ΤΟΠΙΚΑ

Το ακατανόητο της δημοσιογραφικής ελευθερίας

το-ακατανόητο-της-δημοσιογραφικής-ελ-851206

Δεν ακούστηκαν για πρώτη φορά τέτοιες απόψεις. Ούτε πρώτη φορά υποδείχθηκε η ελευθερία του δημοσιογραφικού λόγου ως υπεύθυνη για κάθε (θεωρούμενο) κακό. Το αναπάντεχο ήταν ότι τέτοιες απόψεις επιχειρήθηκε να διαρρήξουν τον υμένα του προσωπικού (ως αντίληψη, ως «πιστεύω») και να γίνουν συλλογική άποψη και θέση. Και μάλιστα ενός οργάνου δημοκρατικά και ελεύθερα εκλεγμένου. Ενός οργάνου που (οφείλει να) εκπληρώνει τη συνταγματική επιταγή της ελεύθερης διαβούλευσης και εγγυάται τη δημοκρατία της συμμετοχής και του ελέγχου στα κοινά.
Αναφέρομαι στα όσα ειπώθηκαν στην πρόσφατη συνεδρίαση του Νομαρχιακού μας Συμβουλίου. Οχι τόσο στα παράπονα που εκφράσθηκαν για την (υπαρκτή ή φαντασιακή) υποβάθμιση ή απουσία παρουσίασης απόψεων όλων των πλευρών του Συμβουλίου, όσο στις ανατριχιαστικές απόψεις που ακούστηκαν για… «παρακολούθηση» των δημοσιογραφικών κειμένων που αφορούν στις συνεδριάσεις του οργάνου.
Παράπονα του τύπου «εμάς δεν μας δίνουν τα ΜΜΕ τον ίδιο ή τον ανάλογο χώρο (και χρόνο)» ακούγονται συχνά. Φυσιολογικό είναι ο καθένας να θέλει περισσότερη προβολή. Εστω και αν σε παρελθόντα χρόνο και με αντεστραμμένους τους ρόλους δεν αποδεχόταν το ίδιο για την άλλη πλευρά. ‘Η θεωρούσε φυσιολογικά και δικαιωματικά δι εαυτόν όσα σήμερα δεν κατανοεί για τον αντίπαλο.
Οι προτάσεις όμως για «μεζούρα» στο μέτρημα των δημοσιογραφικών κειμένων ή για «διαπαραταξιακές» που θα ζυγίζουν το ειδικό βάρος των ρεπορτάζ, προβληματίζουν. Κυρίως διότι πρόκειται για αντιλήψεις που φοβάσαι το επόμενο βήμα τους. Ισως επειδή έχουν συγκεκριμένη προέλευση.
Ας ξεκινήσουμε από το πιό απλό. Παραπονέθηκαν κάποιοι σύμβουλοι των αντιπολιτεύσεων ότι προβάλλεται η άποψη της πλειοψηφίας περισσότερο από τη δική τους. Οτι ουσιαστικά οι δημοσιογράφοι επιλέγουν αυθαίρετα ή (το χειρότερο) κατόπιν καθοδήγησης (από την πλειοψηφία; από τους εργοδότες τους;) πώς και τι θα γράψουν ως είδηση. Παραπονέθηκε κατ’ αρχάς ο νομαρχιακός σύμβουλος του ΚΚΕ κ. Γ. Χαρμάνης. Ο εκπρόσωπος της παράταξης που θεωρεί πάντα ως παρακαταθήκη τη φράση του αείμνηστου Χαρίλαου Φλωράκη, στην εκδήλωση της ΕΣΗΕΑ για την «ελευθεροτυπία» το 1975, ότι «αλήθεια είναι ό,τι συμφέρει το λαό».
Τη σκυτάλη των παραπόνων παρέλαβε ο πρώην Νομάρχης κ. Γ. Πρίντζος. Ξεχνώντας ότι ως νομάρχης είχε απαιτήσει και είχε καταφέρει μέχρι και την αντικατάσταση ρεπόρτερ του νομαρχιακού ρεπορτάζ επειδή δεν του άρεσαν τα γραφόμενα.
Να υπενθυμίσουμε ότι το Συμβούλιο της Επικρατείας έχει αποφανθεί από το Δεκέμβρη του 2008 ότι «ο δημοσιογράφος είναι εκείνος που αξιολογεί τι από τα γεγονότα αποτελεί είδηση και πότε αυτή θα πρέπει να μεταδοθεί. Οι ραδιοφωνικοί και τηλεοπτικοί σταθμοί μπορούν να ελεγχθούν από το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης (ΕΣΡ), μόνο αν παραλείψουν να μεταδώσουν πλήρως ένα γεγονός κατά γενική παραδοχή σημαντικό, και όχι όταν μεταδώσουν ένα γεγονός και αποφασίσουν να του δώσουν μικρότερη έκταση. Και αυτό γιατί η αξιολόγηση των ειδήσεων και η ιεράρχησή τους ανήκει αποκλειστικά στους δημοσιογράφους…»
Και αυτό διότι κατά την δημοσιογραφική ελευθερία που κατοχυρώνεται στο Σύνταγμα, ο δημοσιογράφος έχει την ευχέρεια να αξιολογεί και να επιλέγει τι από τα συμβαίνοντα αξίζει να θεωρηθεί ως είδηση και να μεταδοθεί.
Στη δημοσιογραφική ελευθερία, σύμφωνα με το ΣτΕ αλλά και τα κοινώς παραδεχόμενα, ανήκει και η ευχέρεια του δημοσιογράφου να ιεραρχεί αυτός μόνο και να αξιολογεί τα γεγονότα ως περισσότερο ή λιγότερα σημαντικά μεταξύ τους και να αποφασίζει πόσος χρόνος θα διατεθεί σε κάθε ένα από αυτά.
Το σημαντικότερο ήταν στην κολοσσιαία πολιτική άποψη που εξέφρασε ο (αναλόγου πολιτικού μεγέθους) πρόεδρος της τοπικής ΝΟΔΕ της Ν.Δ. και νομαρχιακός σύμβουλος κ. Π. Μπατζιάκας. Που πρότεινε «διαπαραταξιακή επιτροπή» που… θα ελέγχει το πώς προβάλλονται οι συνεδριάσεις και θα βάλει τους όρους με τους οποίους θα γίνεται το δημοσιογραφικό ρεπορτάζ! Το αναφέρω χωρίς άλλο σχολιασμό, απλώς επειδή κάθε επιπλέον λέξη θα δώσει βαρύτητα σε μία πρόταση άκρως επικίνδυνη.
Βεβαίως η ελευθερία του λόγου και της άποψης (δημοκρατική κατάκτηση και του δημιοσιογραφικού κόσμου) επιβάλλει το δικαίωμα στον καθένα να λέει ό,τι πιστεύει ως σωστό. Αποδεχόμενος όμως και την κριτική.
Ως επίλογο θα συστήναμε σε όλους τους προαναφερθέντες αλλά και σε όποιον δυσφορεί με την ελευθερία του δημοσιογραφικού λόγου, να αφιερώσει λίγο χρόνο στην ανάγνωση του «Ρινόκερου» του Ιονέσκο. Και ό,τι… καταλάβει…

#Tags

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου