ΤΟΠΙΚΑ

Πουλούν τα εργαλεία τους για να ζήσουν

πουλούν-τα-εργαλεία-τους-για-να-ζήσουν-632381

Εκατό λουκέτα στον κλάδο των ξυλουργών από το 2010 στη Μαγνησία

Κάποτε είχαν δικά τους καταστήματα, απασχολούσαν προσωπικό, επίπλωναν σπίτια. Σήμερα «έχασαν» το προσωπικό που είχαν, έκλεισαν τις επιχειρήσεις τους, πουλούν τα μηχανήματά τους για ένα κομμάτι ψωμί.

Η χειρότερη χρονιά από την έναρξη της οικονομικής κρίσης ήταν για τους επιπλοποιούς και τους ξυλουργούς της Μαγνησίας το 2018. Η καινούργια χρονιά βρήκε πολλούς επαγγελματίες του κλάδου να μετατρέπονται από εργοδότες σε υπαλλήλους.

Η περασμένη χρονιά μέτρησε άλλα δεκαπέντε λουκέτα αυξάνοντας τον αριθμό των επαγγελματιών που βρέθηκαν στο περιθώριο λόγω οικονομικής κρίσης στους 100 από σύνολο 180 επαγγελματιών.

Η αύξηση που υπήρξε το περασμένο έτος στην οικοδομική δραστηριότητα φαίνεται ότι δεν ενίσχυσε καθόλου τους επιπλοποιούς και ξυλουργούς. Οι επαγγελματίες έχουν να παλέψουν πλέον με τους δεκάδες πειρατές του κλάδου αλλά και να επιβιώσουν από τον αθέμιτο ανταγωνισμό των πολυκαταστημάτων και των αλυσίδων.

Την ίδια στιγμή η κατανάλωση στα έπιπλα καταγράφει μείωση της τάξεως του 42% τον Οκτώβριο του 2018 σε σχέση με τον Οκτώβριο του 2010 που λαμβάνεται ως μέτρο για την πορεία των καταστημάτων κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης.

«Το 2018 για εμάς ήταν η χειρότερη χρονιά ης οικονομικής κρίσης», λέει ο πρόεδρος του Συλλόγου Επιπλοποιών Ξυλουργών και Συναφών Επαγγελμάτων Μαγνησίας Αθανάσιος Μόσχος, ο οποίος επισημαίνει ότι οι επαγγελματίες του κλάδου ζητούν επειγόντως να ληφθούν φορολογικά μέτρα ελάφρυνσης.

«Είχαμε γύρω στα δεκαπέντε καταστήματα που έκλεισαν. Ανθρώπους που λειτουργούσαν βιώσιμες επιχειρήσεις και βρέθηκαν στον δρόμο. Έφτασαν να πουλούν τα μηχανήματά τους για βιοπορισμό», επισημαίνει ο ίδιος.

Οι επαγγελματίες ζητούν να μειωθεί η φορολογία, να καταργηθεί ο ΕΝΦΙΑ στις αποθήκες και στα καταστήματά τους. Χρειάζονται βοήθεια με τις ασφαλιστικές εισφορές, ζητούν ρυθμίσεις.

«Οι συνάδελφοι που έκλεισαν τις επιχειρήσεις τους είναι σήμερα 50-55 ετών. Είχαν βιώσιμα καταστήματα, αλλά βρέθηκαν από εργοδότες να ζητούν τώρα να γίνουν υπάλληλοι να βρουν μία οποιαδήποτε θέση εργασίας», επισημαίνει.

Ο κ. Μόσχος απευθύνει έκκληση προς τους καταναλωτές να επιλέγουν τα τοπικά καταστήματα και όχι τα πολυκαταστήματα και τις αλυσίδες για να ικανοποιήσουν τις ανάγκες τους. «Έχουμε πράγματα που είναι σε πολύ καλή ποιότητα και σε ελκυστικές τιμές», επισημαίνει.

Ακόμη οι επαγγελματίες παροτρύνουν τους καταναλωτές να ικανοποιούν τις ανάγκες τους με νόμιμους επαγγελματίες του κλάδου και όχι παράνομους.

«Πολλοί είναι οι συνάδελφοι που βάζουν λουκέτα αλλά συνεχίζουν να δουλεύουν μαύρα», επισημαίνει από την πλευρά του ο ξυλουργός Δημήτρης Διανέλλος, ο οποίος σημειώνει ότι αυτός ο ανταγωνισμός είναι ο μεγαλύτερος και ο πιο αθέμιτος.

«Οι αλυσίδες δεν μπορούν να μας ανταγωνιστούν σε ποιότητα. Τα προϊόντα τους δεν ήταν σχεδόν ποτέ χειροποίητα έπιπλα», εξηγεί ο ίδιος.

Οι επαγγελματίες του κλάδου για να εξασφαλίσουν τα προς το ζην πλέον απαιτείται να σπάνε τα σύνορά τους. «Υπάρχει δουλειά για τους μαραγκούς όταν όμως υπάρχει και εξωστρέφεια. Το 70% του δικού μας τζίρου προέρχεται από άλλες περιοχές και όχι τον Βόλο, από Κυκλάδες, Επτάνησα. Όμως, η μαύρη εργασία πρέπει να αντιμετωπιστεί», προσθέτει ο ίδιος.

Την τραγική κατάσταση στον κλάδο επιβεβαιώνει και ο επιπλοποιός Κωνσταντίνος Τελώνης. «Πιστεύω ότι σε πολύ λίγα χρόνια ο κλάδος θα συρρικνωθεί δραματικά, εάν δεν γίνε κάτι», αναφέρει χαρακτηριστικά.

Οι συγκυρίες δεν ευνοούν τους επιπλοποιούς. Ο κ. Τελώνης λέει ότι «η οικονομική δυνατότητα του κόσμου έχει μειωθεί, ο οικοδομικός κλάδος πέρασε μία κρίσιμη καμπή, η κατοικία έχει φορολογηθεί ανελέητα. Οι Τράπεζες έχουν από χρόνια κλείσει τη στρόφιγγα των χρηματοδοτήσεων.

Ο ελεύθερος επαγγελματίας συνεχώς στοχοποιείτα από όλες τις κυβερνήσεις», προσθέτει ο ίδιος, ενώ τονίζει ότι μέσα σε όλα αυτά ο ανταγωνισμός με τις αλυσίδες και τα πολυκαταστήματα είναι μεγάλος ενώ έχουν προϊόντα αμφίβολης ποιότητας.

«Βέβαια ο καταναλωτής στρέφεται αναγκαστικά σε αυτή την επιλογή. Όμως όλοι γνωρίζουμε πως λειτουργούν αυτά τα πολυκαταστήματα, Ξέρουμε τι μισθούς δίνουν και τι συνθήκες εργασίας παρέχουν», προσθέτει.

Εξάλλου σημαντική είναι η διαφορά μεταξύ μικρών και μεγάλων καταστημάτων στη μείωση της κατανάλωσης. Ο ανταγωνισμός από τις αλυσίδες και τα πολυκαταστήματα τσακίζει τους τζίρους των καταστημάτων της Μαγνησίας. Το 2018, σε σχέση με το 2010 που ξεκίνησε η οικονομική κρίση, ο γενικός δείκτης της κατανάλωσης μειώθηκε στο πρώτο δεκάμηνο κατά 26,2% συνολικά για τα μίνι μάρκετ, τα μανάβικα, τα κρεοπωλεία, τα αρτοποιεία, τα ζαχαροπλαστεία και τα εξειδικευμένα καταστήματα, τα περίπτερα και τα παντοπωλεία.

Αντίθετα, η μείωση στα μεγάλα καταστήματα τροφίμων ήταν 16,5%, ενώ στα πολυκαταστήματα που δεν πωλούν τρόφιμα, αλλά όλα τα υπόλοιπα είδη ήταν ύψους 18,6%. Μεγάλες απώλειες στην κατανάλωση υπάρχουν κατά κύριο λόγο στην ένδυση και την υπόδηση, στα έπιπλα και τα ηλεκτρικά είδη καθώς και τα καλλυντικά και ιατρικά προϊόντα.

Σε υποκατηγορίες που μετριούνται είναι τα φαρμακευτικά – ιατρικά προϊόντα και καλλυντικά όπου η κατανάλωση εμφανίζει μείωση 38% τον Οκτώβριο του 2018 σε σχέση με το 2010, ενώ στο συγκρινόμενο διάστημα η ένδυση και υπόδηση έχει μείωση 39%, τα έπιπλα και ηλεκτρικά είδη έχουν μείωση 42%, τα βιβλία χαρτικά όπου εκεί η μείωση είναι ύψους μόλις 9% και όλες οι πωλήσεις που γίνονται εκτός καταστημάτων όπως μέσω διαδικτύου ή στις λαϊκές αγορές όπου η μείωση στην κατανάλωση είναι 22%.

ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΜΑΡΟΥΓΚΑ

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου