ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Ο ρόλος της Μεγάλης Βρετανίας στην Επανάσταση του 1821

ο-ρόλος-της-μεγάλης-βρετανίας-στην-επα-669426

Της Ελενας Αντωνοπούλου

Μια ιδιαίτερη χρονιά είναι το 2021 για τη χώρα μας και εν μέσω του κορονοϊού που συνεχίζει ακάθεκτος, γιορτάζουμε τα 200 χρόνια από την Επανάσταση του 1821. Αναφορά γίνεται σε όλη την Ευρώπη για το μεγάλο αυτό γεγονός που σημάδεψε την εποχή, καθώς οι Μεγάλες Δυνάμεις πάντα είχαν στραμμένο το ενδιαφέρον τους στη χώρα μας για τους δικούς τους λόγους φυσικά.

Η επιτυχία της Επανάστασης του 1821 οφείλεται σε καθοριστικό βαθμό στη συμμαχία Βρετανίας, Ρωσίας και Γαλλίας για την προώθηση του εξωτερικού εμπορίου και την ασφάλεια των θαλάσσιων μεταφορών τους στη Μεσόγειο, Αδριατική, στο Αιγαίο και στη Μαύρη Θάλασσα.

Οι τρεις αυτές χώρες είχαν φθάσει σε εκείνο το σημείο «οικονομικής ωρίμανσης» που τους επέβαλε να υποστηρίξουν την ανάπτυξη του εμπορίου τους σε νέες αγορές και πηγές πρώτων υλών, δημιουργώντας νέες εμπορικές οδούς με τη δύναμη των πολεμικών στόλων και στρατών τους. Έτσι, η ανεξαρτητοποίηση της Ελλάδας από τη συμμαχία Βρετανών, Ρώσων και Γάλλων ήταν αναγκαία, προκειμένου να γίνει η Ελλάδα «ισχυρό στρατιωτικό προγεφύρωμά» τους και να ανοίξουν εμπορικοί δρόμοι που ήσαν κλειστοί, καθώς ελέγχονταν από τα φρούρια των Οθωμανών γύρω από τη Μεσόγειο και τα Στενά των Δαρδανελλίων.

Η Επανάσταση του 1821 ήταν το «εφαλτήριο» για τις Μεγάλες Δυνάμεις να πετύχουν την αυτονόμηση της Αιγύπτου, Τυνησίας και Αλγερίας στη Μεσόγειο και της Ρουμανίας στη Μαύρη Θάλασσα.

Επιπλέον, η Ελληνική Επανάσταση έβαλε την «ταφόπλακα» στην Ιερά Συμμαχία που είχε δημιουργηθεί υπό την ηγεσία των Αυστριακών, οι οποίοι είχαν μια πολύ ισχυρή συμμαχία με την Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Η Βρετανία ήταν εκείνη που χάραξε την κατάλληλη Διπλωματική Στρατηγική για να εξουδετερώσει το μηχανισμό του Συνεδρίου της Βιέννης, προσελκύοντας τη Ρωσική Αυτοκρατορία και τη Γαλλία. Αυτός ο Στρατηγικός Στόχος επετεύχθη σταδιακά με την κατάλληλη αξιοποίηση του «Ελληνικού Ζητήματος».

Θα θέλαμε σελίδες ολόκληρες για να αναφέρουμε το παρασκήνιο εκείνης της εποχής.

Η Επανάσταση ήταν, βεβαίως, των Ελλήνων, ο θρίαμβος ήταν του ελληνικού λαού και της ηγεσίας του. Όμως, θα πρέπει να θυμηθούμε και να θυμίσουμε τα συνταρακτικά γεγονότα και τον εμπνευσμένο ρόλο του Λόρδου Βύρωνα και της Ελληνικής Επιτροπής του Λονδίνου, τη διπλωματική ευφυΐα του Λόρδου Κάνινγκ, τη δράση του Βρετανικού Βασιλικού Ναυτικού που κορυφώθηκε στη Ναυμαχία του Ναυαρίνου.

Διαβάζουμε πως τη χώρα μας θα επισκεφθεί η ναυαρχίδα του Βρετανικού Βασιλικού Ναυτικού, το νέο αεροπλανοφόρο HMS Queen Elizabeth», στις ελληνικές θάλασσες. Επίσης, θα αξιοποιηθεί η τεχνολογία αιχμής που διαθέτει η Μεγ. Βρετανία και η πρωτοπορία στους τομείς της επιστήμης, της καινοτομίας, της έρευνας και της εκπαίδευσης.

Οπως αναφέρει η Βρετανίδα πρέσβης στη χώρα μας, «θα μοιραστούμε την πλούσια σχέση μας στις τέχνες και στον πολιτισμό με δύο πολύ διαφορετικούς τρόπους. Το υπέροχο πορτρέτο του Λόρδου Βύρωνα, έργο του Thomas Phillips, θα αφήσει για λίγο τη βρετανική κατοικία και θα εκτίθεται στην έκθεση «1821 Πριν και μετά» στο Μουσείο Μπενάκη». Ετσι, πολύ περισσότεροι Ελληνες θα έχουν την ευκαιρία να δουν από κοντά τη θαυμάσια αποτύπωση του ανθρώπου που, δικαίως, θεωρείται ο πιο γνωστός φιλέλληνας της Ιστορίας.

Όμως, οι σύγχρονες εικαστικές τέχνες και η νέα γενιά του δημιουργικού ταλέντου της Ελλάδας έχουν επίσης κεντρική θέση. Ένα έργο που θα εκφράζει την ιστορική και τη σύγχρονη σχέση μας, το οποίο θα επιλεγεί ανάμεσα από συμμετοχές φοιτητών των Σχολών Καλών Τεχνών, θα «ντύσει» σύντομα το κτίριο της πρεσβείας.

Πράγματι, η νέα γενιά αλλά και o εθελοντισμός, το πνεύμα που οδήγησε τους φιλέλληνες, είναι στη καρδιά των δράσεών μας. Στρατιωτικοί, ναυτικοί, συγγραφείς, αξιωματούχοι, γιατροί και δημοσιογράφοι, άνθρωποι της περιπέτειας που έφτασαν στην Ελλάδα τις δεκαετίες του 1820 και 1830 από πολλές χώρες και τη Βρετανία ήταν ξεχωριστά άτομα για πολλούς λόγους, ο κυριότερος των οποίων είναι ότι όλοι συμμετείχαν εθελοντικά.

Θέλουμε να διοχετεύσουμε αυτό το πνεύμα του ακτιβισμού και της προσωπικής ευθύνης σε δράση για την αντιμετώπιση των σύγχρονων προκλήσεων. Θα εργαστούμε για την ανάπτυξη των ικανοτήτων του κλάδου των ΜΚΟ στην Ελλάδα και στη Βρετανία, την εκπαίδευση των αυριανών ηγετών και τη συνεργασία νέων βρετανών και ελλήνων εθελοντών σε ελληνικό έδαφος για ένα βιώσιμο μέλλον χωρίς αποκλεισμούς. Στο ίδιο πνεύμα του 1821, θα σταθούμε και πάλι ο ένας δίπλα στον άλλον, αυτή τη φορά μπροστά στις μεγάλες κοινές προκλήσεις, την ανάκαμψη μετά την πανδημία και την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.

Το πρόγραμμά μας ξεκινά με μια ανασκόπηση των γεγονότων και των ιδεών που διαμόρφωσαν τη βρετανική συμμετοχή στην Ελληνική Επανάσταση και τη συμμαχική μας σχέση με το ανεξάρτητο ελληνικό κράτος. Σε όλη τη διάρκεια του έτους συνδιοργανώνουμε διαλέξεις με εφημερίδες, ενώ αργότερα στη χρονιά, και εφόσον αρθούν οι σχετικοί περιορισμοί, θα μπορέσουμε να τις φιλοξενήσουμε και πάλι στη βρετανική κατοικία.

Δουλέψαμε γι’ αυτό το πρόγραμμα με μεγάλο ενθουσιασμό και με την επιθυμία να συμμετέχουμε και εμείς στη γιορτή της Ελλάδας για τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση. Μια γιορτή για το κουράγιο, την αποφασιστικότητα, τη θυσία και, βέβαια, την ελευθερία. Αξίες που τότε έφεραν τους βρετανούς φιλέλληνες στο πλάι των επαναστατημένων Ελλήνων και που μοιράζονται έως και σήμερα οι χώρες μας. Από το 1821 και μετά οι δεσμοί μας παραμένουν αδιαμφισβήτητοι και το 2021 εγκαινιάζει ένα νέο κεφάλαιο», καταλήγει η κα Σμιθ.

Να θυμίσω εδώ ότι η βρετανική οικονομία ήταν εξωστρεφής, προσανατολισμένη στην ανάπτυξη του διεθνούς εμπορίου και των θαλάσσιων μεταφορών. Όμως, το βρετανικό οικονομικό σύστημα διέτρεχε «κινδύνους απομόνωσης», καθώς η Μεσόγειος, η Αδριατική και το Αρχιπέλαγος ελέγχονταν πλήρως ή σε πολύ μεγάλο βαθμό από ναυτικές βάσεις των Τούρκων και των πλέον στενών τους συμμάχων, των Αυστριακών, οι οποίοι είχαν τον έλεγχο μεγάλου μέρους της Αδριατικής.

Ωστόσο, εάν δεν ήταν η ρωμαλέα μαχητικότητα των Ελλήνων επαναστατών σε στεριά και θάλασσα δεν θα ήταν εφικτό για τη Βρετανία να πετύχει την εξουδετέρωση της Ιεράς συμμαχίας και να επιτευχθεί – μαζί με τη Ρωσία και Γαλλία – η πρώτη μεγάλη αποδιάρθρωση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ενώ, οι επαναστάσεις στη νότια Ιταλία, Ισπανία και Πορτογαλία συνετρίβησαν από δυνάμεις της Ιεράς Συμμαχίας, την ίδια περίοδο επικρατούσε πλήρως η Επανάσταση στην Πελοπόννησο και σε πολλά νησιά!

Οι μεγάλες θυσίες των Ελλήνων επαναστατών και η συμπαράσταση σε αυτούς από τις τρεις Μεγάλες Δυνάμεις οδήγησε σε αποτυχία την πολιτική του Μέττερνιχ να αποτρέψει τον πρώτο διαμελισμό της συμμάχου Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Στη Μεσόγειο κυριάρχησαν για πρώτη φορά οι πολεμικοί στόλοι και άνθισαν το διεθνές εμπόριο και η εθνική οικονομική ανάπτυξη σε πολλές χώρες και περιοχές της Μεσογείου και της Μαύρης Θάλασσας.

Έτσι, ενώ οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις στόχευαν κυρίως στην ενίσχυση των «ζωνών επιρροής» τους στη γηραιά ήπειρο, οι Βρετανοί άπλωναν ένα τεράστιο διεθνές εμπορικό και τραπεζικό δίκτυο που απαιτούσε πολύ ισχυρό εμπορικό και πολεμικό ναυτικό.

Για τους ανωτέρω λόγους η εξωτερική πολιτική της Βρετανίας μετά το 1815 – με την κατάκτηση της Κεϋλάνης – είχε ως κύριο στόχο την ελευθερία του διεθνούς εμπορίου. Και αυτή επιβαλλόταν τελικά από τον κυρίαρχο πολεμικό στόλο της και την απόκτηση στρατηγικής σημασίας ναυτικών βάσεων. Καρπός αυτής της πολιτικής ήταν και η Γενική Ναυτιλιακή Συνθήκη για την καταπολέμηση της πειρατείας που υπέγραψε η Βρετανία με εμιράτα του Αραβικού Κόλπου (Φεβρουάριος 1820).

Όμως στη Μεσόγειο η κατάσταση δεν ήταν ιδανική για τα εμπορικά και αμυντικά συμφέροντα της Βρετανίας:

  • Η Οθωμανική Αυτοκρατορία, όπως ήδη αναφέρθηκε, ήλεγχε με ναυτικές βάσεις το μεγαλύτερο μέρος της Μεσογείου, όπως επίσης και τις δύο πλευρές της Ερυθράς Θάλασσας και μεγάλο μέρος του Αραβικού Κόλπου. Η Αίγυπτος και η Ελλάδα ήταν τα «κλειδιά» για να ανοίξουν οι εμπορικοί δρόμοι της Μεσογείου προς τις αγορές της νότιας Ασίας. Διαφορετικά το εμπόριο της Βρετανίας με τις χώρες της νότιας Ασίας έπρεπε να αναπτύσσεται μέσω του περίπλου της Αφρικής και με πολύ μεγαλύτερο κόστος.

Εδώ να κάνουμε μια μνεία στον φιλέλληνα Γεώργιο Κάνινγκ. Ο υπουργός κατενόησε ότι η διακριτική στήριξη της Ελληνικής Επανάστασης ήταν μια πολύ καλή ευκαιρία βρετανικής επέμβασης στην εμπόλεμη περιοχή και για αποδυνάμωση της στενής πρόσδεσης Ρωσίας και Αυστρίας.

Αν και το Συνέδριο της Βερόνας (1822) καταδίκασε την Ελληνική Επανάσταση, η Μεγάλη Βρετανία το 1823 αναγνώρισε τους Έλληνες ως εμπόλεμη δύναμη. Με αυτόν τον τρόπο ο αγώνας των Ελλήνων απέκτησε «νομιμότητα …διά της πλαγίας οδού».

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου