ΤΟΠΙΚΑ

Σήμερα το τελευταίο αντίο στον δάσκαλο της δημοσιογραφίας

σήμερα-το-τελευταίο-αντίο-στον-δάσκαλ-1176662

Γνήσιος ρεπόρτερ, ασυμβίβαστος, πολυγραφότατος, με την καυστική του πένα άφησε πλούσια παρακαταθήκη

Φτωχότερη από χθες η δημοσιογραφική οικογένεια στον Βόλο, που θρηνεί τον θάνατο του Γιάννη Μαντίδη, που υπήρξε ένας μεγάλος δάσκαλος της δημοσιογραφίας. Ένας γνήσιος ρεπόρτερ, κύριος, ευγενής, με επαγγελματική ηθική, που άφησε ισχυρό αποτύπωμα μίας διαφορετικής δημοσιογραφικής γενιάς.

Σήκωσε στους ώμους της την αξιοπρέπεια των δημοσιογράφων και μέχρι το τέλος της ζωής του υπήρξε φωτεινό παράδειγμα για τους νεότερους συναδέλφους του.

Πολυγραφότατος, οξυδερκής και πρώτος πάντα στη γραμμή του ρεπορτάζ, αιχμηρός και καυστικός με την πένα του όποτε ήθελε να σχολιάσει «κακώς κείμενα», στήριγμα σε όλους τους νεότερους επαγγελματίες δημοσιογράφους, άνοιγε πάντα δρόμους κι έδινε πολύτιμες συμβουλές, οι οποίες αποτελούν πραγματικά παρακαταθήκη.

Τα τελευταία χρόνια αρθρογραφούσε συνεχώς στον ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ.

Το τελευταίο του άρθρο δημοσιεύτηκε το 2019 και είχε τίτλο «Οι κραυγές του Γιώργου Παναγιώτου».

Κάθε του επίσκεψη στα γραφεία της εφημερίδας ήταν και ένα «μάθημα δημοσιογραφίας». Δεν φείδονταν «επαίνων» και εγκωμιαστικών σχολίων για κείμενα και ρεπορτάζ που του άρεσαν, ενώ εξίσου συμβουλευτικός, μ΄ έναν τρόπο μοναδικό, ήταν και όταν ακόμη έπρεπε να κάνει παρατήρηση.

Πάντα με το χαμόγελο στα χείλη, ακούραστος, δεν βαρυγκώμησε ποτέ κι αυτό είναι ένα στοιχείο που τον συνόδευε μέχρι το τέλος της ζωής του.

Τα τελευταία χρόνια αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα υγείας. Δίπλα του ακούραστη φύλακας άγγελος η αγαπημένη του Βάσω και οι δύο του κόρες.

Εδινε ανελλιπώς παρουσία σε όλες τις δράσεις της Ενωσης Συντακτών Θεσσαλίας, Στερεάς Ελλάδας και Εύβοιας, αγαπούσε πολύ τα ταξίδια και ήταν συνήθως εκείνους που αναλάμβανε να ξεναγήσει όλους στις εκδρομές του συλλόγου κι ήταν από τα παλαιότερα μέλη της ΕΣΗΕΘΣΤΕ-Ε.

Το τελευταίο διάστημα νοσηλευόταν σε ιδιωτική κλινική. Αφησε την τελευταία του πνοή χθες σε ηλικία 92 χρόνων.

Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΣΗΕΘΣτΕ-Ε, εκφράζει την λύπη του για την απώλεια του Βολιώτη δημοσιογράφου και μέλους της, Γιάννη Μαντίδη. Οπως αναφέρεται σ’ ανακοίνωσή του «ο Γιάννης Μαντίδης επέδειξε συνέπεια και επαγγελματισμό σε όλη τη διάρκεια της πορείας του και διακρίθηκε για το ήθος, την καλοσύνη και τη συναδελφική του συμπεριφορά. Υπήρξε δάσκαλος για τους νέους συναδέλφους, τους οποίους και στήριζε με ιδιαίτερη αγάπη. Θεωρείται από τους τελευταίους χρονογράφους του θεσσαλικού χώρου και με το ιδιαίτερο χιούμορ του, ασκούσε κριτική στα κακώς κείμενα του πολιτισμού και πολιτικής.

Έγραψε βιβλία και ειδικότερα «Γιαννάκο το σταυρό σου», «Όταν ο Ωνάσης συγγένευε με το Πήλιο», «Σοφίκα Τοπάλη, θηλιά στη μνήμη», το οποίο παρουσιάστηκε από το Μορφωτικό Ίδρυμα της ΕΣΗΕΘΣΤΕ-Ε. Με πρωτοβουλία του την Κυριακή 5 Νοεμβρίου 2017, στην πλατεία των Κ. Λεχωνίων αποκαλύφθηκε το μνημείο τριών γυναικών που κρεμάστηκαν από τους Γερμανούς τον Ιούλιο του 1944 και την ιστορία τους έκανε γνωστή σε όλους ο δημοσιογράφος Γιάννης Μαντίδης».

Με αφορμή τον αδόκητο χαμό του τα Διοικητικά Συμβούλια της Ένωσης Συντακτών Θεσσαλίας, Στερεάς Ελλάδας και Εύβοιας και του Επικουρικού Ταμείου Αρωγής Συντακτών της Θεσσαλίας, Στερεάς Ελλάδας και Εύβοιας, συνεδρίασαν εκτάκτως και αποφάσισαν τα παραστούν στη νεκρώσιμη ακολουθία και να καταθέσουν στεφάνια, να εκφράσουν τα θερμά τους συλλυπητήρια στην οικογένεια και τους οικείους της, ενώ επίσης ψήφισμα θα δημοσιευτεί στον τοπικό τύπο.

Η κηδεία του Γιάννης Μαντίδη θα γίνει σήμερα Πέμπτη 13 Μαρτίου 2025 στις 2.30μμ από τον Ιερό Ναό Αγίου Γεωργίου στα Κάτω Λεχώνια.

Ο ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ εκφράζει θερμά συλλυπητήρια στους οικείους του και Καλό Παράδεισο.

Χρ. Μπουκώρος: Θα μας λείψει πολύ

Συλλυπητήρια ανακοίνωση εξέδωσε ο δημοσιογράφος, βουλευτής Μαγνησίας, Χρήστος Μπουκώρος αναφέροντας τα εξής:

«Με βαθύτατη θλίψη πληροφορήθηκα τον θάνατο του σπουδαίου δημοσιογράφου Γιάννη Μαντίδη, ο οποίος άφησε ανεξίτηλη τη σφραγίδα του υπηρετώντας με ήθος το λειτούργημά του και πολύτιμη παρακαταθήκη με το συγγραφικό του έργο.

Είχα την τύχη να τον γνωρίσω από τα πρώτα βήματα της δημοσιογραφικής μου πορείας. Δημοσιογραφικό πνεύμα ελεύθερο και βαθυστόχαστο. Γραφή διεισδυτική, καυστική όπου χρειαζόταν και συνάμα ευχάριστη. Άνθρωπος, πάνω από όλα, ο Γιάννης Μαντίδης, με τεράστιο ενδιαφέρον για τα κοινωνικά και τοπικά ζητήματα. Στάθηκε αρωγός στον κάθε νέο συνάδελφο, σαν δάσκαλος και όχι σαν προϊστάμενος και ανταγωνιστής.

Θα μας λείψει το χιούμορ του, το χαμόγελό του και το ειλικρινές ενδιαφέρον του για όλους μας. Ένας από τους τελευταίους της γενιάς των μεγάλων μορφών του περιφερειακού Τύπου που είχαν την τύχη να υπηρετήσουν τη δημοσιογραφία ως λειτούργημα,.

Τα ειλικρινή συλλυπητήριά μου στη σύζυγό του και στις κόρες του».

Πως «συστηνόταν» ο ίδιος

Όπως αναφέρει στο βιογραφικό του ο ίδιος «κάτοικος Κάτω Λεχωνίων μια ζωή και γεννηθείς στις 19.7.33(!), ο Γιάννης Μαντίδης έκανε τις… εγκύκλιες σπουδές του στο δημοτικό σχολείο του χωριού του επί Κατοχής και στο πάλαι ποτέ αυστηρό και δυσπρόσιτο Β’ Γυμνάσιο Βόλου επί Εμ­φυλίου Πολέμου. Αθέλητος εθελοντής στο στράτευμα (τότε για να βρεις δου­λειά έπρεπε να’ χεις απολυτήριο στρατού…) έγινε έφεδρος αξιωματικός, χωρίς να γίνει μόνιμος “εθνικόφρων!. Με τη δημοσιογραφία γνωρίστηκε όλως τυχαίως το 1958, σαν λινοτύπης, στην παραλιακή τότε «Θεσσαλία», για να κλη­θεί αργότερα (1969) στις τάξεις των συντακτών της, αν και ορισμένα απ’ τα καλύτερό του κείμενα (ταξιδιωτικά, πολιτιστικά, χρονογραφήματα κ.ά) τα εί­χε συντάξει ήδη σαν «συνεργάτης» της εφημερίδας στα χρόνια της λινοτυ­πίας.

Στη «Θεσσαλία» ακολούθησε όλη τη «γκάμα» της ιεραρχίας των γρα­φείων της και τον Σεπτέμβριο του 1985 παραιτήθηκε μετά από σοβαρό τραυματισμό του σε ατύχημα. Στην πενταετία ’85-’90, επί δημαρχίας Κουντούρη, είχε την επιμέλεια και εν πολλοίς τη συγγραφή του πρωτοποριακού δημοτικού περιοδικού «Βόλος, η πόλη μας» (για το οποίο ο Νικήτας Λιοναράκης στην εκπομπή του «Στις γειτονιές της Ελλάδας», είπε ότι «προηγείται κα­τά δέκα χρόνια από άλλα δημοτικά περιοδικά») και συνεργάστηκε για ένα διάστημα με την εφημερίδα «Ανοιχτή Γραμμή».

Στη δεκαετία του ’90 έγραφε στη «Θεσσαλία» και στον «Ταχυ­δρόμο» «παραπολιτιστικά», κυρίως ευθυμογραφήματα, ενώ επίσης δημοσιογραφούσε και στην «Πρώτη», μετά από πρόταση της εφημερίδας ότι σ’ αυτή μπορεί να γράφει και να εκ­φράζεται ελεύθερα…

Για τη δημοσιογραφία (στους κόλπους της οποίας περιορίζονται οι λει­τουργοί κι αυξάνονται οι “επαγγελματίες”), είχε τη γνώμη ότι «εκείνο που μένει τελικά απ’ όλη αυτή την ιστορία είναι η σάτιρα και το χιούμορ, με την καλή του έννοια…».

Ήταν παντρεμένος με τη Θρακιώτισσα Βάσω Οικονομίδου και ήταν πατέρας δύο κοριτσιών της Αθηνάς και της Ελίνας, ενώ ευτύχισε να δει και εγγόνια.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου