ΤΟΠΙΚΑ

Ενας Βολιώτης πολίτης του κόσμου… ~ Ο ΘΡΥΛΙΚΟΣ PAPEO ΘΥΜΑΤΑΙ…

ενας-βολιώτης-πολίτης-του-κόσμου-ο-θ-439805

Ο Θανάσης Κολορίζος που άφησε εποχή ως djδραστηριοποιείται επαγγελματικά στη μακρινή Γκουανταλαχάρα

Πολύχρωμες εικόνες που διανθίζονται από έντονα ηχοχρώματα, συνθέτουν την πορεία ζωής του Θανάση Κολορίζου, ο οποίος άφησε εποχή ως djσε γνωστά κλαμπ του Βόλου, με το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο «Papeo», για να ανοίξει, στη συνέχεια, ένα καινούργιο κεφάλαιο ζωής, στη μακρινή Γκουνταλαχάρα, όπου δραστηριοποιείται επαγγελματικά. Ο πολίτης του κόσμου, που κινείται μεταξύ Μακρινίτσας και Μεξικού, όπου διαμένει τα είκοσι δύο τελευταία χρόνια με την σύζυγο και τις δύο κόρες του, μιλάει στον ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ για τη ζωή του και το μεγάλο ταξίδι στις εξωτερικές γωνιές του πλανήτη, με οδηγό τη μουσική και τη διάθεση να γνωρίσει την κουλτούρα άλλων περιοχών.

Ρεπορτάζ: ΓΛΥΚΕΡΙΑ ΥΔΡΑΙΟΥ

Η μακρά του θητεία ως djξεκίνησε στα 1980, σε ηλικία 16 ετών, στο θρυλικό Sanitarium και διήρκεσε έως το 1993, με ενδιάμεσα διαλείμματα, λόγω των μεγάλων ταξιδιών του στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Το όνομά του (Papeo) που προέρχεται από μουσικό κομμάτι των «EarthWindandFire», με τίτλο «SunGodess», έχει συνδεθεί με θρυλικά μαγαζιά του Βόλου, όπως Sanitarium, Waterlily, Αυγό, Fourbyfourclub, η ντισκοτέκ του Τώνη Βαβάτσικου στον Αη Γιάννη, Κύκνος, Καφέ Σαντάν, για λίγο διάστημα, Αζούρο, Γιούσουρι και άλλα. Η δράση του ως djείναι άρρηκτα συνδεδεμένη με εποχές αξέχαστες και μνήμες μιας νιότης που αποτυπώνεται στο πλούσιο φωτογραφικό υλικό που έχει ο ίδιος στη διάθεσή του. «Ηταν γεγονός η έξοδος του Σαββατοκύριακου, διότι δεν υπήρχε το διαδίκτυο και οι νέοι περίμεναν με λαχτάρα τη διασκέδαση στη ντισκοτέκ» θυμάται ο κ. Κολορίζος, για να προσθέσει ότι «σήμερα έχει γίνει ανιαρή η έξοδος, γιατί προσφέρεται απλόχερα σε καθημερινή βάση, σε αντίθεση με παλαιότερες εποχές».

Ο Θανάσης Κολορίζος, λάτρης της μουσικής από παιδί, έχει ταξιδέψει σε μακρινές και ενδιαφέρουσες γωνιές του πλανήτη, όπως Αμερική, Αφρική, Βραζιλία, Ευρώπη, Ασία, συλλέγοντας εικόνας και εμβαθύνοντας στις ρίζες των μουσικών ακουσμάτων που κέντριζαν το ενδιαφέρον του. Η σάμπα τον οδήγησε, για παράδειγμα στη Βραζιλία, οι λάτιν ρυθμοί στη Λατινική Αμερική, ενώ το Μεξικό αποτέλεσε το επίκεντρο του ταξιδιωτικού του ενδιαφέροντος κι όπως αναφέρει ο ίδιος χαρακτηριστικά, μετά από κάθε μουσική περιπλάνηση, επέστρεφε στο Βόλο όπου έμενε για διάστημα έξι περίπου μηνών, εργάζονταν ως djκαι προετοίμαζε το πλάνο του επόμενου ταξιδιού.

Στη διάρκεια του δεύτερου ταξιδιού στο Μεξικό, ερωτεύτηκε τη σημερινή σύζυγό του Μαρία Ιντελίσα Γκονζάλες Μερκάδο, με την οποία απέκτησε δύο τρισχαριτωμένες κόρες, την 19χρονη Αννα-Κατερίνα, φοιτήτρια Διεθνών Σχέσεων και την 16χρονη Αθηνά-Χρυσάνθη, μαθήτρια Λυκείου. Η προσαρμογή στα νέα δεδομένα ήταν μάλλον εύκολη καθώς «ο χώρος έμοιαζε να είναι φτιαγμένος για μένα και προσαρμόστηκα εύκολα, γιατί είμαι άνθρωπος της περιπέτειας» όπως επισημαίνει ο πολυταξιδεμένος συμπολίτης, ο οποίος γοητεύτηκε από το τοπίο, τους αρχαιολογικούς χώρους, την ευχάριστη διάθεση των ανθρώπων, το χαμόγελο, το καλό φαγητό, την τεκίλα.

Στη μακρινή Γκουανταλαχάρα όπου ζει με την οικογένειά του, έχει δημιουργήσει μίνι πολυκατάστημα με φωτοτυπίες, ίντερνετ, είδη δώρων από το 2000, ενώ προηγουμένως είχε αγοράσει ταξί, το οποίο διατήρησε για έξι περίπου χρόνια, ανοίγοντας έναν καινούργιο επαγγελματικό κύκλο στη ζωή του. «Το Μεξικό, υπογραμμίζει ο ίδιος, δεν προσφέρεται για μετανάστευση, αλλά μπορεί να προσφέρει ενδιαφέρουσες επενδυτικές προοπτικές σε ανθρώπους που έχουν τη διάθεση και τα οικονομικά μέσα».

Η Μακρινίτσα

Η προσωπική του Ιθάκη είναι, ωστόσο, η Μακρινίτσα, τόπος καταγωγής και αγαπημένος προορισμός για τον ίδιο. Κάθε καλοκαίρι βρίσκεται στη Μακρινίτσα, όπου παραμένει ένα δίμηνο περίπου, προκειμένου να δει τους γονείς του Παναγιώτη και Κατερίνα, αλλά και να βοηθήσει τον αδελφό του Λεωνίδα στην οικογενειακή ταβέρνα «Λεωνίδας» που βρίσκεται στη Μακρινίτσα, δίπλα ακριβώς από το ουζερί «Θεόφιλος». Η Μακρινίτσα είναι ο προσωπικός του παράδεισος και έχει συνδεθεί απόλυτα με τις πρώτες μουσικές του μνήμες. «Στην ταβέρνα του πατέρα μου άκουσα για πρώτη φορά δίσκους 78 στροφών, σε ηλικία 12 ετών, εκεί άκουσα ραδιόφωνο, κι άρχισα στη συνέχεια να αγοράζω διαρκώς δίσκους μουσικής, ακολουθώντας το παράδειγμα του πατέρα μου» εξηγεί ο ίδιος.

Τελείωσε το δημοτικό στη Μακρινίτσα, συνέχισε στο 1ο Γυμνάσιο και 1ο Λύκειο, κατόπιν σπούδασε στη Σχολή Δομικών έργων του Δημόκριτου στη Θεσσαλονίκη και αμέσως μετά Τοπογραφία στην Σχολή του Πυροβολικού, στη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας ως δόκιμος, για να εργαστεί κατόπιν, για κάποιο διάστημα, στο γραφείο του Νίκου Τρίμη.

«Νιώθω πολίτης του κόσμου, αλλά με βάση το χωριό μου, που είναι η Ιθάκη μου. Αν είχα τη δυνατότητα να βρίσκομαι διαρκώς σε διαφορετική περιοχή του πλανήτη, θα το έκανα, διότι μου αρέσει να ταξιδεύω και να γνωρίζω ανθρώπους», υπογραμμίζει ο συμπολίτης επιχειρηματίας. «Στο Μεξικό, προσθέτει ο ίδιος, οι άνθρωποι χαμογελούν, τους αρέσει η γιορτή, η διασκέδαση, είναι ανοιχτοί, αλέγροι».

Η πόλη όπου ζει 22 χρόνια, είναι κατά βάση βιομηχανική, με διώροφα κτίρια, 7 εκατομμύρια κατοίκους, πολλές πολυεθνικές, και πινελιές πολυτέλειας, που μεταφράζονται σε εντυπωσιακούς ουρανοξίστες και συγκροτήματα κατοικιών με όλες τις σύγχρονες ανέσεις.

Το στοιχείο που είναι ιδιαίτερα ελκυστικό, είναι οι άνθρωποι, οι ντόπιοι, που ξέρουν να γελούν, να χαμογελούν, να νοιάζονται το διπλανό τους, να γλεντούν, να ζουν σε μουσικούς ρυθμούς, να αντιμετωπίζουν την καθημερινότητά τους με αισιοδοξία. «Το Μεξικό, αναφέρει ο κ. Κολορίζος, έχει μόνιμα κρίση, αλλά οι άνθρωποι είναι απλοί και προσαρμόζονται σύμφωνα με αυτά που έχουν. Κανένας δεν αγοράζει κάτι που δεν χρειάζεται, όπως για παράδειγμα, πολυτελή αυτοκίνητα. Το κατώτερο μεροκάματο είναι 3 ευρώ τη μέρα και υπάρχει πολύ φτώχεια, αλλά οι ντόπιοι την αντιμετωπίζουν με χαμόγελο και πολύ δουλειά».

Ελληνες παντού

Η ελληνική ψυχή είναι παρούσα σε κάθε γωνιά της γης, ενώ όπως αναφέρει ο ομιλών, ο φίλος του Γιάννης Βασταρδής και ο αδελφός του Παντελής, που ζούσε για πολλά χρόνια στο Μεξικό, ήταν η αφορμή για το πρώτο ταξίδι στην Λατινική Αμερική, που έμελλε να αποτελέσει δεύτερη πατρίδα του. Οι Ελληνες που ζουν στη Γκουανταλαχάρα είναι κυρίως τρίτης γενιάς, υπάρχει Ελληνικό εστιατόριο στην περιοχή, αλλά η μουσική που κυριαρχεί παντού, είναι η εγχώρια. Υπάρχει ελληνική κοινότητα, γίνονται συγκεντρώσεις και γιορτές, αλλά δεν υπάρχει Ορθόδοξος ναός και οι ακολουθίες τελούνται σε χώρους που παραχωρούνται από τους ντόπιους.

Η Ελλάδα και η Μαγνησία βρίσκεται πάντα στην καρδιά του Μακρινιτσιώτη επιχειρηματία, ο οποίος έχει συγκεντρώσει πολλά πολιτισμικά στοιχεία στο σπίτι του, όπου συνυπάρχουν το κονιάκ, η τεκίλα και το τσίπουρο, η Ελληνική μουσική και αναμνηστικά από τους Ολυμπιακούς του 2004.

«Οταν βρίσκομαι στο Βόλο φοράω μόνιμα Μεξικάνικα ρούχα κι όταν βρίσκομαι στη Γκουανταλαχάρα, φοράω Ελληνικά» επισημαίνει ο θρυλικός «Papeo», τονίζοντας ότι «κουβαλάω μέσα μου την πατρίδα μου και παρά το γεγονός ότι είμαι Μεξικανός υπήκοος, θέλω πάντα να επισκέπτομαι τη Μακρινίτσα, την πατρίδα μου, που είναι πάντα αγαπημένος τόπος για μένα».

Ο Θανάσης Παπαίος ζει με την οικογένειά του στη μακρινή Γκουανταλαχάρα

Νεανικές αναμνήσεις από το θρυλικό Sanitarium

Στη ντισκοτέκ του Βαβάτσικου στον Αη Γιάννη Πηλίου

Σήμα κατατεθέν του Μεξικού η τεκίλα

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου