ΤΟΠΙΚΑ

Εργαστήριο του Π.Θ. «χαρτογραφεί» σε μελέτη τον κορονοϊό

εργαστήριο-του-π-θ-χαρτογραφεί-σε-με-17317

Πάνω από μισό εκατ. οι νεκροί του COVID – 19 έως τέλος Ιουνίου, σύμφωνα με το DEMOLAB ~ Το εργαστήριο Δημογραφικών Αναλύσεων του Π.Θ. «χαρτογραφεί» τον κορονοϊό και αναφέρεται στα χαρακτηριστικά του σε κάθε χώρα – Η περίπτωση της Ελλάδας: Τι την έσωσε, ποιοι οι κίνδυνοι

H«νεκρή» τουριστικά περίοδος, κατά την οποία ο κορονοϊός εισέβαλε στην Ελλάδα, με αποτέλεσμα να μην υπάρχουν μεγάλες ροές ατόμων από άλλες χώρες, η έλλειψη συνωστισμού σε χώρους εργασίας, καθώς οι περισσότερες επιχειρήσεις είναι μικρές και μεσαίες, οι χαμηλές πυκνότητες κατοικίας, το περιορισμένο πλήθος των αστέγων και η χαμηλή ιδρυματοποίηση ηλικιωμένων άνω των 80 ετών, σε συνδυασμό με τα έγκαιρα ακραία περιοριστικά μέτρα που λήφθηκαν, έσωσαν την Ελλάδα από την υγειονομική απειλή του COVID – 19. Η χώρα κατατάσσεται στη λίστα των 19 χωρών, που έχουν σχεδόν μηδενική θνησιμότητα και οι θάνατοιαπό τον νέο κορονοϊό αντιστοιχούν στο μόλις 0,1% έως 0,6% των θανάτων του 2018.

Τα παραπάνω αποτυπώνονται στη μελέτη του Εργαστηρίου Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, το οποίο στο 40ό τεύχος της σειράς «Δημογραφικά Νέα» φιλοξενεί κεντρικό θέμα για τη «Θνησιμότητα από τον Covid – 19 στην Ελλάδα και στις άλλες ανεπτυγμένες χώρες».

Σύμφωνα με την εκτίμηση, που αποτυπώνεται στη μελέτη του Εργαστηρίου με διευθυντή τον καθηγητή Βύρωνα Κοτζαμάνη, ο COVID -19 έχει επηρεάσει όλες τις ανεπτυγμένες χώρες του πλανήτη μας και οι θάνατοι από αυτόν παγκοσμίως θα υπερβούν πιθανότατα τους 500.000 το πρώτο εξάμηνο του 2020, ξεπερνώντας αυτούς που καταγράφονται σε μια υψηλή σχετικά χρονιά εποχικής γρίπης, η οποία προκαλεί ετησίως, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, από 290 έως 650.000 θανάτους παγκοσμίως.

Το εργαστήριο στην έρευνά του επιχείρησε να αποτυπώσει την ένταση της «εισβολής» του ιού και τον συντελεστή διάχυσής του ανάμεσα σε 44 αναπτυγμένες μη ασιατικές χώρες μελετώντας παράγοντες, όπως ο χρόνος (timing), η κατάσταση της υγείας των πολύ ηλικιωμένων ατόμων σε κάθε χώρα, οι υφιστάμενες υποδομές στο δημόσιο σύστημα υγείας, η ικανότητα συντονισμού εμπλεκομένων φορέων, ο χρόνος λήψης μέτρων, οι πυκνότητες στους χώρους κατοικίας και εργασίας, οι συνθήκες στέγασης, η ένταση της χρήσης των μέσων μαζικής μεταφοράς, οι συνθήκες διαβίωσης ευάλωτων ομάδων και το ποσοστό των ηλικιωμένων που βρίσκεται σε ιδρύματα.

Σύμφωνα με τη μελέτη, τα μέτρα, η έντασή τους και ιδιαίτερα ο χρόνος που ελήφθησαν (ειδικότερα αυτά για τον έλεγχο της «εισβολής» του ιού και εν συνεχεία της διάχυσής του) διαφέρουν σημαντικά στις 44 εξεταζόμενες χώρες.

Οι διαφορές είναι σημαντικές τόσο ανάμεσα στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ, όσο και ανάμεσα στις ευρωπαϊκές χώρες (π.χ. ανάμεσα στην «ατομικιστική» Αγγλία, στη Σουηδία που περιορίσθηκε σε συστάσεις και εθελοντικό lock down και σε χώρες που έλαβαν ακραία μέτρα, όπως γενική απαγόρευση της κυκλοφορίας). Ταυτόχρονα, επισημαίνεται ότι οι μη ελεγχόμενες καταστάσεις στις λίγες χώρες που επλήγησαν πρώτες από την πανδημία έδωσαν τη δυνατότητα σε μεγάλη ομάδα χωρών (όπως και στην Ελλάδα) να αντιδράσει έγκαιρα. Η καταγραφή της νοσηρότητας ποικίλλει επίσης από χώρα σε χώρα σημαντικά.

Τέσσερις ομάδες χωρών με βάση τη θνησιμότητα

Στο πλαίσιο της έρευνας ιεραρχήθηκαν οι 44 (εκτός Ασίας και Λατ. Αμερικής) χώρες, με βάση τη θνησιμότητα από τον COVID – 19 και διακρίθηκαν σε 4 μεγάλες ομάδες:

● Η πρώτη ομάδα, που χαρακτηρίζεται από υψηλή θνησιμότητα (>350 θάνατοι/1.000. 000), περιλαμβάνει 8 ευρωπαϊκές χώρες και τις ΗΠΑ. Στην ομάδα αυτή, οι θάνατοι από τον κορονοïό έως 24 – 6 – 2020 συγκρινόμενοι με το σύνολο των θανάτων που κατεγράφησαν στις ίδιες χώρες το 2018 αποτελούν το 4% – 9%.

● Η δεύτερη ομάδα (σχετικά υψηλή θνησιμότητα, 100- 230 θάνατοι/1.000.000) περιλαμβάνει 7 ευρωπαϊκές χώρες και τον Καναδά. Στις χώρες αυτές, οι θάνατοι από τον κορονοïό αντιστοιχούν μόλις στο 1% – 3% του συνόλου των θανάτων του 2018.

● Η τρίτη ομάδα, 8 ευρωπαϊκές χώρες, χαρακτηρίζεται από χαμηλή θνησιμότητα (50- 80 θάνατοι αποδιδόμενοι στον COVID – 19 /1.000. 000). Οι θάνατοι αυτοί αντιστοιχούν στο 0,4% – 0,6% των θανάτων που καταγράφηκαν το 2018.

● Οι 19 χώρες της τελευταίας ομάδας, στην οποία εντάσσεται και η Ελλάδα, έχουν μηδενική σχεδόν θνησιμότητα (4 – 50 θάνατοι/ 1.000. 000 κατοίκους) και οι θάνατοι από τον COVID – 19 μέχρι σήμερα αποτελούν 0,1% έως 0,6% των θανάτων του 2018.

Σύμφωνα με τη μελέτη, η θνησιμότητα από τον ιό έχει χωρική διάσταση. Τι υποκρύπτει η χωρική διάσταση; Αυτό πού, κυρίως, διαφοροποιείτις δύο μεγάλες ομάδες χωρών, ανεξαρτήτως αν βρίσκονται στην Ευρώπη ή εκτός αυτής, είναι πριν από όλα η έντονα διαφοροποιημένη πυκνότητα των σχέσεών τους με τις περιοχές από όπου ξεκίνησε η διάδοση του ιού ή ακόμη και με αυτές που σε μια πρώτη φάση διείσδυσε ταχύτατα σε συνδυασμό με τους χρόνους (timing) λήψης των όποιων μέτρων και την αποτελεσματικότητά τους. H περιορισμένη ένταση της «εισβολής» καιτης διάχυσης του ιού και κατ’ επέκταση και της θνησιμότητας από αυτόν στη μεγάλη πλειονότητα των εξεταζόμενων χωρών οφείλεται κυρίως στην περιορισμένη «εξωστρέφειά» τους.

Πώς περιορίστηκε η θνησιμότητα στην Ελλάδα

Για μερικές δε από τις χώρες αυτές, πιο «εξωστρεφείς» λόγω του τουρισμού, όπως η Ελλάδα, η Κύπρος, η Μάλτα, ο χρόνος ήταν εξαιρετικά ευνοϊκός, καθώς η «εισβολή» του ιού δεν συνέπεσε με την υψηλή τουριστική τους περίοδο (Ιούνιος – Σεπτέμβριος κάθε έτους). Η χώρα μας με μηδενική σχεδόν θνησιμότητα αποτελεί αντιπροσωπευτικό παράδειγμα.

Στην Ελλάδα, ο Φεβρουάριος και Μάρτιος της κάθε χρονιάς χαρακτηρίζονται από πολύ χαμηλές ροές ατόμων από και προς άλλες χώρες (επομένως και περιορισμένες σχέσεις με χώρες υψηλής νοσηρότητας) και από χαμηλή κινητικότητα στο εσωτερικό της.

Οι πυκνότητες στους χώρους εργασίας είναι σχετικά χαμηλές λόγω της πληθώρας των μικρών και μεσαίων μονάδων και του υψηλού ποσοστού των ελευθέρων επαγγελματιών (το υψηλότερο στην Ευρώπη).

Ο πυκνότητες κατοικίας, με εξαίρεση το κέντρο της Αθήνας, είναι επίσης σχετικά χαμηλές και το πλήθος των αστέγων και των καταυλισμών ειδικών ομάδων είναι, σε αντίθεση με άλλες ανεπτυγμένες χώρες, περιορισμένο.

Η χώρα μας είναι από τις πλέον γερασμένες ευρωπαϊκές χώρες (15 σχεδόν στους 100 κατοίκους της είναι 70 ετών και άνω), το ποσοστό όμως των 80+ που διαβιώνουν σε συλλογικά ιδρύματα είναι εξαιρετικά χαμηλό (μόλις 2% του πληθυσμού των ηλικιών αυτών το 2011) σε αντίθεση με άλλες χώρες. Αντιθέτως, η συχνότητα των διαγενεακών-διαπροσωπικών επαφών είναι έντονη και η παράμετρος αυτή ήταν η μόνη που θα μπορούσε να ενισχύσει την διάδοση του ιού.

Η ελληνική κυβέρνηση λαμβάνοντας υπόψη αφενός μεν ότι το δημόσιο σύστημα υγείας μας μετά από μια δεκαετία επιπλέον δοκιμασιών είχε σημαντικές ελλείψεις σε υποδομές και ανθρώπινο δυναμικό, αφετέρου δε την εμπειρία των χωρών όπου ιός εισέβαλε νωρίτερα και διαχύθηκε ταχύτατα έλαβε, όπως και οι 27 ανάμεσα στις 44 συνολικά εξεταζόμενες χώρες της τρίτης και τέταρτης ομάδας, έγκαιρα ακραία σχετικά μέτρα.

Αυτό επέτρεψε την επιτυχή διαχείριση των περιορισμένων ροών νοσούντων από το δημόσιο σύστημα υγείας, το οποίο, ακόμη και πριν την εμφάνιση του COVID – 19, οριακά κάλυπτε τις ανάγκες διάγνωσης, πρόληψης και περίθαλψης του πληθυσμού μας.

Τα μέτρα αυτά, όπως αναμενόταν, περιόρισαν τη θνησιμότητα από τον COVID – 19 και επέτρεψαν στη χώρα μας, αλλά και σε άλλες χώρες όπως η Κύπρος, η Μάλτα και η Κροατία, να προβάλλονται ως ασφαλείς προορισμοί θερινών διακοπών για το 2020.

Ο κίνδυνος

Σύμφωνα με την έρευνα του εργαστηρίου, οι «ασφαλείς» σήμερα χώρες, ανοίγοντας τα σύνορά τους στους προερχόμενους από τις «λιγότερο ασφαλείς» χώρες παραθεριστές, κινδυνεύουν, αν δεν προσέξουν, να μετατραπούν σύντομα, παρ’ όλα τα μέτρα που πήραν μέχρι στιγμής, σε χώρες σχετικά υψηλής νοσηρότητας και θνησιμότητας.

Μάλιστα στην ίδια έρευνα αποτυπώνεται ότι σε χώρες, μεταξύ των οποίων η Ελλάδα, στις οποίες η θνησιμότητα ελάχιστα επηρεάσθηκε από την τρέχουσα πανδημία, οι αρνητικές επιπτώσεις αυτής αναμένεται να είναι πολλαπλάσιες αυτών που θα έχουν οι χώρες με υψηλή θνησιμότητα.

Τέλος, το εργαστήριο καταλήγει και σε κάποια βασικά συμπεράσματα με αφορμή την αντιμετώπιση της πανδημίας. Γίνεται λόγος για πλήρη έλλειψη συντονισμένης αντίδρασης στην Ε.Ε., ανάδειξη του σημαντικού ρόλου του κράτους και των δημοσίων συστημάτων υγείας, για αδυναμίες και ελλείψεις των συστημάτων αυτών, για έλλειψη ετοιμότητας του κρατικού μηχανισμού, για προβολή του επιστημονικού λόγους ως θέσφατου, αλλά και διάχυση υπέρμετρου φόβου, περιορισμό των βασικών ατομικών και συλλογικών ελευθεριών και αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου