ΤΟΠΙΚΑ

Αύξηση της ενδοοικογενειακής βίας 800%! ~ Τρομακτικό ξέσπασμα εν μέσω καραντίνας

αύξηση-της-ενδοοικογενειακής-βίας-800-τ-812069

Την εξασφάλιση χρηματοδότησης για τη λειτουργία πέντε δομών στήριξης κακοποιημένων γυναικών μέχρι το τέλος του 2022 ανακοίνωσε η Περιφέρεια Θεσσαλίας

Σοκαριστικά είναι τα στοιχεία σχετικά με την κακοποίηση των γυναικών, εν μέσω πανδημίας, όπως ανέφεραν διακεκριμένοι ομιλητές στην προχθεσινή διαδικτυακή συζήτηση, που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο των δράσεων ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης της Περιφέρειας Θεσσαλίας και συγκεκριμένα της Περιφερειακής Επιτροπής Ισότητας των Φύλων, με αφορμή τη Διεθνή Ημέρα εξάλειψης της βίας κατά των γυναικών.

Ρεπορτάζ: ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΚΟΤΡΩΤΣΟΥ

Με θέμα «Εχεις δύναμη. Πάρε την απόφαση» η διαδικτυακή ενημερωτική συζήτηση είχε έντονο ενδιαφέρον, με τον υπουργό Δικαιοσύνης Κώστα Τσιάρα και τους βουλευτές Αχαΐας, Λάρισας και Καρδίτσας να δίνουν συγχαρητήρια.

Χαιρετισμό στη συζήτηση απηύθυναν ο περιφερειάρχης Θεσσαλίας Κώστας Αγοραστός και η αντιπεριφερειάρχης Μαγνησίας Δωροθέα Κολυνδρίνη, με τον πρώτο να ανακοινώνει την παράταση της χρηματοδότησης μέχρι το τέλος του 2022 για τη συνέχιση της λειτουργίας πέντε Δομών υποστήριξη των γυναικών – θυμάτων βίας σε Βόλο, Λάρισα, Τρίκαλα και Καρδίτσα.

«Πρόκειται για δύο ξενώνες φιλοξενίας κακοποιημένων γυναικών και τρία Κέντρα Συμβουλευτικής και Υποστήριξης. Η χρηματοδότηση από το ΕΣΠΑ Θεσσαλίας 2014-2020 καλύπτει τόσο τα λειτουργικά έξοδα, όσο και το μισθολογικό κόστος του εξειδικευμένου προσωπικού, που απασχολείται στις δομές. Είμαστε εδώ για να υλοποιήσουμε και νέες ιδέες με σκοπό να μειώσουμε το φαινόμενο της κακοποίησης των γυναικών και να τις προστατεύσουμε στην πράξη», ενημέρωσε ο περιφερειάρχης.

Η θλιβερή αλήθεια των επίσημων στοιχείων

Περισσότερα από 33.000 είναι τα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας, που έχουν καταγγελθεί στην ΕΛ.ΑΣ. την τελευταία δεκαετία, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, που παρουσίασε στη συζήτηση ο υπουργός Δικαιοσύνης. Το 75% των καταγγελιών αφορά σε γυναίκες, συμπλήρωσε στη συνέχεια ο διακεκριμένος ιατροδικαστής Αναστάσιος Θεοδωρίδης, με σημαντικές υποθέσεις στο ενεργητικό του. Παράλληλα, πρόσθεσε ότι τον περασμένο Απρίλιο, στην πρώτη καραντίνα, τα τηλεφωνήματα στη γραμμή SOS για την ενδοοικογενειακή βία έφτασαν τα 1.070.

«Ως ιατροδικαστής, προ πανδημίας είχα στο ιατρείο μου ένα με δύο, το πολύ, περιστατικά κακοποίησης γυναικών. Το πρώτο δίμηνο που βρεθήκαμε σε καραντίνα τα περιστατικά που δέχθηκα στο ιατρείο μου ήταν 16. Μιλάμε για μια αύξηση 800%. Έφτασε να χτυπάει το τηλέφωνο μου τον Μάρτιο και τον Απρίλιο μόνο για παρόμοια περιστατικά. Υπάρχουν σίγουρα πολλά περισσότερα, τα οποία δεν καταγγέλλονται υπό τον φόβο τι θα επακολουθήσει.

Ο εγκλεισμός οδήγησε σε περισσότερες καταγγελίες περιστατικών, παρ’ όλο που ήταν δύσκολο για το θύμα να προβεί σε καταγγελία, ούσα εγκλωβισμένη στον ίδιο σπίτι με τον θύτη ένεκα της καραντίνας. Η καραντίνα έβγαλε στην επιφάνεια τον πραγματικό χαρακτήρα των ανθρώπων. Η ενδοοικογενειακή βία είναι από τις χειρότερες υποθέσεις που έχω ασχοληθεί όλα αυτά τα χρόνια», ανέφερε ο κ. Θεοδωρίδης.

Ακόμη, ο ίδιος παρότρυνε τόσο τα θύματα ενδοοικογενειακής βίας, όσο και τα πρόσωπα του οικείου περιβάλλοντος, συγγενείς, φίλους και γείτονες, να μιλούν και να καταγγέλλουν τα περιστατικά. «Αν κάποιος δεν φορά μάσκα θα το καταγγείλουμε. Αν η γυναίκα στο διπλανό διαμέρισμα, όμως, κακοποιείται, δεν θα το καταγγείλουμε. Η καταγγελία αυτού του είδους περιστατικών στην Αστυνομία δεν είναι ρουφιανιά.

Η γυναίκα που δεν καταγγέλλει το πρώτο περιστατικό κακοποίησης, θα έχει και δεύτερο. Αν δεν καταγγείλει ούτε το δεύτερο, δεν θα έχει τρίτη ευκαιρία. Έχω βρεθεί σε δικαστικές διαμάχες για γυναικοκτονίες στις οποίες ο σύζυγος κακοποιούσε συνεχώς κατά το προηγούμενο διάστημα τη γυναίκα. Το γνώριζαν όλοι, αλλά κανείς δεν μιλούσε», προσέθεσε ο ιατροδικαστής.

Ο ρόλος της Αστυνομίας

Απόλυτα διαφωτιστική ήταν η συμμετοχή στη συζήτηση του αστυνόμου β’ Αθανάσιου Σπανού, που εξειδικεύεται και ασχολείται μεθοδικά με το φαινόμενο της ενδοοικογενειακής βίας στη Λάρισα τα τελευταία 21 χρόνια.

Τα εγκλήματα που εμπίπτουν στη νομοθεσία περί ενδοοικογενειακής, όπως ανέφερε ο κ. Σπανός, είναι η σωματική βλάβη σε όλες τις εκφάνσεις της, η παράνομη βία και η απειλή, ο βιασμός και η κατάχρηση σε ασέλγεια, καθώς και η προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας. Όπως τόνισε ο ίδιος, στο πεδίο εφαρμογής της σχετικής νομοθεσίας, προστέθηκαν το 2018 και οι μόνιμοι σύντροφοι, αλλά και οι τέως σύζυγοι.

«Από τη στιγμή που το θύμα προβεί σε καταγγελία του περιστατικού δίνεται η δυνατότητα, εφόσον απειλείται η ασφάλειά του, να επιβληθούν περιοριστικά μέτρα απαγόρευσης προσέγγισης του θύτη στον χώρο κατοικίας ή και εργασίας, στην κατοικία στενών συγγενών, στον ξενώνα φιλοξενίας, αν έχει μεταβεί εκεί, και στο σχολείο των παιδιών», υπογράμμισε ο αστυνόμος.

Στη συνέχεια η Αστυνομία υποχρεούται, αν το θύμα το ζητήσει, να ενημερώσει τους αρμόδιους φορείς, ΟΤΑ κ.λπ. ώστε να του παρασχεθεί η απαραίτητη κατά περίπτωση αρωγή: «Αν το θύμα εκφράσει την επιθυμία να αλλάξει σπίτι ενημερώνονται οι αρμόδιες υπηρεσίες από εμάς και συγκεκριμένα ο Ξενώνας Κακοποιημένων Γυναικών. Ωστόσο, στις περισσότερες περιπτώσεις οι γυναίκες προτιμούν να φιλοξενηθούν από συγγενικά ή φιλικά τους πρόσωπα».

Βασικό μέλημα της Αστυνομίας είναι το θύμα να νιώσει ασφάλεια προκειμένου να καταγγείλει το περιστατικό με λεπτομέρειες. Ο κ. Σπανός επεσήμανε τις δυσκολίες να «ξεκλειδωθεί» η ψυχή μιας κακοποιημένης γυναίκας και να καμφθούν οι φοβίες της ώστε να καταθέσει: «Οι αστυνομικοί που ασχολούνται με θέματα ενδοοικογενειακής βίας είναι πάντοτε ευαισθητοποιημένοι και πλήρως ενημερωμένοι σχετικά με την τρέχουσα νομοθεσία.

Γνωρίζουμε ότι πάντοτε κυρίαρχο συναίσθημα του θύματος είναι ο φόβος της καταγγελίας και των συνεπειών της για αυτό και φροντίζουμε να νιώσει άνετα. Το θύμα οδηγείται σε ιδιαίτερο γραφείο όπου δεν υπάρχουν άλλοι ακροατές και το περιεχόμενο των διαλόγων είναι άκρως εμπιστευτικό όπως επιτάσσει και η νομοθεσία. Εφόσον το θύμα το επιθυμεί, μπορεί να μιλήσει και με γυναίκα συνάδελφο για να νιώσει πιο άνετα. Πρέπει να δημιουργηθεί μια σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ του αστυνομικού και του θύματος ώστε να καταθέσει την αξιόποινη πράξη με πληρότητα», ανέφερε και συνέχισε τονίζοντας πως:

«Η Αστυνομία προσπαθεί αφενός να παρέχει στο θύμα ασφάλεια, αφετέρου να αποδώσει δικαιοσύνη. Για αυτό και έχουν ιδρυθεί αυτοτελείς αστυνομικές υπηρεσίες, τμήματα αντιμετώπισης της ενδοοικογενειακής βίας σε κάθε περιφέρεια με τους αστυνομικούς που υπηρετούν εκεί συνεχώς να μετεκπαιδεύονται και να ενημερώνονται.

Για πολλές γυναίκες η ασφάλεια του σπιτιού είναι συνώνυμο της απόλυτης έκθεσης στον κίνδυνο. Το «Μένουμε Σπίτι» δεν σημαίνει ασφάλεια για όλους. Το αρχηγείο της αστυνομίας επαγρυπνεί και είναι σε επιφυλακή, ειδικά αυτές τις δύσκολες μέρες, ώστε να προασπίσει τα δικαιώματα των κακοποιημένων γυναικών».

Κλείνοντας, σημείωσε πως στις περιπτώσεις που το θύμα δεν δύναται να τηλεφωνήσει εκείνη τη στιγμή, μπορεί να στείλει γραπτό μήνυμα στον αριθμό 100 που θα αναγράφεται το ονοματεπώνυμο, η διεύθυνση και το είδος της επείγουσας ανάγκης, π.χ. ξυλοδαρμός ενώ υπενθύμισε ότι η καταγγελία μπορεί να πραγματοποιηθεί από οποιονδήποτε εκτός του θύματος ακόμη και από κάποιον που δεν γνωρίζει καν το θύμα.

Στη διαδικτυακή συζήτηση συμμετείχαν ακόμη η πρόεδρος της Περιφερειακής Επιτροπής Ισότητας των Φύλων της Περιφέρειας Θεσσαλίας Λία Ρογγανάκη, καθώς και μέλη της Επιτροπής με αξιόλογες τοποθετήσεις. Την ανοιχτή στο κοινό συζήτηση συντόνισε ο δημοσιογράφος της εφημερίδας Ελευθερία και πρόεδρος ΕΤΑΣ Σωτήρης Κέλλας.

Το προφίλ του δράστη

Στα στατιστικά στοιχεία που δόθηκαν στη δημοσιότητα υπάρχει και σκοτεινός αριθμός. Αυτός των γυναικών που δεν έχουν σπάσει τη σιωπή τους. Οι γυναίκες 15 έως 44 ετών κινδυνεύουν βάσει στατιστικών πολύ περισσότερο από βιασμό ή ενδοοικογενειακή βία παρά από τροχαίο ατύχημα, καρκίνο ή οτιδήποτε άλλο.

Ο Γεώργιος Γιαννούσης, ψυχοθεραπευτής, συμμετείχε επίσης στη συζήτηση περιγράφοντας με τη σειρά του το προφίλ του δράστη. Στις περισσότερες περιπτώσεις, όπως ανέφερε, πρόκειται για παθολογική ζήλια και πατριαρχικά μοτίβα που κυριαρχούν: «Ο άντρας που κακοποιεί τη σύντροφο ή τη σύζυγό του αισθάνεται μια παράλογη αίσθηση ιδιοκτησίας, μια μανία κατοχής που αναβιώνει ήθη και θεσμούς μιας άλλης εποχής. Οι άντρες που κακοποιούν συχνά έχουν μεγαλώσει σαν κτήμα της δικής τους μητέρας η οποία τους έμαθε να αγαπούν κτητικά όπως τους αγάπησε εκείνη.

Ο άντρας αυτός τελικά καταστρέφει αυτό που αγαπά επειδή του θυμίζει την αδυναμία του να υπάρχει δίχως αυτή. Έχει ανάγκη την ύπαρξη της γυναίκας για να επιβεβαιώνει τον ανδρισμό του όταν αυτός θίγεται αλλού. Για να νιώθει ανώτερος ασκώντας εξουσία επάνω της όταν αλλού νιώθει υποδεέστερος.

Χρειάζεται να συνειδητοποιήσουμε ως κοινωνία τι σημαίνει αγάπη. Η αγάπη δεν τραυματίζει, δεν κακοποιεί. Επομένως, για όλα αυτά δεν φταίει η κακιά η ώρα αλλά η ελλιπής και ανασφαλής προσωπικότητα και ο τρόπος που ο άντρας έμαθε από το σπίτι του και από την κοινωνία να αγαπά».

Καταλήγοντας ο ίδιος επεσήμανε πως η ενδοοικογενειακή βία είναι ένα κοινωνικό πρόβλημα. Ένα φαινόμενο που πρέπει να αντιμετωπιστεί σε πολλά επίπεδα ξεκινώντας από την πρόληψη και την αποτροπή του, από την παιδεία, από την πρόνοια και καταλήγοντας στην ψυχολογική και αστυνομική υποστήριξη.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου