ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Μητέρες μόνες ψάχνουν κοινή στέγη και προστασία

μητέρες-μόνες-ψάχνουν-κοινή-στέγη-και-1016548

Γυναίκες που μεγαλώνουν μόνες τα παιδιά τους επιλέγουν τη συγκατοίκηση μεταξύ τους για να μειώσουν τα έξοδα και να αισθάνονται ότι θα έχουν ένα χέρι βοηθείας, όταν χρειαστεί

Του Τάκη Παντελόπουλου

«Εχω ήδη σκεφτεί να συγκατοικήσω με μια φίλη μου η οποία έχει και αυτή ένα παιδάκι. Το έχουμε συζητήσει πολλές φορές, θα ήταν ευλογία και για το παιδί μου να μεγαλώσει με ένα άλλο παιδί αφού δεν έχει αδελφάκι». Αυτά είναι τα πρώτα λόγια της Χρύσας, η οποία μεγαλώνει το παιδί της, το 15 μηνών κοριτσάκι της, στην Αθήνα. Στις δύσκολες στιγμές της καθημερινότητας, πως αντιμετωπίζει το πρόβλημα; Ομολογεί η ίδια «πριν από μερικούς μήνες έπαθα λουμπάγκο δεν μπορούσα με τίποτε να σηκωθώ από το κρεβάτι. Όμως, η ανάγκη να φροντίσω το παιδί μου, μου έδωσε τη δύναμη να σηκωθώ και κάπως τα κατάφερα».

Στην ομολογία αυτή διαπιστώνουμε την ανάγκη βοήθειας, αλλά και συναισθηματική υποστήριξη που μπορεί να υπάρξει από το άμεσο ή έμμεσο περιβάλλον. Η τάση mommune, φαίνεται να διαδίδεται ταχύτατα σε όλο και περισσότερες χώρες του εξωτερικού. Πρόκειται για μονογονεϊκές οικογένειες που επιλέγουν να συγκατοικούν με άλλες γυναίκες, οι οποίες βρίσκονται στην ίδια ακριβώς συνθήκη. Γυναίκες που γνωρίζονται μεταξύ τους και μοιράζονται τους λογαριασμούς, τις καθημερινές αγωνίες, τα παιδιά τους κάνουν παρέα και φροντίζουν η μία την άλλη. Ο όρος προκύπτει από το mom μητέρα και commune – κοινότητα. Άρα, είναι μια κοινότητα που αποτελείται από μητέρες μονογονεϊκών οικογενειών.

Η ιδέα γεννήθηκε από μια Αμερικανίδα, την Kristin Batykefer, η οποία έχασε τη δουλεία της στον τομέα του μάρκετινγκ. Σε συνέχεια αυτού, χώρισε και από τον σύζυγό της και βρέθηκε μόνη με το παιδί της. Για να την βοηθήσουν κάποιοι φίλοι, την κάλεσαν μαζί με την 4χρονη να μείνει στο σπίτι τους στο Τζάκσονβιλ το οποίο είχε τέσσερα δωμάτια. Η ιδιοκτήτρια του σπιτιού και η φίλη της κάλεσαν μετά και την καλύτερή τους φίλη η οποία είχε χωρίσει επίσης. Έτσι, ήρθε και αυτή να μείνει στο σπίτι τους, μαζί με τα παιδιά της, ενός και πέντε χρόνων. Μετά τη εξέλιξη αυτή, οι τρεις γυναίκες έφτιαξαν μια κοινότητα, το mommune. Με αυτού του είδους τη συγκατοίκηση, οι γυναίκες ομολογούν, αφενός ότι έχουν λιγότερα έξοδα και αισθάνονται σχετική οικονομική ικανοποίηση και αφετέρου ότι υπάρχουν ελεήμονες, που μπορούν να τις φροντίζουν όταν χρειαστούν βοήθεια (ασθένεια παιδιών ή δική τους, οικονομική ανέχεια κ.λπ.).

Η ζωή για τις μονογονεϊκές οικογένειες, που αφορά κυρίως γυναίκες- μητέρες, έχει δυσκολίες αντικειμενικές. «Θυμάμαι μια μέρα που γύρισα από τη δουλειά και δεν αισθανόμουν καλά, είχα πυρετό και πονούσε ο λαιμός μου. Το μόνο που ήθελα να έχω μια ζεστή σούπα και κάποιον να μου κρατήσει το παιδί.» λέει η Κατερίνα, η οποία έχει χωρίσει εδώ και 3 χρόνια και έχει ένα αγοράκι 6 ετών που το μεγαλώνει μόνη της. Ο πατέρας έχει μια τυπική συμμετοχή στο μεγάλωμά του», εξομολογείται η Κατερίνα ενώ λέει ότι έχει συζητήσει για συγκατοίκηση με μητέρα που τα παιδιά τους κάνουν ήδη παρέα. Ενώ οι γυναίκες γνωρίζονται καιρό και έχουν περάσει το «τεστ» της φιλίας. «Θα άρεσε στο παιδί μου να μεγαλώνει με ακόμα ένα παιδί, που γνωρίζονται κιόλας. Πράγμα που μας αρέσει και το συζητούμε με τη φίλη μου», αναφέρει.

Μια άλλη κατάσταση, συγγενική με την προηγούμενη, είναι η περίπτωση της Άρτεμις, η οποία έχει ένα παιδάκι 15 μηνών, του οποίου την ανατροφή έχει αναλάβει εξ ολοκλήρου η ίδια, καθώς ο πατέρας του δεν θέλει να έχει καμία επαφή μαζί τους. «Έχω φοβερό πρόβλημα σε ό,τι προκύπτει εκτός προγράμματος. Εκεί θα ήθελα να είχα μια βοήθεια», λέει. Και η ίδια η Άρτεμις έχει σκεφθεί την συγκατοίκηση με μια φίλη της, η οποία κι αυτή έχει χωρίσει πρόσφατα. Την φίλη μου την γνωρίζω πολλά χρόνια, ως συμφοιτήτριες στο Πανεπιστήμιο και τώρα εμείς και τα παιδιά μας κάνουμε παρέα», εξηγεί.

Είναι λοιπόν αυτό μια τάση της εποχής μας; Η απάντηση είναι «ναι», αλλά σε μικρή κλίμακα. Τα μειωμένα προσωπικά έξοδα θα ήταν η αιτία και για την Εύα (άλλη περίπτωση) να ακολουθήσει τη νέα τάση συγκατοίκησης. Αυτό τουλάχιστον εξομολογείται σε πρόσφατη συνέντευξη στο ΒΗΜΑ. Έφυγε από το χωριό της σε ηλικία 25 χρονών με ένα παιδί, το οποίο τώρα φοιτά στην α’ δημοτικού. Δεν έχει καμία βοήθεια και θα της άρεσε να έμενε με άλλες γυναίκες που έχουν επίσης παιδιά : «Το μόνο που θα δυσκόλευε θα ήταν η καθαριότητα και ο προσωπικός χώρος, αλλά από την άλλη, ξέρω ότι θα είχαμε εγώ και ο γιος μου μια παρέα και λιγότερα προσωπικά έξοδα» συνεχίζει.

Παρακολουθώντας όλα αυτά ,εγείρει και τον δικό μας συναισθηματικό κόσμο, συναισθανόμενοι πόσο ηρωίδες της ζωής είναι αυτές οι γυναίκες- μητέρες, που ταπεινά ζητούν αναγνώριση, σεβασμό και εκτίμηση για να συνεχίσουν να αγωνίζονται για το καλό των παιδιών τους και το Θεάρεστο έργο που επιτελούν.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου