ΤΟΠΙΚΑ

Υποφέρουν τα συνοικιακά μαγαζιά ~ Δύσκολη επιβίωση για μικρομεσαίους

υποφέρουν-τα-συνοικιακά-μαγαζιά-δύσκ-283163

Βολιώτες επαγγελματίες μιλούν στον ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ για την οδύσσεια της καθημερινότητάς τους

Αγώνας επιβίωσης σε αντίξοες καιρικές συνθήκες είναι η καθημερινότητα πολλών επαγγελματιών οι οποίοι διατηρούν συνοικιακά καταστήματα τα οποία βρίσκονται σε μεγάλη απόσταση από το κέντρο. Αγωνία είναι το κυρίαρχο συναίσθημα κάθε φορά που μπαίνει το κλειδί στην πόρτα, στο ξεκίνημα της μέρας που κανείς δεν ξέρει τι επιφυλάσσει. Οι επαγγελματίες που μιλούν στον ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ για τα καθημερινά τους προβλήματα, υπογραμμίζουν ότι οι υποχρεώσεις έχουν γίνει πλέον δυσβάσταχτες στους ώμους τους.

Ρεπορτάζ: ΓΛΥΚΕΡΙΑ ΥΔΡΑΙΟΥ

«Γενικά, λόγω κρίσης, όλα τα μαγαζιά περνούν τη δική τους κρίση και, ανάλογα με το είδος που έχει ο καθένας, έχει το δικό του πρόβλημα, σίγουρα. Είναι ακόμη χειρότερη η κατάσταση για τα περιφερειακά μαγαζιά», σχολιάζει ο Παναγιώτης Γάτος, ο οποίος δηλώνει «απαισιόδοξος για το μέλλον, λόγω των προσώπων που μας διοικούν».

Οι υποχρεώσεις βγαίνουν δύσκολα για όλους ανεξαιρέτως, πολύ δε περισσότερο για τους επαγγελματίες οι οποίοι δεν έχουν το προνόμιο να βρίσκονται στο κέντρο. «Τα συνοικιακά μαγαζιά που δεν είναι στο κέντρο ή είναι μακριά από το κέντρο υποφέρουν αρκετά. Και τα κεντρικά αντιμετωπίζουν προβλήματα, αλλά όσοι είναι μακριά από το κέντρο δεν έχουν το πλεονέκτημα ων περαστικών, που θα μπουν στο κατάστημα να ψωνίσουν», όπως αναφέρει η Ζωή Σερμέτη, ιδιοκτήτρια καταστήματος γυναικείων ενδυμάτων. Οσο περνούν τα χρόνια και οξύνεται η κρίση, φθίνει η εμπορική κίνηση και τα λειτουργικά έξοδα βγαίνουν «μη χαλώντας δεκάρα» υπογραμμίζει η ίδια. Κάθε επαγγελματίας προσπαθεί να ισορροπήσει ανάμεσα στις μειωμένες εισπράξεις και τις υπέρογκες υποχρεώσεις «αφήνοντας πίσω κάτι που δεν μπορείς να πληρώσεις, όπως για παράδειγμα τον ασφαλιστικό σου φορέα, ζημιώνοντας ουσιαστικά τον εαυτό σου» αναφέρει η κ. Σερμέτη, η οποία προσπαθεί να διατηρήσει την αισιοδοξία της.

Κοινά προβλήματα

Τα προβλήματα είναι κοινά, πλέον, για τους επαγγελματίες, ασχέτως της θέσης που κατέχουν στον τοπικό εμπορικό χάρτη, ενώ όπως τονίζει η Παρασκευή Λογαρά, η οποία διατηρεί πρατήριο άρτου, «θεωρώ ότι υποφέρουμε όλοι, και τα μικρά συνοικιακά αλλά και τα κεντρικά καταστήματα, γιατί ο κόσμος ξοδεύει πλέον ελάχιστα χρήματα». Η ίδια υπογραμμίζει παράλληλα ότι το κατάστημά της δουλεύει και με περαστικό κόσμο, ωστόσο, «είναι μεγάλο το άγχος κάθε μέρα αν θα μπορέσω να διαθέσω τα είδη που πουλάω, τι θα μου μείνει. Βάζεις το κλειδί στην πόρτα και δεν ξέρεις αν θα μπορέσεις να βγάλεις τα έξοδα. Είναι δύσκολη η επιβίωση, αλλά κάνω το σταυρό μου και λέω δόξα τω Θεώ, παρότι ο κόσμος είναι πάρα πολύ μαζεμένος και παίρνει μικρές ποσότητες, γιατί δεν έχει χρήματα».

Κάθε επαγγελματικός κλάδος βιώνει τις ίδιες πλέον καταστάσεις, που έχουν πλέον τα ίδια κι απαράλλαχτα χαρακτηριστικά. «Σίγουρα υποφέρουν τα συνοικιακά μαγαζιά, αλλά σε μικρές κοινωνίες όπως στην αγορά του Βόλου, βασίζονται ακόμη στις μικρές γειτονιές, δεν έχει χαθεί ακόμη το καθημερινό από τις γειτονιές. Υπάρχει κάτι, απλώς δεν βοηθάει τα κράτος να κάνεις κάτι παραπάνω», όπως αναφέρει ο Κωνσταντίνος Αδάμος, ο οποίος είναι κλειδαράς. Διαδέχτηκε τον πατέρα του στο κατάστημα βιώνοντας την τεράστια αλλαγή που έχει συντελεστεί μετά την έναρξη της κρίσης. «Υποφέρουν τα συνοικιακά μαγαζιά, αλλά υπάρχουν και άλλα σε ακόμη πιο απομακρυσμένες περιοχές, που είναι σε ακόμη πιο δύσκολη θέση. Με αυτή την κατάσταση που βλέπω είμαι απαισιόδοξος. Υπάρχει ένα σχέδιο το οποίο δεν γνωρίζουμε που αποσκοπεί, αλλά πιστεύω ότι κάτι δεν πάει καλά. Δεν βοηθούν τα μαγαζιά και πιστεύω ότι αποσκοπούν στο να κλείσουν τους μικρούς» σημειώνει ο ίδιος.

Περιορισμένα οικονομικά

Τα περιορισμένα οικονομικά του κόσμου φαίνονται σε όλες τις αγορές, πολύ δε περισσότερο στα είδη πρώτης ανάγκης αλλά και στα είδη διατροφής. «Σίγουρα υποφέρουν τα μαγαζιά, όχι μόνο τα συνοικιακά, είναι γενικότερο το κακό. Η επιβίωση είναι πάρα πολύ δύσκολη, οι ώρες εργασίας δεν είναι πλέον οκτάωρο, είναι δεκαοχτάωρο και αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει προσωπική ζωή, σημαίνει μόνο δουλειά, και αν προλάβουμε το σπίτι. Είναι πάρα πολύ δύσκολα τα πράγματα» αναφέρει η Μαρία Τσικριτσή, εργαζόμενη σε κατάστημα χειροποίητης πίτας και καφέ. Κάθε μέρα που μπαίνει το κλειδί στην πόρτα η αγωνία για τον επαγγελματία αλλά και τον εργαζόμενο είναι δεδομένη, διότι υπάρχει πάντα το ερώτημα αν θα εξασφαλιστεί το καθημερινό μεροκάματο. «Παρόλο που είναι μικρά τα ποσά στο δικό μας είδος, ο κόσμος δυσκολεύεται. Είναι το τελευταίο προπύργιο το φαγητό και ο καφές, αλλά και αυτό βλέπω ότι έχει περιοριστεί πάρα πολύ» υπογραμμίζει.

Τα δεινά της κρίσης βιώνουν και τα συνοικιακά οπωροπωλεία, λόγω της δραματικής μείωσης των ειδών που προμηθεύονται οι καταναλωτές για το καθημερινό τραπέζι. «Η δουλειά έχει πέσει στο μισό. Δεν ψωνίζει πλέον ο κόσμος. Από τις 7 η ώρα που βάζω το κλειδί στο μαγαζί, έχω την αγωνία αν θα μπορέσω να τα βγάλω πέρα, να πληρώσω το ενοίκιο, το ρεύμα, το νερό, το ΤΕΒΕ. Δεν μπορείς να τα βγάλεις πέρα. Δεν βγαίνει το μεροκάματο» αναφέρει ο Δημήτρης Νιζαμίδης, ο οποίος διατηρεί συνοικιακό οπωροπωλείο. «Για μας είναι χειρότερα σε σύγκριση με τα καταστήματα που βρίσκονται στο κέντρο. Είναι πολύ δύσκολη η επιβίωση. Αν μπορούσα, θα το έκλεινα και θα έκανα κάτι άλλο. Είμαι όμως 66 ετών και δεν υπάρχουν δουλειές για να αφήσω το κατάστημα και να κάνω κάτι άλλο. Όλοι έχουν πέσει πάνω στους μικρούς επαγγελματίες. Πάνε να μας κλείσουν. Δεν ξέρω γιατί το κάνουν αυτό» τονίζει ο κ. Νιζαμίδης.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου