ΤΟΠΙΚΑ

Καινούρια ζωή

καινούρια-ζωή-851206

Ακολούθησε το δρόμο για τον οποίο ήταν φτιαγμένος, σιγοσφυρίζοντας καθώς προχωρούσε με τα χέρια στις τσέπες. Κι αν συχνά λοξοδρομούσε, αυτό ήταν γιατί για μερικούς ο δρόμος τους δεν ήταν ποτέ ίσιος.
Άφησε το μικρό χωριό του πίσω και όσους αγαπούσε χωρίς καμία τύψη. Γιατί είχε μεγαλώσει και είχε ωριμάσει, ήξερε πια ως το βάθος του τον εαυτό του κι ειρωνευόταν κατάβαθα όσα φτωχά κι ανούσια το χωριουδάκι και τα αγαπημένα πρόσωπα μπορούσαν να προσφέρουν.
Παραδόθηκε ολότελα στις απολαύσεις που του φαινόταν η πιο λογική στάση, στη δύναμη των ορμών του, που στη δική τους υπηρεσία ένιωθε στρατευμένος, σ’ αυτή την τρομακτική δύναμη που βασιλεύει πάνω στην τυφλή, ασύνειδη ζωή. Της δόθηκε με όλο του το πάθος και κείνη τον αντάμειψε με όλα όσα μπορούσε να του δώσει, παίρνοντάς του αλύπητα όλα όσα πρέπει να πάρει σ’ αντάλλαγμα της προσφοράς της.
Και τότε ένιωσε την απουσία όλων όσων είχε χάσει. Και ανακάλυψε το πνεύμα. Το βλέμμα του οξύνθηκε, τα μεγάλα λόγια έπαψαν να έχουν μυστικά, οι ψυχές των ανθρώπων –κι η δική του- ανοίχτηκαν μπροστά του, είδε τον κόσμο από το μέσα μέρος και την ουσία των λόγων και των πράξεων, που ήταν μόνο φάρσα κι αθλιότητα –φάρσα και αθλιότητα μονάχα.
Κι ύστερα, μαζί με το βάρος της εμπειρίας της γνώσης της ψυχής και του κορμιού του, ήρθε η απομόνωση. Γιατί δεν άντεχε τον συγχρωτισμό των αφελών με τον χαρούμενα σκοτισμένο νου και η κακία στα μάτια τους τον απωθούσε. Ολοένα όμως περισσότερο τον φλόγιζε ο πόθος για τις απολαύσεις της σάρκας, όταν βρισκόταν σε μια κατάσταση έντονης πνευματικής διέγερσης και το αντίστροφο. Γιατί έλεγε ότι η ζωή θα γινόταν πολύ θλιβερή, αν το ισοζύγιασμα της σωματικής και της πνευματικής απόλαυσης δεν μας κρατούσε σε μια ζωογόνα εγρήγορση.
Έζησε μεγάλες περιπέτειες με το σώμα και το πνεύμα. Αλλά επειδή η καρδιά του ήταν άνυδρη και σκληρή, έπεφτε στις περιπέτειες αυτές γλιστρώντας απ’ το σωματικό ή τον πνευματικό πόθο στην ενοχή και βασανίζονταν ανείπωτα απ’ αυτό.
Τον κυρίεψε απέραντο μίσος για τις αισθήσεις και το πνεύμα κι άγρια επιθυμία για αγνότητα, που δεν την έβρισκε σε καμιά ηδονή. Και ξαναγύρισε στη φύση. Μέσα στον καθαρό και ευωδιαστό αέρα, ανάμεσα στα δέντρα, ανάμεσα στα ζώα που ζευγαρώνουν, πίσω από το σπόρο που πέφτει στο νοτισμένο χώμα, μέσα σε μια μυστηριακά πρωτόγονη ηδονική ορμή.
Έτσι όμως απόμεινε δίχως άγκυρα και τα παλιά λιμάνια –η παγερή πνευματικότητα, το αισθησιακό μεθύσι- ήταν μακριά. Άρχισε να νιώθει ότι ζει μία ζωή που βασικά απεχθάνεται. Όσο όμως ξανοίγονταν στο πέλαγος αυτό, τόσο η ματιά του γινόταν πιο εκλεκτική, λεπτή, ευερέθιστη απέναντι στο χυδαίο και πάρα πολύ ευαίσθητη στις μυστηριώδεις κλήσεις του σύμπαντος κόσμου. Κι έφτασε στην απόγνωση. Ώσπου, εντελώς αναπάντεχα, ερωτεύτηκε. Δίχως όρους και όρια. Και μια καινούρια ζωή που περιέκλειε τα πάντα άρχισε από την αρχή γι’ αυτόν.

#Tags

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου