ΤΟΠΙΚΑ

Το πρόσωπο των γιορτών στον Βόλο: Στο ίδιο πόστο 50 χρόνια

το-πρόσωπο-των-γιορτών-στον-βόλο-στο-ίδ-256371

Ο Χρήστος Επιδέξιος εξακολουθεί να πουλά γκι και λιόπουρνα στον υπαίθριο πάγκο του

Οικείο πρόσωπο για τους Βολιώτες, ταυτίζεται απόλυτα με τις γιορτινές μέρες και στήνει κάθε χρόνο τον υπαίθριο πάγκο του, επί πενήντα σχεδόν χρόνια, σταθερά στο ίδιο πόστο, πουλώντας γκι και λιόπουρνα. Οι περαστικοί κοντοστέκονται στον πάγκο του Χρήστου Επιδέξιου, είτε για να του μιλήσουν, είτε για να αγοράσουν γκι και λιόπουρνα για τη γιορταστική διακόσμηση του σπιτιού τους.

Ρεπορτάζ: ΓΛΥΚΕΡΙΑ ΥΔΡΑΙΟΥ

Δεν είναι λίγοι εκείνοι που έχουν ταυτίσει τον 73χρονο υπαίθριο μικροπωλητή από τον Λαύκο με τις μέρες των γιορτών, καθώς βρίσκεται χρόνια στην ίδια γωνιά, παρατηρώντας το πολύβουο πλήθος που κινείται στους εμπορικούς δρόμους, ενώ αναπολεί τις παλιές, καλές εποχές, τότε που όλα ήταν διαφορετικά.

«Παλιότερα, στις καλές εποχές πριν από την κρίση, υπήρχαν είκοσι μικροπωλητές στη στοά Ματσάγγου και πωλούσαν περισσότερα από 30.000 ματσάκια με γκι και λιόπουρνα. Σήμερα δεν υπάρχει κανένας», αναφέρει στον ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ.

Σε καλές και δύσκολες εποχές, αψηφώντας τις καιρικές συνθήκες, στήνει τον υπαίθριο πάγκο του από τα χαράματα μέχρι αργά το βράδυ, για να εξασφαλίσει το μεροκάματο, να καλύψει τις ανάγκες της καθημερινότητας. Δεν αφήνει το πόστο του και στήνει κάθε χρόνο, από 17 έως 30 Δεκεμβρίου, τον υπαίθριο πάγκο του, όπου είναι αραδιασμένα δεκάδες ματσάκια με χριστουγεννιάτικα φυτά.

Οι εισπράξεις έχουν μειωθεί κατακόρυφα τα χρόνια της κρίσης και μετέπειτα, ενώ, όπως αναφέρει ο ίδιος, οι καταναλωτές, που άλλοτε σχημάτιζαν ουρές μπροστά στους υπαίθριους πάγκους και τις βιτρίνες των καταστημάτων, σήμερα κοντοστέκονται «αλλά δεν ψωνίζουν, γιατί δεν υπάρχουν χρήματα. Από τους εκατό περαστικούς, ο ένας αγοράζει ένα ματσάκι» όπως επισημαίνει χαρακτηριστικά.

Παλιότερα, σε διάστημα τριών μόλις ημερών, πριν από τα Χριστούγεννα, πωλούσε 500 περίπου ματσάκια με χριστουγεννιάτικα φυτά, σε αντίθεση με τα τελευταία χρόνια και την κατακόρυφη πτώση της αγοραστικής δύναμης των περισσότερων καταναλωτών.

«Σήμερα δεν πουλάμε ούτε τα μισά ματσάκια, γιατί ο κόσμος δυσκολεύεται να τα βγάλει πέρα, δεν έχει χρήματα» όπως υπογραμμίζει, για να προσθέσει ότι για πολλούς καταναλωτές τα 3 ευρώ, όσο είναι το αντίτιμο για ένα χριστουγεννιάτικο ματσάκι με γκι και λιόπουρνα, είναι ποσό που δεν μπορούν να διαθέσουν.

Οι περαστικοί που κάποτε περιδιάβαιναν τους δρόμους της πόλης με τα χέρια γεμάτα, σήμερα περιορίζονται στα απολύτως αναγκαία, με τον κ. Επιδέξιο να υπογραμμίζει: «Πολύς κόσμος ερχόταν στη στοά Ματσάγγου, που έσφυζε κάποτε από ζωή. Σήμερα έχουν αλλάξει πολλά και κάθε χρόνος που περνά, γίνεται ακόμη πιο δύσκολη η καθημερινότητα».

Ξεκίνησε να εργάζεται το 1960 ως υπαίθριος μικροπωλητής, βιώνοντας, λόγω επαγγέλματος, τις αλλαγές που έχουν συντελεστεί στο πέρασμα του χρόνου. Η νοσταλγία είναι ευδιάκριτη, καθώς ανατρέχει στο παρελθόν, στις καλές εποχές που πέρασαν και χάθηκαν στον χρόνο.

Κλείνοντας, εύχεται σε όλους «καλές γιορτές, καλή χρονιά και καλύτερο μέλλον για όλους», διατηρώντας το χαμόγελο και τη διάθεση να βρίσκεται κάθε χρόνο στο ίδιο σημείο, βρέξει – χιονίσει, αψηφώντας το τσουχτερό κρύο. Εξακολουθεί να κάθεται υπομονετικά στον πάγκο του, δίπλα στα γκι, παρατηρώντας τον χρόνο που περνά, ενώ διατηρεί την ελπίδα ότι θα έρθουν καλύτερες μέρες.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου