ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Οι μικροαστοί και ο φάρος

οι-μικροαστοί-και-ο-φάρος-924821

Του Δημήτρη Μποσνάκη φιλολόγου, Ελληνικής και Αγγλικής Φιλολογίας

Υπάρχουν νησιά που αναδύονται και βυθίζονται για να μην γίνουν ποτέ κατοικήσιμα, για να μην υποταχθούν στον άνθρωπο -καταπατητή. Υπάρχουν νησιά αθέατα στην ομίχλη, όπου κατοικεί ο μάγος Πρόσπερο και το εκτελεστικό του όργανο ο Καλιμπάν. Τέτοια είναι τα νησιά της Πρωτοπορίας. Αθέατα, περιφρονημένα, εμπόδια στον ορίζοντα της αυταπάτης.

Είτε από φάρσα είτε από τραγωδία η χώρα τη Πρωτοπορίας κάποτε πλημμύρισε από μικροαστούς. Μικροαστός είναι ο πατέρας που στραγγαλίζει την κόρη του για να της επιβάλλει το γαμπρό που θα πληρώσει τα χρέη του, η μέγαιρα σύζυγος που υπονομεύει τις επιλογές του συζύγου της, ο κηρυγμένος πόλεμος μέσα σε κάθε μικροαστική οικογένεια, η ταξινόμηση των ανθρώπων με κριτήριο τη διανοητική κλίμακα του κτήνους. Ο μικροαστός εφεύρε το κλάμα, όταν πεθαίνει ο διπλανός του, τα μεγάλα λόγια χωρίς κόστος, την εύκολη ζωή με τα λεφτά των άλλων, την ξεγνοιασιά από τις βαριές ενοχές, την επανάληψη του εγκλήματος, τη μοιρολατρία για να μην του ζητήσουν χρήματα. Μισεί την αλληλοβοήθεια, τον μόχθο, την ανάληψη της ευθύνης, τη ρήξη, την πρωτοπορία. Είναι παγιδευμένος στα ψέματα μιας ανύπαρκτης ταξικής ταυτότητας, μια κομπλεξικής ιδιοπροσωπίας που ο ίδιος σκηνοθέτησε για τον εαυτό του. Είναι ο κάθε άνθρωπος που έχτισε μια φυλακή για τον εαυτό του και την οικογένειά του.

Ξεχειλισμένος χείμαρρος ο λόγος του ανατρεπτικού συγγραφέα Μαξίμ Γκόρκη στο έργο του «Μικροαστοί» προαναγγέλει την ηθική μιζέρια και τον κρετινισμό του μικροαστικού πολιτικού συστήματος. Ο πατέρας-αφέντης Μπεσεμένωφ αποτυπώνει την ταυτότητα της κοινωνίας μας μιλώντας για το γιό του: «μόλο που μπούχτησα πολύ για να τον κάνω άνθρωπο, όσο περνάει ο καιρός, τόσο πιο ξένος μου γίνεται. Βλέπω πώς θα καταντήσει ο παλιάνθρωπος… ηθοποιός ή κάτι τέτοιο… Ίσως και σοσιαλιστής ακόμα. Ε, δεν του αξίζει και καλύτερη τύχη». Η πατριαρχία, η οικογενειοκρατία και η φαυλοκρατία που αρχίζει από τους ίδιους τους θεσμούς, είναι οι “εγγυητές” μιας κοινωνίας μηρυκαστικών που κυκλοφορούν με τη φάτσα του πατέρα τους.

Ο μικροαστός έμαθε να ανεβαίνει γλείφοντας, καταδίδοντας το γείτονά του. Να βολεύει την κορούλα του ή τον διάδοχό του σε μια καρέκλα εξουσίας ως πρώτη προίκα, αδιαφορώντας για την εγκληματική τους ανικανότητα. Έμαθε ότι και ο δικαστής είναι δικός του. Έμαθε να κλέβει με τις ευλογίες του Χριστού και της εξουσίας, έμαθε ν’ αγαπάει ό,τι σκοπεύει να στραγγαλίσει. Έμαθε να κάνει θυρανοίξια των πολυτελών μεγάρων του πάνω στο αίμα των ανθρώπων. Μισεί τη μόρφωση που δεν φουσκώνει τις τσέπες, ψηφίζει τον βουλευτή που είναι ο πιο μεγάλος θεομπαίχτης για να μη βελτιωθεί η ζωή κανενός, διαλέγει το μνήμα του πριν το θάνατό του για να μην τον αφήσουν άταφο. Ο μόνος εχθρός του μικροαστού είναι ο κατεργάρης. Αυτόν τον προσκυνάει και τον εκλέγει δήμαρχο.

Η μικροαστική τάξη είναι αυτή που βυθίζεται σήμερα, γαντζωμένη στα σωσίβια του «Τιτανικού», περιμένει βοήθεια από κάθε ξένο δυνάστη και από κάθε ορκισμένο εχθρό, πρόθυμη για κάθε συναλλαγή, μέχρι να σφυρίξει το επόμενο τρένο… Το πρόβλημα του μικροαστού είναι ότι στο κυνήγι του χρήματος και της εξουσίας δεν υπολογίζει τον παράγοντα της ανατρεπτικής Πρωτοπορίας που μπορεί να μετατρέπει την πολιτική σε θέατρο. Ο μικροαστός δίνει παράσταση σε ένα έργο που δεν είναι ο συγγραφέας. Όταν ο συγγραφέας αποφασίζει να αλλάξει το σενάριο, οι μικροαστοί βουλιάζουν στις ευθύνες τους, γαντζώνονται από την ανικανότητά τους.

Ο μικροαστός φοβάται να πιστέψει, γιατί η πίστη υποχρεώνει. «Αφού η ζωή ήταν πάντοτε όπως είναι τώρα…θολή και στενή… τέτοια θα είναι πάντα». Η Πρωτοπορία έχει καθήκον να του στείλει το μεγάλο κύμα, να το καβαλήσει ή να τον πνίξει. Για να σωθείς στην τρικυμία πρέπει να πετάξεις όλα τα υπάρχοντά σου, να σηκωθείς ψηλά στο κύμα, να δεις το μαγικό νησί και να κολυμπήσεις με πίστη μέχρι το φάρο. Όποιοι καβαλάνε την πρώτη σανίδα σωτηρίας, δεν φτάνουν ποτέ στο φάρο.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου