, τον κινηματογράφο, τη μουσική και τα βινύλια, τον αστυνόμο Χάρη Νικολόπουλο και τις περιπέτειές του.

Συνέντευξη στη ΓΛΥΚΕΡΙΑ ΥΔΡΑΙΟΥ

ΣυγγραφέΧίλντα Παπαδημητρίουας επιτυχημένων βιβλίων, μεταφράστρια αστυνομικής λογοτεχνίας, λάτρης της μουσικής και των μουσικών και τυχαία, όπως έχετε δηλώσει, απόφοιτη της Νομικής Σχολής. Πώς λειτουργεί ο συνδυασμός τόσων ιδιοτήτων;

Μεγάλωσα σε ένα σπίτι, όπου λάτρευαν τα βιβλία, τη μουσική και το σινεμά. Η αναγνωστική βουλιμία με καταδιώκει ακόμα. Ο πατέρας μου άνοιξε το πρώτο δισκάδικο στη Νέα Σμύρνη, αλλά με προέτρεψε να σπουδάσω στο Πανεπιστήμιο. Ακόμα πιστεύω ότι σπουδάζουμε για τη χαρά και την απόλαυση της γνώσης και όχι για την επαγγελματική αποκατάσταση. Από τη μητέρα μου κληρονόμησα την αγάπη για την αστυνομική λογοτεχνία και την αισθητική των film noir. Οταν έκλεισα το οικογενειακό δισκάδικο για προσωπικούς λόγους, ασχολήθηκα με τη λογοτεχνική μετάφραση, για να είμαι χωμένη διαρκώς μέσα στα βιβλία.

Ολα αυτά αλληλοσυμπληρώνονται, η τέχνη δεν έχει στεγανά, είμαι φτιαγμένη από τα αγαπημένα μου βιβλία, τις ταινίες που με διαμόρφωσαν, τις μουσικές που με συνόδεψαν και με συνοδεύουν σε κάθε στιγμή της ζωής μου.

Το αστυνομικό μυθιστόρημα έχει πιστούς οπαδούς, αλλά και θερμούς αρνητές. Πού οφείλονται, κατά την άποψή σας, οι συγκεκριμένες τάσεις;

Δεν θα έλεγα ότι έχει αρνητές ακριβώς, όσο αναγνώστες που σνομπάρουν το είδος. Τα αστυνομικά μυθιστορήματα, όπως το σινεμά, η τζαζ, ο σύγχρονος χορός και το χιπ χοπ, ανήκουν στη μεγάλη σχολή της ποπ κουλτούρας, που ουσιαστικά αποτελεί την ιστορία του 20ού αιώνα. Πολλοί αντιπαθούν ή δεν κατανοούν την ποπ κουλτούρα, τον Σιμενόν και τον Ντίλαν, για να χρησιμοποιήσω δύο τυχαία παραδείγματα. Δεν είναι όλα για όλους, θα ήταν πληκτικός ένας κόσμος, που όλοι θα είχαμε τις ίδιες αισθητικές προτιμήσεις και ανησυχίες. Απλώς θεωρώ στενομυαλιά να κατηγορεί κανείς ως φτηνό ό,τι δεν του αρέσει.

Πώς δημιουργήθηκε η σχέση σας με την αστυνομική λογοτεχνία;

Διάβαζα τα αστυνομικά βιβλία της μητέρας μου από πολύ μικρό παιδί, όπως και τα pulp περιοδικά «Μάσκα» και «Μυστήριο» και αργότερα τα «Κίτρινα Λυχνάρια» του Τάσου Λαζαρίδη, με τον οποίο συγγένεψα, κάποια στιγμή. Δεν εγκατέλειψα την αστυνομική μυθοπλασία τα χρόνια της κυριαρχίας του πολιτικού βιβλίου, τις εποχές που ο περισσότερος κόσμος τη θεωρούσε «παραλογοτεχνία».

Η αστυνομική λογοτεχνία εμπεριέχει μια ενδιαφέρουσα αντίφαση. Ενώ έχει σαφείς και απαραβίαστους κανόνες, αφήνει τα περιθώρια στον συγγραφέα να μιλήσει για όποιο θέμα θέλει, τα δισκάδικα και τα βινύλια, τους ιδιωτικούς ραδιοφωνικούς σταθμούς, το σεξουαλικό τράφικινγκ.

Ηταν μια σχεδόν ασυνείδητη απόφαση η ενασχόλησή μου με το αστυνομικό είδος, σαν να εκδηλώθηκε κάτι ριζωμένο στο DNA μου.

Ως συγγραφέας ή ως μεταφράστρια χάνετε την ιδιότητα της αναγνώστριας και αν ναι πότε την αποκτάτε;

Νομίζω ότι ποτέ δεν απεκδύομαι την αναγνώστρια, που είμαι κατά κύριο λόγο. Με ενδιαφέρουν οι ιστορίες των ανθρώπων, τα πάθη και τα λάθη τους, οι περιπέτειες και οι σκέψεις τους. Εγινα μεταφράστρια, επειδή είμαι παθιασμένη αναγνώστρια και δεν υπάρχει πιο ιδανικός αναγνώστης από τον μεταφραστή, που διαβάζει ξανά και ξανά το κείμενο, διεισδύοντας σε όλα τα επίπεδά του. Αλλά και όταν γράφω, προσπαθώ να με «διαβάζω» σαν τρίτος, που θέλει να χαθεί σε μια ιστορία με ανατροπές και ηθικά διλήμματα.

Η χώρα μας διαθέτει ικανούς εκπροσώπους αστυνομικής λογοτεχνίας. Διακρίνονται τάσεις και σχολές, υπάρχουν, εν ολίγοις, διαχωριστικές γραμμές;

Παρ’ ότι αστυνομικά βιβλία γράφονταν από τη δεκαετία του ’50 (Μαρής, Κακούρη, Μαρκάκης, Κορίνης) και πιο συστηματικά από τα τέλη της δεκαετίας του ’90 (Μάρκαρης, Πολιτοπούλου, Φιλίππου, Μαμαλούκας), το είδος απέκτησε δημοτικότητα από το 2010 και εντεύθεν. Είναι νωρίς να μιλήσουμε για τάσεις και σχολές, όλα είναι ακόμα υπό διαμόρφωση και αυτό είναι ευχάριστο, αφού ανυπομονούμε να δούμε τι θα γίνει παρακάτω, όπως στα αστυνομικά βιβλία.

Σας επηρεάζει η επικαιρότητα ως συγγραφέα ή βρίσκεστε τυχαία κοντά στα γεγονότα, όπως διαπιστώνεται στο τελευταίο σας βιβλίο;

Εχω τις αδυναμίες και τις εμμονές μου, όπως είναι ο χώρος της μουσικής βιομηχανίας, οι φυλές των βινυλιομανών, αυτό που τη δεκαετία του ’60 ονομαζόταν «νεανική αντικουλτούρα». Συγχρόνως παρακολουθώ φανατικά τις κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις και συλλέγω στοιχεία, εικόνες, ήχους. Κάποια στιγμή, όλα αυτά συντίθενται σε μια καινούργια ιστορία. Δεν με ενδιαφέρει να συμβαδίζω με την επικαιρότητα, μου αρέσει να βλέπω και να διηγούμαι πράγματα, που έχω βιώσει και χωνέψει. Η σύμπτωση των ιστοριών μου με τη σύγχρονη πραγματικότητα είναι καλοδεχούμενη φυσικά, αλλά τελείως συμπτωματική.

Οι τίτλοι των βιβλίων σας και των βιβλίων γενικά αστυνομικής λογοτεχνίας είναι ευρηματικοί, γίνονται σλόγκαν και εκφράσεις – μηνύματα… Η σχέση αυτή αποτελεί δείγμα αμεσότητας;

Ολοι οι συγγραφείς ψάχνουμε έναν τίτλο, που να γαντζώνεται στη μνήμη του αναγνώστη. Εντούτοις, ο τίτλος ενός βιβλίου, όπως και τα ονόματα των ηρώων, έχουν μια σχεδόν μεταφυσική διάσταση. Κάποια στιγμή, ξέρω ότι το βιβλίο μου θα ονομαστεί έτσι και ο ήρωάς μου αλλιώς. Ελάχιστα απ’ αυτά γίνονται συνειδητά, μιλώντας για μένα, πάντοτε.

Γιατί υπάρχουν πάντα στην αστυνομική λογοτεχνία συγκεκριμένοι ήρωες; Δημιουργούνται δεσμοί και σχέσεις διά βίου;

Δεν έχουν όλοι οι συγγραφείς συγκεκριμένους ήρωες, στους οποίους επανέρχονται, αλλά είναι πιο εύκολο να επιστρέφεις σ’ έναν διαμορφωμένο κεντρικό χαρακτήρα. Δένεσαι μ’ αυτόν, όπως δένονται και οι αναγνώστες μαζί του και αγωνιάς τι θα κάνει παρακάτω στη ζωή του. Μου αρέσουν οι ήρωες, που αλλάζουν με το πέρασμα του χρόνου, γερνούν και προσαρμόζονται στις νέες συνθήκες, όπως ο αστυνόμος Ρέμπους του Ιαν Ράνκιν.

Η άποψη ότι η αστυνομική λογοτεχνία είναι ο λεγόμενος «φτωχός συγγενής» της λογοτεχνίας θεωρείτε ότι σκόπιμα εκφράστηκε και ευτυχώς δεν εδραιώθηκε;

Πρέπει να γυρίσουμε έναν αιώνα πίσω για να ανακαλύψουμε τις ρίζες της απαξίωσης, που συνόδευε τα αστυνομικά pulp fiction, αν και μετά τον Χάμετ, τον Σιμενόν και τη Χάισμιθ, η απαξίωση αντικαταστάθηκε από τον σεβασμό. Στην Ελλάδα, όμως, όπου οι νέοι όφειλαν να μεγαλώνουν με τα «ελληνοχριστιανικά ιδεώδη», η αστυνομική λογοτεχνία κουβαλούσε μέχρι τον 21ο αιώνα σχεδόν το στίγμα της φτηνής υποκουλτούρας. Χρειάστηκε μεγάλη επιμονή και προσπάθεια από τους πρωτοπόρους του είδους (τον Μάρκαρη, την Δανέλλη, την Πολιτοπούλου, τον Μαμαλούκα) για να σβήσει η προκατάληψη. Και δεν νομίζω ότι έχει σβήσει εντελώς.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου