ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Η ελληνική οικονομία και οι άμεσες ξένες επενδύσεις στην Ελλάδα

η-ελληνική-οικονομία-και-οι-άμεσες-ξέν-907271

Του Ευθύμιου Ζιγγιρίδη, BEngMSc AMIEE MILT Συμβούλου Στρατηγικών Επενδύσεων

Η επιβράδυνση της ανάπτυξης και ο πληθωρισμός θα είναι οι παράγοντες που θα καθορίσουν την ευρωπαϊκή και ελληνική οικονομία το 2023.

Οι πιέσεις του πληθωρισμού που καταγράφθηκαν το 2021 λόγω των προβλημάτων της εφοδιαστικής αλυσίδας, την αύξηση ζήτησης και του κορωνοιού αναζωπυρώθηκαν με την έναρξη του πολέμου Ρωσίας – Ουκρανίας. Αποτέλεσμα αυτών των πιέσεων ήταν η μείωση της κατανάλωσης, η αύξηση των επιτοκίων, η επιβράδυνση των επενδύσεων σε παγκόσμιο επίπεδο.

Ο πληθωρισμός αναμένεται να μειωθεί, αλλά θα παραμείνει σε αρκετά υψηλά επίπεδα, συγκεκριμένα στο 6% κατά μέσο όρο από 8,5% το 2022, καθώς οι αυξήσεις των τιμών έχουν εξαπλωθεί σε όλους σχεδόν τους τομείς της οικονομίας.

Οι παγκόσμιοι οργανισμοί, όπως το ΔΝΤ και ο ΟΟΣΑ, αναμένουν για την Ελλάδα 6% ανάπτυξη για το 2022 και αύξηση 1%με 1,8% για το 2023. Να σημειωθεί το 2021 η ανάπτυξη ανερχόταν σε 8,3%.

Το 2023 αναμένεται να επιστρέψει και η Ελλάδα σε πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα, με τον προϋπολογισμό να προβλέπει πλεόνασμα 0,7% του ΑΕΠ και την Κομισιόν και το ΔΝΤ να το βλέπουν λίγο υψηλότερα (1,1% και 0,9%, αντίστοιχα).

Ως αποτέλεσμα του πρωτογενούς πλεονάσματος και της αύξησης του ΑΕΠ, η τάση μείωσης του χρέους αναμένεται να συνεχιστεί. Διεθνείς οργανισμοί προβλέπουν ότι θα μειωθεί κατά 5 έως 10 ποσοστιαίες μονάδες στο 162% έως 170% του ΑΕΠ.

Η ελληνική οικονομία, αν και ακόμη δεν πλησιάζει στην κορύφωσή της το 2007, έχει ξεπεράσει τις προσδοκίες, ανακάμπτοντας ισχυρά από την ύφεση του Covid. Η αισιοδοξία των οικονομικών παραγόντων είναι χρήσιμος πόρος, υπό την προϋπόθεση ότι δεν εκφυλίζεται σε εφησυχασμό. Η εξάρτηση από τον τουρισμό παραμένει υπερβολική, πάρα πολλές δραστηριότητες παραμένουν χαμηλής τεχνολογίας και χαμηλών μισθών, και η στροφή προς ένα πιο βιώσιμο μοντέλο ανάπτυξης με εξαγωγές παραμένει φιλόδοξη προς το παρόν. Οι πόροι που διατίθενται από τη Διευκόλυνση Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας της ΕΕ αποτελούν μια μοναδική ευκαιρία για τον εκσυγχρονισμό της οικονομίας, την αναβάθμιση των δεξιοτήτων και την ενίσχυση του παιχνιδιού για τις ελληνικές επιχειρήσεις. Δεν πρέπει να το αφήσουμε να πάει χαμένο.

Τα θετικά στοιχεία τα οποία προκύπτουν στην ελληνική οικονομία επηρεάζονται άμεσα από την δραματική αύξηση των Άμεσων Ξένων Επενδύσεων (ΑΞΕ).

Αν και η Ελλάδα δεν έχει βελτιώσει ακόμη τη θέση της σε δείκτες όπως είναι η παγκόσμια ανταγωνιστικότητα ωστόσο έχει καταφέρει να προσελκύσει ΑΞΕ. Το πρώτο εξάμηνο του 2022 οι ΑΞΕ που ήρθαν στην Ελλάδα ήταν το 75% των συνολικών ΑΞΕ το 2021. Σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, οι καθαρές εισροές Άμεσων Ξένων Επενδύσεων στην Ελλάδα ανήλθαν σε περισσότερα από 5,3 δισ. ευρώ το 2021 έναντι 2,8 δισ. ευρώ το 2020.

Τα τελευταία 10 χρόνια, η Ελβετία, η Κύπρος και η Γερμανία ήταν οι κύριες πηγές επενδυτικής δραστηριότητας στην Ελλάδα, ακολουθούμενες από τη Γαλλία και το Λουξεμβούργο. Τα τελευταία χρόνια, οι εισροές ΑΞΕ από την Ολλανδία, την Κίνα (συμπεριλαμβανομένου του Χονγκ Κονγκ) έχουν αυξηθεί σημαντικά, ενώ ο Καναδάς, οι ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο συγκαταλέγονται επίσης στις 10 πρώτες χώρες προέλευσης.

Το 2022, η ελληνική οικονομία, κάτω από αυτό το δύσκολο παγκόσμιο οικονομικό περιβάλλον, συνέχισε τη δυναμική της ανάκαμψη. Το ακαθάριστο δημόσιο χρέος μειώθηκε ελαφρά, καθώς και τα ποσοστά ανεργίας. Επιπλέον, οι εξαγωγές και οι άμεσες ξένες επενδύσεις έφθασαν σε υψηλά επίπεδα σε σύγκριση με τα προηγούμενα έτη. Επιπλέον, ο τουρισμός έφτασε σε επίπεδα προ πανδημίας. Η καλή τουριστική περίοδος, σε συνδυασμό με τις οικονομικές πολιτικές της κυβέρνησης καθώς και το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας είναι παράγοντες που προστάτεψαν την ελληνική οικονομία και βελτίωσαν τις οικονομικές της προοπτικές. Ωστόσο, ο υψηλός πληθωρισμός περιόρισε την οικονομική ανάπτυξη. Η ραγδαία αύξηση των τιμών επιβάρυνε νοικοκυριά και επιχειρήσεις και προκάλεσε αισθήματα οικονομικής αβεβαιότητας στην εθνική αγορά. Η κυβέρνηση εισήγαγε δημοσιονομικές πολιτικές για να στηρίξει τους πολίτες χωρίς να υπονομεύσει τον στόχο της μείωσης του ελλείμματος. Ωστόσο, η συνέχεια της παγκόσμιας οικονομικής αβεβαιότητας και η αύξηση του ενεργειακού κόστους μπορεί να αποτελέσει απειλή για την ανθεκτικότητα της εθνικής οικονομίας.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου