ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Μάγδα Τσιρογιάννη …εκεί που κλείνει ο πόντος μ’ ένα φεστόνι αφρού…

μάγδα-τσιρογιάννη-εκεί-που-κλείνει-ο-161727

Του Βασίλη Αναγνωστόπουλου

Τους περισσότερους συγγραφείς γνωρίζω έμμεσα από τα βιβλία τους. Τελευταία γνώρισα την ποιήτρια Μάγδα Τσιρογιάννη μέσα από ένα εξαιρετικό μυθιστόρημα τη «Μαλαματένια», και μέσω της πεζογραφίας οδηγήθηκα στην ποίησή της στην οποία θα αναφερθώ, συνεξετάζοντας, Α) τις τρεις πρώτες συλλογές που εξέδωσε και Β) τις άλλες τρεις εκτός εμπορίου.

Α.

1. «Ο άλλος κόσμος» (Ζώδιο 1983), περιέχει τα πρώτα βήματα-σήματα που οριοθετούν την ποιητική της έγνοια, τον εσωτερικό διάλογο και το στοχασμό για τη λέξη, την ποίηση, την ιστορία, το πρόσωπο, την πόλη, τη φύση και τη μνήμη: Θέλω μονάχα να ψιθυρίσω μέσα στο κράτος της σιωπής /στα πόδια του άχραντου Λόγου… Είναι ποίηση χωρίς παραδοσιακές δεσμεύσεις σε στίχο και στροφή, σε γλώσσα αυστηρά επιλεγμένη, κάποτε κρυπτική και δυσδιάγνωστη. Υπάρχει μια νέφωση διάψευσης και απελπισίας στους στίχους αυτούς: Είμαι ένα ελάχιστο μέρος του χρόνου / Ένα περίβλημα άδειο που ο αέρας φυσά / Μες στο ξερό καλοκαίρι / Ένα άχρηστο κομμάτι της ύλης / Που επιστρέφει στον αρχικό του προορισμό…

2. Στην «Περιοχή» (Ζώδιο 1986) την απασχολεί και εδώ ο εσωτερικός κόσμος με έντονη αναφορά στην ανανεωτική δύναμη του φωτός, του αέρα, της θάλασσας, της φύσης γενικά, απορώντας και θαυμάζοντας: Πώς έπεσα βαθιά στο σκοτεινό πηγάδι / έκπτωτη να ζητώ τα δώρα τ’ ουρανού… Απλώνοντας την ποιητική ματιά σε οικείες περιοχές, Αγριόλευκες, Βοίβη, Γλαφυρές, Λοζίνικο, Ιωλκό, Βόλο, Άναυρο μέχρι πέρα στη θάλασσα: Εκεί που κλείνει ο πόντος μ’ ένα φεστόνι αφρού… Όπου ο τόπος, μνήμη, ψυχή, συναίσθημα, στοχασμός, λατρεία και πόνος ζωγραφίζεται με απαράμιλλες ποιητικές εικόνες: Υφάδι μαύρο δίχτυ σκοτεινό / η μέρα κυκλοδίωκτη σε γκρίζο σε γυρίζει / πέπλο της πάχνης ρόδινες πλαγιές / στο στρογγυλό καθρέφτη που εικονίζει / σχέση και λόγο μέτρο και ρυθμό… Έχει ιδιαίτερη σημασία η διακειμενικότητα που επισημαίνεται σε λέξεις και φράσεις της αρχαίας και νεώτερης γραμματείας, δίνοντας διϊστορικότητα στο λόγο, συνδυάζοντας το χθες και το σήμερα και βλέποντας στο σημερινό γλωσσικό πρόσωπο το παρελθόν, αρχαιοελληνικό, βυζαντινό, ελλαδικό, κυπριακό, όπως όναρ σκιάς, μεσορίνεια, ύσγινη, καλοκτισμένη Ιαωλκός, ως δι’ εσόπτρου, φύλλων γενεή.

3. «Τα τέλη του πάθους» (Γαβριηλίδης 2007) με 33 στροφικά ποιήματα και ομοιοκαταληξία σε 10/σύλλαβους, 11/σύλλαβους και 12/σύλλαβους, χαρακτηρίζονται από ευρύτερο προβληματισμό και βαθύτερο εσωτερικό στοχασμό για τα πράγματα, τα κτίσματα, την πόλη, τη φύση και την ποίηση, ως δημιουργία, ουσία και τεχνική: Σιγά και με το μέτρο, σιωπή / ο ήχος ν΄ ακουστεί μέσα στις λέξεις. Και αλλού: Εκεί όπου συνέχει συμφωνία / ωσάν το μυθιστόρημα που χρόνια/ οι φύλακες της γλώσσας μου στ’ αλώνια / τα μαρμαρένια μάχονται, αγωνία / συσπά τα εκφωνήματα, σκοτίζει… Η ποιήτρια διαλέγεται με την ποίηση και τοποθετεί εκεί με αυτοτέλεια τον εαυτό της: Εγώ θα πω και λόγο και σκοπό / και το γιατί, πού θέλω και πού πάω / εγώ ορίζω τόνο στο ρυθμό. Από τεχνικής απόψεως τα ποιήματα παρουσιάζουν μεγάλο ενδιαφέρον. Η αστιξία, απουσία τελείας στο τέλος των στίχων και της κάθε στροφής, προσφέρει μεγαλύτερη ελευθερία στον αναγνώστη να δει το ποίημα με το δικό του τρόπο και να βάλει ο ίδιος σημεία στίξεως. Επίσης, ο διασκελισμός στίχου ή στροφής δίνει την εικόνα ενιαίου σώματος, προσθέτοντας ειδολογική και μετρική ποικιλία. Όλα τα ποιήματα είναι σε στροφές με ποικίλο αριθμό και με όλα τα είδη της ομοιοκαταληξίας, σταυρωτή, πλεχτή, ζευγαρωτή, ζευγαροπλεχτή και ποικιλία μέτρων (ιαμβικό, τροχαϊκό). Εδώ διαφαίνεται μια καθαρή αισθητική κατάκτηση, αποτέλεσμα βαθμιαίας προοδευτικής κλιμάκωσης από το 1983 μέχρι το 2007. Ο στίχος και τα συμπαρομαρτούντα, καλοδουλεμένα και ώριμα, υψώνουν την γραφή της Μ. Τσιρογιάννη και την τοποθετούν σε ξεχωριστή θέση ανάμεσα στους ποιητές της γενιά της.

Β.

Οι «εκτός εμπορίου» συλλογές, με έντονη λυρική διάθεση, κινούνται, σε διαφορετικά πεδία θέματος και τεχνικής και συνιστούν, θα έλεγα μια «ρήξη» με την άλλη ποιητική δουλειά της, σκόπιμη τομή σε ύφος και θέματα.

Στο «Βιβλίο της μάνας» (2005), μια διάχυτη ευδαιμονία και πλημμύρα συναισθηματισμούαπλώνεται παντού, παιδικές αναμνήσεις, γεννήσεις, σχολείο, γειτονιά, γιορτές, θάνατος. Μωρουδιακά, σκουφίτσες, βελονιά / φεστόνι στις σαλιάρες μες στην πάνα / τα ’βρισκα στο μπαούλο, αγκαλιά / το βρέφος στις φασκιές κρατούσε η μάνα…

Στο «Το Βιβλίο του πατέρα» (2005)περιγράφει τον αγώνα του να θρέψει την οικογένεια και αναθυμάται τόπους και περιστατικά της αγροτικής ζωής: Μάζευε μία-μία τις ελιές / τα κάστανα, τα μύγδαλα, τα μήλα / με το καντάρι ζύγιζε σαν χθες / έφερνε το ψωμί, κάρβουνα, ξύλα…

Στο « Βιβλίο του παπά-Μιχάλη» (2006). περιγράφει τον παπα-Μιχάλη Βαΐουσαν άλλον Πατρο-Κοσμά: Το ράσο σουτο είδα μπαλωμένα / και μπόγο να κρατάς αβασταγή / τ’ άμφια, πετραχήλι διπλωμένο / το μπάλωμα στην άκρη στη ραφή… και διηγείται περιστατικά της θρησκευτικής ζωής στη Μακρινίτσα.

Τα ποιήματα αυτά, αφηγηματικά με ομοιοκαταληξία και διασκελισμό είναι «ανθολογία ευγνωμοσύνης» στους γεννήτορες που με αγάπη, εξασφάλισαν νοήματα για ανώτερη ζωή. Ριζωμένα στο γενέθλιο τόπο ακολουθούν πιο κατανοητούς δρόμου από τις άλλες συλλογές και είναι εξομολόγηση στηριγμένη στη ελληνοχριστιανική αντίληψη που χαρακτήριζε τις παλιότερες κοινωνίες.

Υ.Γ. Τα παραπάνω είχαν γραφτεί όταν έλαβα την εντυπωσιακή ποιητική συλλογή «Λυρικές Διηγήσεις» (εκδόσεις το Ροδακιό, Αθήνα 2017, σελ. 27 ) που δίνει μια ολοκληρωμένη εικόνα της ποιήτριας.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου