Από τη δραματική μείωση του εισοδήματος των καταναλωτών – Σε δύσκολη θέση το λιανεμπόριο από το νέο έτος
Δυσμενείς όρους για τη λειτουργία των καταστημάτων στη Μαγνησία αποκαλύπτουν τα στατιστικά στοιχεία για τον κύκλο εργασιών των καταστημάτων λιανικής το 2025. Το λιανικό εμπόριο, που αποτελεί τον τελικό κρίκο στην αλυσίδα εφοδιασμού από τους παραγωγούς στους καταναλωτές, απώλεσε το 15%-20% των εσόδων του, με αποτέλεσμα να μπαίνει θέμα επιβίωσης των επιχειρήσεων, καθώς άλλες βιώνουν τη μείωση του τζίρου μετρώντας απώλειες στο προαναφερόμενο ποσοστό και άλλες ζώντας πραγματικό εφιάλτη, με απώλειες που φθάνουν στο 30-40%.
Ρεπορτάζ: ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΜΑΡΟΥΓΚΑ
Οι επιχειρηματίες που παρακολουθούν μουδιασμένοι τον κύκλο εργασιών τους να κατρακυλά επί τρεις συνεχόμενους μήνες, αποδίδουν την αρνητική εικόνα στην ακρίβεια, που τσακίζει την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών, σύμφωνα με τον γενικό γραμματέα της Διοικούσας Επιτροπής του Επιμελητηρίου Μαγνησίας, Βασίλη Ζαχείλα, ο οποίος στέλνει μήνυμα ότι πλέον έφθασε η ώρα για μέτρα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι από τα στατιστικά στοιχεία του Επιμελητηρίου Μαγνησίας προκύπτει ότι αυξάνονται οι επιχειρήσεις του εμπορίου και της μεταποίησης που οδηγούνται σε οικονομικό αδιέξοδο, με αποτέλεσμα μοιραίο.
Οι μεγαλύτερες απώλειες στον κύκλο εργασιών καταγράφονται σε επιχειρήσεις με ηλεκτρικά είδη, οικιακό εξοπλισμό, έπιπλα, επιχειρήσεις ένδυσης-υπόδησης, καταστήματα με βιβλία και χαρτικά και σε πωλήσεις ανοιχτών αγορών, όπως οι λαϊκές.
Σχολιάζοντας τα στατιστικά στοιχεία, ο κ. Ζαχείλας λέει ότι «οι καταναλωτές βρίσκονται σε δύσκολη θέση, με τις αιτίες να είναι εν πολλοίς γνωστές, καθώς έχει αυξηθεί το κόστος για τη διαβίωση, τη στέγαση και τις υπηρεσίες που σχετίζονται με την ενέργεια και τα καύσιμα και φυσικά έχει ανεβεί πολύ και το κόστος διατροφής, καθώς τα τρία τελευταία χρόνια οι τιμές των προϊόντων είναι σταθερά σε υψηλά επίπεδα».

Η αγοραστική δύναμη των Ελλήνων το 2024 ήταν μείον 30% από τον μέσο όρο της Ευρώπης. Στην ουσία ήμασταν στην προτελευταία θέση στην κατάταξη, πριν τη Βουλγαρία», σημειώνει.
Οι επαγγελματίες βλέπουν να υπάρχει οικονομική ανισότητα μεταξύ του κατώτατου μισθού και του διαθέσιμου εισοδήματος. «Από το 2019 μέχρι σήμερα η αύξηση του κατώτατου μισθού είναι 35,4%, όμως σε αυτό το διάστημα η πραγματική αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος δεν ξεπέρασε το επίπεδο του 13%. Με την αύξηση του κόστους όλων των προϊόντων και υπηρεσιών δημιουργήθηκε ένα εισοδηματικό κενό στις τσέπες μας της τάξεως του 22%.
Ορθά γίνονται οι αυξήσεις και συμφωνούμε να πάει ο κατώτατος μισθός στα 950 ευρώ, καθώς αυτό θα βοηθήσει την αύξηση της κατανάλωσης, αλλά αποδεικνύεται ότι με το υψηλό κόστος διαβίωσης οι αυξήσεις αυτές δεν επαρκούν», επισημαίνει.
Σύμφωνα με τον ίδιο, οι επαγγελματίες βλέπουν από τη μία τους καταναλωτές να έχουν ολοένα και μικρότερη αγοραστή δύναμη και από την άλλη τους ίδιους να επιβαρύνονται με επιπλέον λειτουργικά κόστη, αλλά και μισθολογικό και ασφαλιστικό κόστος για τον κάθε εργαζόμενο, χωρίς η Πολιτεία να συνοδεύει αυτές τις αυξήσεις στον κατώτατο μισθό με λελογισμένες μειώσεις φόρων και εισφορών.
Τα στατιστικά στοιχεία
Η πτώση στους τζίρους αφορά στο σύνολο του λιανικού εμπορίου, όπως προκύπτει από τα στατιστικά στοιχεία της εταιρείας Μετρήσεων IRI για το α’ δίμηνο του 2025 και τις εκτιμήσεις για το κλείσιμο του α’ τρίμηνου του έτους σε σχέση με το τελευταίο τρίμηνο του 2024.
Συγκεκριμένα, ο γενικός δείκτης του μέσου κύκλου εργασιών είναι μείον 15%.
Μάλιστα, η μείωση αυτή θα ήταν ακόμη μεγαλύτερη φθάνοντας στο ποσοστό του 18%, αν εξαιρούταν ο τζίρος των καταστημάτων πώλησης καυσίμων και λιπαντικών αυτοκινήτων από τον γενικό δείκτη.
Η πτώση του τζίρου στα μεγάλα καταστήματα τροφίμων είναι 12%, στα πολυκαταστήματα 20%, στα μικρομεσαία καταστήματα με τρόφιμα, ποτά, καπνό 21%, στα καταστήματα πώλησης φαρμακευτικών και καλλυντικών ειδών 9% και στα καταστήματα ένδυσης -υπόδησης 28%.
Στο λιανικό εμπόριο με ηλεκτρικά είδη, οικιακό εξοπλισμό και έπιπλα η μείωση του κύκλου εργασιών είναι 28%, ενώ στα καταστήματα με βιβλία και χαρτικά 30%.
Πτώση καταγράφηκε και στις πωλήσεις ανοιχτών αγορών όπως οι λαϊκές, όπου εκεί υπάρχουν απώλειες της τάξεως του 28%.
Τέλος, τα καταστήματα που ασχολούνται με πώληση καυσίμων και λιπαντικών αυτοκινήτων είδαν μειωμένα έσοδα κατά 5%.
Κλείνουν επιχειρήσεις
Η αρνητική εικόνα που υπάρχει στην αγορά επιβεβαιώνεται και από τα στατιστικά στοιχεία του Επιμελητηρίου Μαγνησίας για το λιανικό εμπόριο και τη μεταποίηση.
Το επίμαχο διάστημα καταγράφηκε αύξηση 7% στις επιχειρήσεις που οδηγήθηκαν σε παύση εργασιών.
Συγκεκριμένα, οι εγγραφές νέων επιχειρήσεων στα Μητρώα του Επιμελητηρίου Μαγνησίας σε όλα τα Τμήματα (Εμπορικό, Μεταποίησης, Τουριστικό και Υπηρεσιών) ήταν το δ’ τρίμηνο του 2024 408 και οι διαγραφές επιχειρήσεων 138, σημειώνοντας θετικό πρόσημο κατά 270 επιχειρήσεις.
Το α’ τρίμηνο του 2025 αντίστοιχα καταγράφηκαν 430 εγγραφές νέων επιχειρήσεων, 170 διαγραφές, με το θετικό πρόσημο των νέων επιχειρήσεων να μειώνεται στις 260 επιχειρήσεις.
Οι διαγραφές όμως, το α’ τρίμηνο του 2025 σε σχέση με το δ’ τρίμηνο του 2024 καταγράφουν αύξηση της τάξεως του 7%, γεγονός που αποδίδεται στη μείωση του τζίρου αλλά και στην επιβολή της τεκμαρτής φορολόγησης των ελευθέρων επαγγελματιών.
Ανάγκη για αντισταθμιστικά μέτρα
Τη λήψη άμεσων μέτρων προκειμένου να μην παγιωθεί η αρνητική εικόνα που υπάρχει στην αγορά από την αρχή του έτους το επόμενο διάστημα, καθώς κάτι τέτοιο θα είχε περαιτέρω αρνητικές συνέπειες στην επιχειρηματικότητα, ζητούν οι επαγγελματίες.
«Το 2025 περιμέναμε για το επιχειρείν που τόσο ταλαιπωρήθηκε τα προηγούμενα χρόνια με τα μνημόνια, την πανδημία, τις διπλές καταστροφικές πλημμύρες, να ξεκινήσει με διαφορετικές προοπτικές.
Όμως, βλέπουμε ότι το αρνητικό περιβάλλον που διαμορφώνεται, απειλεί να βάλει σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα πολλών μικρομεσαίων επιχειρήσεων, τη στιγμή που όλοι προσδοκούμε ανάκαμψη μετά από τόσες σκόπελους τα προηγούμενα χρόνια», τονίζει ο κ. Ζαχείλας.
Ο γενικός γραμματέας της Διοικούσας Επιτροπής του Επιμελητηρίου Μαγνησίας τονίζει ότι «επιτέλους είναι ώρα η Πολιτεία να υιοθετήσει τις προτάσεις μας για τη συγχώνευση όλων των οφειλών προς το Δημόσιο και τους ασφαλιστικούς φορείς, την απαλλαγή των πρόσθετων επιβαρύνσεων και τη δυνατότητα πληρωμής αυτών σε 120 δόσεις. Η Πολιτεία θα πρέπει να κινηθεί γρήγορα πριν να δημιουργηθούν αδιέξοδα και δύσκολες καταστάσεις», τονίζει.