ΤΟΠΙΚΑ

Ανάγκη για 70% περισσότερα τρόφιμα έως το 2050

ανάγκη-για-70-περισσότερα-τρόφιμα-έως-το-878452

Η αύξηση της παραγωγής τροφίμων κατά 70% μέχρι το 2050 για την κάλυψη των διατροφικών αναγκών σε παγκόσμιο επίπεδο, χωρίς να υπάρχει δυνατότητα αύξησης της καλλιεργούμενης γης, είναι η πρόκληση, που καλείται να αντιμετωπίσει ο αγροδιατροφικός τομέας εν μέσω κλιματικής αλλαγής, αλλά και με την επισιτιστική κρίση να απειλεί ολοένα και περισσότερες χώρες και στην Ευρώπη.

Το παραπάνω τονίστηκε στην έναρξη του 18ου Πανελληνίου Συνεδρίου της Ελληνικής Επιστημονικής Εταιρείας Γενετικής Βελτίωσης Φυτών με θέμα «Βελτίωση φυτών: Καινοτομίες και προοπτικές για βιώσιμη ανάπτυξη», που διοργανώνεται στο ξενοδοχείο Ξενία Βόλου και ολοκληρώνεται σήμερα με στρογγυλή τράπεζα για τον «ρόλο της βελτίωσης των φυτών στις προκλήσεις για βιώσιμη ανάπτυξη και επισιτιστική ασφάλεια» και την απονομή βραβείων «Χρηστίδη και Παπαδάκη» σε ερευνητές.

Σύμφωνα με τη συντονίστρια του συνεδρίου, αναπληρώτρια καθηγήτρια Γενετικής Βελτίωσης Φυτών του Τμήματος Γεωπονίας, Φυτικής Παραγωγής και Αγροτικού Περιβάλλοντος Ουρανία Παυλή, οι προκλήσεις για τον αγροδιατροφικό τομέα αφορούν σε πέντε διαφορετικά επίπεδα. Αφενός στην αύξηση της παραγωγής τροφίμων κατά 70% μέχρι το 2050, χωρίς τη δυνατότητα αύξησης της καλλιεργούμενης γης, αφετέρου στη στοχευμένη παραγωγή των τροφίμων εκεί που χρειάζονται. Επιπλέον ο αγροδιατροφικός τομέας θα πρέπει να υιοθετήσει φιλικές προς το περιβάλλον μεθόδους παραγωγής, με έμφαση στη μείωση της χρήσης χημικών και την ορθολογική χρήση των υδατικών αποθεμάτων και να διασφαλίσει τη σταθερότητα της παραγωγής παρά την κλιματική αλλαγή. Επιπλέον στοίχημα είναι η διασφάλιση επαρκούς γενετικής ποικιλότητας για βελτίωση και προσαρμογή του φυτικού κεφαλαίου στις νέες συνθήκες, η μεταβολή των καταναλωτικών αναγκών προς τρόφιμα αναβαθμισμένης θρεπτικής αξίας και η ικανοποίησης της αυξανόμενης ζήτησης βιο-βασισμένων προϊόντων στο πλαίσιο της βιο-οικονομίας.

«Η ικανοποίηση όλων αυτών των αναγκών, θα απαιτήσει αναμφίβολα τη βιώσιμη εντατικοποίηση της παραγωγής, που δεν μπορεί φυσικά να επιτευχθεί, αν δεν βασίζεται στην έρευνα και στην καινοτομία, καθώς και στη συλλογικότητα για τη λήψη αποφάσεων σχετικά με τα κατάλληλα κατά περίπτωση γεωργικά συστήματα που ακολουθούνται.

Βιώσιμη εντατικοποίηση της φυτικής παραγωγής δεν νοείται χωρίς την αξιοποίηση φυτικών ποικιλιών «προικισμένων» γενετικά με επιθυμητά γνωρίσματα που συμβάλλουν στην εξασφάλιση υψηλής και σταθερής απόδοσης των καλλιεργειών, υψηλής ποιότητας προϊόντων, ικανοποιητικής παραγωγής ακόμα και σε καθεστώς χαμηλών εισροών, καθώς και αντοχής στις βιοτικές και αβιοτικές καταπονήσεις που περιορίζουν δραστικά την παραγωγικότητα, συχνά απειλώντας την οικονομική βιωσιμότητα των καλλιεργειών», τόνισε η κ. Παυλή αναφερόμενη στον ρόλο ης γενετικής βελτίωσης των φυτών που είναι ακριβώς η δημιουργία αυτών των ποικιλιών.

«Η επιστήμη της γενετικής καλείται να επαναλάβει και να υπερβεί τα σημαντικά επιτεύγματα της «Πράσινης Επανάστασης» που συνετέλεσε τα μέγιστα στην παγκόσμια αύξηση της αγροτικής παραγωγής τις τελευταίες επτά δεκαετίες και απομάκρυνε τον κίνδυνο ανεπάρκειας τροφίμων που και τότε απασχολούσε την ανθρωπότητα», υπογράμμισε η ίδια.

«Παρά το στενό πλαίσιο δυνατοτήτων και τα αντικειμενικά προβλήματα που υφίστανται, όλοι εμείς που υπηρετούμε την εφαρμοσμένη αυτή επιστήμη έχουμε τη βεβαιότητα ότι η βελτίωση των φυτών στη χώρα μας μπορεί να ανταποκριθεί αποτελεσματικά και να συνεισφέρει σημαντικά και έγκαιρα στη βιώσιμη ανάπτυξη του αγροδιατροφικού μας τομέα, ενός τομέα του οποίου η σπουδαιότητα έχει επιτέλους γίνει κατανοητή από όλους», πρόσθεσε η αναπληρώτρια καθηγήτρια Γενετικής Βελτίωσης Φυτών.

ΕΛΕΝΗ ΧΑΝΟΥ

#Tags

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου