ΤΟΠΙΚΑ

«Δακρύσαμε μόλις είδαμε το μοναστήρι»

δακρύσαμε-μόλις-είδαμε-το-μοναστήρι-851206

Δεκάδες φωτογραφικά ενσταντανέ και συγκινητικές μνήμες συνθέτουν το προσκύνημα του γνωστού Βολιώτη καρδιολόγου Λεωνίδα Νησιώτη στα αγιασμένα χώματα της Παναγίας Σουμελά, που ξαναζωντάνεψαν μετά από 88 χρόνια σιωπής. Ο γνωστός συμπολίτης γιατρός, ο οποίος παρακολούθησε με κατάνυξη, μαζί με την σύζυγό του Ελένη, τη Θεία Λειτουργία που τέλεσε ανήμερα της εορτής του Δεκαπενταύγουστου ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος, ένιωσε να ξαναζωντανεύουν οι ιστορίες που του αφηγούνταν ο συνονόματος παππούς του, μεταφέροντας μνήμες από την πατρίδα του, την Κιουτάχεια. «Μόλις πληροφορήθηκα ότι θα τελεστεί Πατριαρχική Θεία Λειτουργία στην Παναγία Σουμελά, μου γεννήθηκε αυθόρμητα η επιθυμία να συμμετάσχω» υπογραμμίζει ο κ. Νησιώτης, για να προσθέσει: «βίωσα συναισθήματα έντονης συγκίνησης στη θέα του μοναστηριού, το οποίο είναι κτισμένο μέσα σ’ έναν τεράστιο βράχο, σε μια χαράδρα και δίνει την εντύπωση ότι κρέμεται από τον βράχο. Αποτελεί, προσθέτει, ένα επιβλητικό μνημείο της Ορθόδοξης πίστης, με εκπληκτικές αγιογραφίες, το οποίο περιστοιχίζεται από πυκνή βλάστηση».

Στο χώρο της Μονής όπου τελέστηκε η Θεία Λειτουργία εισήλθαν περίπου 500 πιστοί, οι οποίοι είχαν εξασφαλίσει προηγουμένως ειδική άδεια, ενώ οι υπόλοιποι προσκυνητές παρακολούθησαν την ιστορική Θεία Λειτουργία «από δύο τεράστιες γιγαντοοθόνες, οι οποίες είχαν τοποθετηθεί σε απόσταση 2 χιλιομέτρων από το Μοναστήρι, προκειμένου να παρακολουθήσουν τη Λειτουργία όσοι δεν είχαν εξασφαλίσει την ειδική άδεια που θα τους επέτρεπε την είσοδο μέσα στο Μοναστήρι» εξηγεί ο κ. Νησιώτης, ο οποίος υπογραμμίζει ότι εάν είχε πληροφορηθεί έγκαιρα αυτή τη σημαντική λεπτομέρεια, θα είχε εξασφαλίσει την απαιτούμενη άδεια εισόδου στο Μοναστήρι.

Στο ευλαβικό προσκύνημα συμμετείχαν άνθρωποι κάθε ηλικίας, με πίστη και αμέτρητη λαχτάρα. «Είδα ανθρώπους διαφόρων ηλικιών, παιδιά, νέους, ηλικιωμένους, γιαγιάδες που βάδιζαν με δυσκολία και έκλαιγαν μόλις έφτασαν στο Μοναστήρι. Όλα ήταν πάρα πολύ συγκινητικά» θυμάται ο κ. Νησιώτης. Όπως επισημαίνει μάλιστα ο ίδιος, «όσοι βρέθηκαν στην Παναγία Σουμελά βίωσαν ένα ακόμη θαύμα, καθώς ενώ έβρεχε καταρρακτωδώς στην γύρω περιοχή, στο χώρο της Μονής δεν παρουσιάστηκε κανένα πρόβλημα στη διάρκεια της Αειτουργίας και μόλις ολοκληρώθηκε η λειτουργία άρχισε να βρέχει».

Μνημείο της Ορθοδοξίας

Η θαυματουργή Παναγία Σουμελά, που βρίσκεται κοντά στην Τραπεζούντα και αποτελεί σύμβολο του Ποντιακού Ελληνισμού επί 16 αιώνες, ξαναζωντάνεψε σε κλίμα έντονης συγκινησιακής φόρτισης. «Ηταν τρομερά συγκινητικό το γεγονός ότι μετά από 88 χρόνια τελέστηκε λειτουργία στο Μοναστήρι και ακούστηκε και πάλι ο ήχος του κεμεντζέ από Έλληνες» τονίζει ο κ. Νησιώτης. Ολοι έκλαιγαν όταν έψαλε τον ύμνο στην Παναγία ο Μητροπολίτης Δράμας τη συνοδεία κεμεντζέ, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι όλες οι τουρκικές εφημερίδες φιλοξένησαν εκτενή αφιερώματα στην Πατριαρχική Θεία Λειτουργία, που ήταν παντού το πρώτο θέμα. «Εδωσαν τεράστια σημασία στο συγκεκριμένο γεγονός και θεωρώ ότι ήταν μεγάλη νίκη του Πατριάρχη, ο οποίος αποδεικνύεται ένας ηγέτης θρησκευτικός με παγκόσμια αξία» σημειώνει ο συμπολίτης γιατρός.

Σκιαγραφώντας παράλληλα τη σημερινή εικόνα της Μονής, αναφέρει ότι «το Μοναστήρι δεν παρουσιάζει εικόνα εγκατάλειψης, διότι χρησιμοποιείται ως Μουσείο. Εχουν γίνει έντονες προσπάθειες από το Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου, συνεχίζει ο ίδιος, και σήμερα είναι ένα καλοδιατηρημένο μνημείο». Σε ό,τι αφορά την ιστορική Θεία Λειτουργία «υπήρχε πάρα πολύ οργάνωση, ήρεμο κλίμα, ήταν όλα πάρα πολύ καλά οργανωμένα». Τα πούλμαν οδήγησαν τους προσκυνητές μέχρι ένα ορισμένο σημείο και το υπόλοιπο της διαδρομής, 700 περίπου μέτρα, καλύφθηκαν περπατώντας από τους προσκυνητές, οι οποίοι ανέβηκαν 70 σκαλιά και κατέβηκαν άλλα τόσα στη συνέχεια, προκειμένου να εισέλθουν στο Μοναστήρι. Κι ήταν τόσο μεγάλη η πίστη και η λαχτάρα τους, ώστε διάνυσαν αδιαμαρτύρητα την διαδρομή που ακολουθούσαν αιώνες πριν οι πρόγονοί τους.

Η πιο συγκινητική λεπτομέρεια είναι ότι με τον ίδιο τρόπο «μεταφέρθηκαν στον ιερό χώρο όπου τελέστηκε η θεία λειτουργία ο πατριαρχικός θρόνος, τα ιερά σκεύη και ο επιμέρους εξοπλισμός που απαιτήθηκε για την τέλεση του μυστηρίου.

Ο Πατριάρχης αναφέρθηκε μάλιστα και στην ιστορία του Μοναστηριού, στους αυτοκράτορες του κράτους της Τραπεζούντας και τους Σουλτάνους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που με χρυσόβουλα υποστήριξαν το Μοναστήρι, καθώς και στους μαρτυρικώς τελειωθέντες αδελφούς ημών, κάνοντας έμμεση μνεία στην γενοκτονία των Ποντίων, ενώ οι πιστοί φώναζαν «Αξιος», αναφέρει ο κ. Νησιώτης.

Συγκινητική ιστορία

«Γνωρίζω την ιστορία του Μοναστηριού, την άκουγα από τον παππού μου, δεν πήγα τυχαία. Ξέρω επίσης πόσο αγώνα έδωσαν οι μοναχοί ώστε να κρατήσουν τα κειμήλια, τα οποία έμειναν δέκα χρόνια κρυμμένα» τονίζει ο κ. Νησιώτης και συνεχίζει: «πήγα γιατί ήθελα να δω το μοναστήρι, ήθελα να δω την περιοχή του Πόντου με την Τραπεζούντα που ήταν το τρίτο κέντρο του Ελληνισμού στη Μικρά Ασία, και γενικά την περιοχή όπου έζησαν επιφανείς Έλληνες». Εντύπωση προκάλεσαν στον κ. Νησιώτη «τα εντυπωσιακά σπίτια που αποτελούσαν τις κατοικίες Ελλήνων τραπεζιτών και μάλιστα σε μια έπαυλη που σήμερα χρησιμοποιείται ως Μουσείο για τον Κεμάλ Ατατούρκ είδαμε τα πρώτα καλοριφέρ, αναφέρει ο ίδιος, που χρησιμοποιήθηκαν στην Ευρώπη το 1890». Η περιοχή είναι καταπράσινη, γεμάτη από κέδρους, έλατα και άλλα αιωνόβια δέντρα. Στη συγκεκριμένη περιοχή δεσπόζει το επιβλητικό Μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά, που όπως προαναφέρθηκε είναι χτισμένο μέσα σ’ έναν τεράστιο βράχο.

Το ζεύγος των προσκυνητών από τον Βόλο που αναχώρησε το βράδυ της Πέμπτης 12 Αυγούστου, επέστρεψε το απόγευμα της Δευτέρας 16 Αυγούστου με έντονα συναισθήματα. «Δεν νιώσαμε καθόλου κούραση και οπωσδήποτε θα ξαναπάμε όταν θα τελεστεί και πάλι Θεία Λειτουργία, γιατί η Παναγία δίνει ανάταση ψυχής και ειδικά στο συγκεκριμένο χώρο πιστεύω ότι γίνονται θαύματα» υπογραμμίζει ο συμπολίτης γιατρός. Οι εντυπώσεις που αποκόμισε ο κ. Νησιώτης συνοψίζονται στην από καρδιάς δήλωση: «Πιστεύω πολύ στην ελληνοτουρκική φιλία και θα ήθελα να γίνουμε, επιτέλους, γείτονες που θα συνεργαζόμαστε. Σκέφτομαι ότι πραγματικά μπορούν να γίνουν φίλοι οι δύο λαοί, αν το θέλουν οι πολιτικοί και οι θρησκευτικοί ηγέτες, που μπορούν να βοηθήσουν προς αυτή την κατεύθυνση. Προέρχομαι από μια οικογένεια που ξεκληρίστηκε απ’ τους Τούρκους, αλλά παρ’ όλα αυτά θεωρώ ότι ήταν προϊόν κακής πολιτικής και από τις δύο πλευρές αυτά που έγιναν και εύχομαι να μην τα ξαναδούμε».

 

 

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου