ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Συνεπιμέλεια τέκνων και ενεργοί γονείς

συνεπιμέλεια-τέκνων-και-ενεργοί-γονε-654041

Της Στέλλας Χαραλαμπίδου, Δικηγόρου, Διαπιστευμένης διαμεσολαβήτριας

Ριζική τομή επιχειρείται με το νομοσχέδιο που ήδη έχει τεθεί σε δημόσια διαβούλευση και που προσδοκάται να αναμορφώσει το οικογενειακό δίκαιο. Πρωταρχικός γνώμονας όσον αφορά το κοινό τέκνο είναι το συμφέρον αυτού, μία έννοια πολύπαθη και καταταλαιπωρημένη, αλλά και ερμηνευόμενη από τους διαζευγμένους γονείς κατά το δοκούν. Βασικές τομές που εισάγονται είναι το άυλο διαζύγιο, ο θεσμός της διαμεσολάβησης στην ρύθμιση των οικογενειακών σχέσεων και η εφαρμογή της αρχής της ισότητας των δύο γονέων ως προς τις υποχρεώσεις, αλλά και τα δικαιώματα τους απέναντι στο κοινό τέκνο:

ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟ ΔΙΑΖΥΓΙΟ

Ήδη από τις πρώτες διατάξεις που εισάγονται αναφέρεται πως η λύση γάμου θα γίνεται ηλεκτρονικά εφόσον υπάρχει συναίνεση των δύο μερών, και δεν θα απαιτείται πλέον βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής. «Οι σύζυγοι μπορούν με έγγραφη συμφωνία ή κοινή ψηφιακή δήλωση να λύσουν τον γάμο τους. Στην περίπτωση υποβολής κοινής ψηφιακής δήλωσης δεν απαιτείται βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής των συζύγων. Η έγγραφη συμφωνία ή η κοινή ψηφιακή δήλωση συνάπτονται μεταξύ των συζύγων με την παρουσία ή με ψηφιακή σύμπραξη πληρεξούσιου δικηγόρου αντίστοιχα για καθέναν από αυτούς».

Σε περίπτωση που υπάρχουν ανήλικα παιδιά, τότε το ίδιο άρθρο προβλέπει πως για να λυθεί ο γάμος «πρέπει με την έγγραφη συμφωνία ή την κοινή ψηφιακή δήλωση της παρ. 1 ή με άλλη συμφωνία μεταξύ των συζύγων, που καταρτίζεται όπως ορίζεται στην παρ. 1 και ισχύει για τουλάχιστον δύο (2) έτη, να ρυθμίζεται η κατανομή της γονικής μέριμνας και ιδίως η επιμέλεια των τέκνων, ο τόπος διαμονής τους, ο γονέας με τον όποιο διαμένουν, η επικοινωνία τους με τον άλλο γονέα και η διατροφή τους».

Κατά τα λοιπά ο γάμος θα λύνεται συναινετικά με συμβολαιογραφική πράξη, όπως ισχύει και σήμερα, δηλαδή: «Η κατάρτιση της συμβολαιογραφικής πράξης της παρ. 4 απέχει τουλάχιστον δέκα (10) ημέρες από την έγγραφη συμφωνία των συζύγων ή την κοινή ψηφιακή δήλωση».

ΙΣΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΓΟΝΕΩΝ

Κατά το άρθρο 5 του νομοσχεδίου με τίτλο «Συμφέρον τέκνου», προτάσσεται η αρχή της ισότητας των γονέων. Συγκεκριμένα, επισημαίνεται ότι η απόφαση του δικαστηρίου «θα λαμβάνει ιδίως υπόψη την ικανότητα και πρόθεση καθενός εκ των γονέων να σεβαστεί τα δικαιώματα του άλλου, τη συμπεριφορά κάθε γονέα κατά το προηγούμενο χρονικό διάστημα και τη συμμόρφωση του με δικαστικές αποφάσεις, εισαγγελικές διατάξεις και με προηγούμενες συμφωνίες που είχε συνάψει με τον άλλο γονέα και αφορούν το τέκνο».

Η νομοθετική αλλαγή που εισάγεται εδώ αφορά στη συμπεριφορά του γονέα, η μη συμμόρφωση του οποίου σε δικαστικές αποφάσεις θα αξιολογείται από το δικαστήριο, ενώ περαιτέρω ανάλογα με την ωριμότητα του τέκνου «πρέπει να ζητείται και να συνεκτιμάται η γνώμη του, πριν από κάθε απόφαση σχετική με τη γονική μέριμνα και τα συμφέροντά του». Κι εδώ εισάγεται νομοθετική αλλαγή, καθώς το δικαστήριο θα λαμβάνει υπόψη τη γνώμη του τέκνου, εφόσον κριθεί ότι «δεν αποτελεί προϊόν καθοδήγησης ή υποβολής».

Συμπέρασμα: επιχειρείται φρένο στις χρονίζουσες αδικαιολόγητα οξυμένες αντιδικίες μεταξύ των γονέων, οι οποίες κατά το πλείστον οφείλονται στις διαπροσωπικές σχέσεις των γονέων και δεν έχουν ως γνώμονα το συμφέρον του τέκνου, ενώ αξιολογείται ο μη σεβασμός των δικαστικών αποφάσεων (πχ. Αποφάσεις διατροφής που δεν καταβάλλονται και αποφάσεις επικοινωνίας που δεν τηρούνται), ενώ επιχειρείται να μπει φρένο και στην εργαλειοποίση των τέκνων. Βέβαια πρέπει εδώ να σημειωθεί ότι είναι δύσκολο να διαπιστωθεί πότε η γνώμη του τέκνου «αποτελεί προϊόν καθοδήγησης ή υποβολής», γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε νέες αντιδικίες μεταξύ των γονιών.

ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ

Στο οικογενειακό δίκαιο εισάγεται και ο θεσμός της διαμεσολάβησης αφού με το άρθρο έξι του νομοσχεδίου επισημαίνεται πως «σε περίπτωση διαφωνίας, κατά την άσκηση της γονικής μέριμνας οι γονείς υποχρεούνται να καταβάλλουν προσπάθεια για την εξεύρεση κοινά αποδεκτών λύσεων, προσφεύγοντας, εάν είναι απαραίτητο, σε διαμεσολάβηση. Αν διαφωνούν και το συμφέρον του τέκνου επιβάλλει να ληφθεί απόφαση, αποφασίζει το δικαστήριο».

Συμπέρασμα: επιχειρείται εξομάλυνση των αντιδικιών με προσφυγή στη διαμεσολάβηση, η επιτυχής έκβαση της οποίας, μακριά από δικαστικές αίθουσες και νομικές αντιπαραθέσεις, σε σύντομο χρόνο και με μικρότερο κόστος, οδηγεί στη σύναψη Πρακτικού, το οποίο έχει την ισχύ δικαστικής απόφασης (τίτλος εκτελεστός, δεσμευτικός για τα μέρη).

ΑΠΟ ΚΟΙΝΟΥ ΑΣΚΗΣΗ ΓΟΝΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ

Στις περιπτώσεις διαζυγίου ή ακύρωσης του γάμου ή λύσης του συμφώνου ελεύθερης συμβίωσης ή διακοπής της συμβίωσης των συζύγων και εφόσον ζουν και οι δύο γονείς, εξακολουθούν να ασκούν από κοινού και εξίσου τη γονική μέριμνα. Ο γονέας με τον οποίο διαμένει το τέκνο επιχειρεί τις πράξεις που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 1516 του Αστικού Κώδικα (δηλαδή τις συνήθεις πράξεις επιμέλειας ή αυτές που έχουν επείγοντα χαρακτήρα), κατόπιν προηγούμενης ενημέρωσης του άλλου γονέα.».

Η αλλαγή που εισάγεται με την τροποποίηση του άρθρου αφορά στην δυνατότητα των γονέων, οι οποίοι μπορούν με έγγραφο βεβαίας χρονολογίας να ρυθμίζουν, για χρονικό διάστημα τουλάχιστον δύο ετών, διαφορετικά την κατανομή της γονικής μέριμνας, ιδίως να αναθέτουν την άσκησή της στον έναν από αυτούς, και να καθορίζουν τον τόπο κατοικίας του τέκνου τους, τον γονέα με τον οποίο θα διαμένει, καθώς και τον τρόπο επικοινωνίας του με τον άλλο γονέα.

Αν πάντως, δεν είναι δυνατή η από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας, εξαιτίας διαφωνίας των γονέων και ιδίως αν ο ένας γονέας αδιαφορεί ή δεν συμπράττει σ’ αυτή ή δεν τηρεί την τυχόν υπάρχουσα συμφωνία για την άσκηση ή τον τρόπο άσκησης της γονικής μέριμνας ή αν η συμφωνία αυτή είναι αντίθετη προς το συμφέρον του τέκνου ή αν η γονική μέριμνα ασκείται αντίθετα προς το συμφέρον του τέκνου, καθένας από τους γονείς μπορεί να προσφύγει στο δικαστήριο.

Το δικαστήριο μπορεί ανάλογα με την περίπτωση α) να κατανείμει την άσκηση της γονικής μέριμνας μεταξύ των γονέων, να εξειδικεύσει τον τρόπο άσκησής της στα κατ’ ιδίαν θέματα ή να αναθέσει την άσκηση της γονικής μέριμνας στον ένα γονέα ή σε τρίτο, β) να διατάξει πραγματογνωμοσύνη ή να λάβει οποιοδήποτε άλλο πρόσφορο μέτρο και γ) να διατάξει διαμεσολάβηση ή την επανάληψη διακοπείσας διαμεσολάβησης, ορίζοντας συγχρόνως τον διαμεσολαβητή.

Συμπέρασμα: η σχεδιαζόμενη νομοθετική μεταβολή δεν συνιστά αναγκαστική επιβολή της συνεπιμέλειας, αλλά μια παρέμβαση, που αποσκοπεί στο να παρωθήσει τους γονείς προς μία κατεύθυνση που υπηρετεί καλύτερα το συμφέρον του τέκνου. Αν οι γονείς δεν επιθυμούν να ακολουθήσουν τη νομοθετική προεπιλογή της συνεπιμέλειας, είναι ελεύθεροι είτε να διαμορφώσουν οι ίδιοι διαφορετικά το σχετικό καθεστώς είτε, εφόσον διαφωνούν μεταξύ τους, να προσφύγουν στη δικαιοσύνη, όπου και θα ληφθούν υπόψη όλες οι ειδικές περιστάσεις.

ΤΟΠΟΣ ΔΙΑΜΟΝΗΣ

Η μεταβολή το τόπου διαμονής του τέκνου είναι ζήτημα που απασχολεί πολλά διαζευγμένα ζευγάρια. Ήδη έχει τροποποιηθεί η σχετική διάταξη και πλέον για τη μεταβολή του τόπου διαμονής του τέκνου που επιδρά ουσιωδώς στο δικαίωμα επικοινωνίας του γονέα με τον οποίο δεν διαμένει το τέκνο, απαιτείται προηγούμενη έγγραφη συμφωνία των γονέων ή προηγούμενη δικαστική απόφαση.

Συμπέρασμα: δεν απαγορεύεται η μεταβολή του τόπου κατοικίας του γονέα με τον οποίο διαμένει το τέκνο, όσο αυτή δεν δυσχεραίνει την επικοινωνία του άλλου γονιού με το τέκνο, ενώ τυχόν μεταβολή της κατοικίας που υπαγορεύεται, για παράδειγμα από λόγους εργασίας, θα σταθμίζεται από το δικαστήριο.

Επίσης, στην ίδια διάταξη επισημαίνεται ότι, όταν η επιμέλεια ασκείται από τον ένα γονέα ή έχει γίνει κατανομή της μεταξύ των γονέων, οι αποφάσεις για την ονοματοδοσία του τέκνου, το θρήσκευμα, για ζητήματα της υγείας του εκτός από τα επείγοντα και εντελώς τρέχοντα, καθώς και ζητήματα εκπαίδευσης που επιδρούν αποφασιστικά στο μέλλον του, λαμβάνονται και από τους δύο γονείς από κοινού.

Συμπέρασμα: στόχος του νομοθέτη είναι η ενεργός συμμετοχή και των δύο γονιών σε ουσιαστικά ζητήματα που αφορούν στην επιμέλεια του τέκνου τους.

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Η μεγαλή τομή που επιχειρείται από την τροποποίηση του οικογενειακού δικαίου αφορά στην επικοινωνία του γονιού με τον οποίο δε διαμένει το τέκνο, η οποία θα αποφασίζεται είτε με απόφαση δικαστηρίου είτε με γραπτή συμφωνία.

Καθιερώνεται ελάχιστο μαχητό τεκμήριο επικοινωνίας κατά το 1/3 του συνολικού κατανεμομένου χρόνου:

«Ο γονέας με τον οποίο δεν διαμένει το τέκνο έχει το δικαίωμα και την υποχρέωση της, κατά το δυνατό, ευρύτερης επικοινωνίας με αυτό, στην οποία περιλαμβάνονται, τόσο η φυσική παρουσία και επαφή αυτού με το τέκνο, όσο και η διαμονή του τέκνου στην οικία του. Ο γονέας με τον οποίο διαμένει το τέκνο οφείλει να διευκολύνει και να προωθεί την επικοινωνία του τέκνου με τον άλλο γονέα σε καθημερινή βάση. Ο χρόνος επικοινωνίας του τέκνου με φυσική παρουσία με τον γονέα, με τον οποίο δεν διαμένει, τεκμαίρεται στο ένα τρίτο (1/3) του συνολικού χρόνου επικοινωνίας, εκτός αν ο γονέας αυτός ζητά μικρότερο χρόνο επικοινωνίας, ή επιβάλλεται να καθορισθεί μικρότερος ή μεγαλύτερος χρόνος επικοινωνίας για λόγους που αφορούν στις συνθήκες διαβίωσης ή στο συμφέρον του τέκνου, εφόσον, σε κάθε περίπτωση, δεν διαταράσσεται η καθημερινότητα του τέκνου. Αποκλεισμός ή περιορισμός της επικοινωνίας είναι δυνατός μόνο για εξαιρετικά σοβαρούς λόγους, ιδίως όταν ο γονέας με τον οποίο δεν διαμένει το τέκνο έχει καταδικαστεί αμετάκλητα για ενδοοικογενειακή βία ή για εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας ή εγκλήματα οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής».

Συμπέρασμα: α/ ο γονέας με τον οποίο δε διαμένει το τέκνο (συνήθως ο πατέρας) θα έχει δικαίωμα επικοινωνίας με αυτό, που θα ανέρχεται στο 1/3 του συνολικού χρόνου. Το τεκμήριο αυτό είναι μαχητό, πράγμα που σημαίνει ότι μπορεί να αυξάνεται ή να περιορίζεται από λόγους που αφορούν κυρίως στις συνθήκες διαβίωσης και την καθημερινότητα του τέκνου (πχ. Μεγάλη απόσταση μεταξύ της κατοικίας των γονέων), καθώς και εδώ βασικό κριτήριο είναι το συμφέρον του τέκνου β/ αμετάκλητη καταδίκη για ενδοοικογενειακή βία ή για έγκλημα κατά της γενετήσιας ελευθερίας μπορεί να οδηγήσει και σε αποκλεισμό του ανωτέρω δικαιώματος.

Τα λοιπά ζητήματα, που αφορούν στην εφαρμογή του ανωτέρω τεκμηρίου του 1/3, το πώς δηλαδή θα υπολογίζεται ο τρόπος που θα κατανέμεται ο χρόνος με το τέκνο μένουν να διευκρινιστούν είτε νομοθετικά, με τη διαβούλευση του νομοσχεδίου, είτε νομολογιακά, με τις αποφάσεις των δικαστηρίων.

Περαιτέρω, ορίζεται ότι οι γονείς “δεν έχουν το δικαίωμα να εμποδίζουν την επικοινωνία του τέκνου με τους ανώτερους ανιόντες και τους αδελφούς του, εκτός αν συντρέχει σπουδαίος λόγος», κάτι που ίσχυε μέχρι σήμερα, ενώ ορίζεται πλέον ειδικότερα ότι: «οι γονείς δεν έχουν το δικαίωμα να εμποδίζουν την επικοινωνία του τέκνου με τρίτους που έχουν αναπτύξει μαζί του κοινωνικοσυναισθηματική σχέση οικογενειακής φύσης, εφόσον με την επικοινωνία εξυπηρετείται το συμφέρον του τέκνου».

Συμπέρασμα: διευρύνεται ο κύκλος των προσώπων με τα οποία το τέκνο μπορεί να έχει ανεμπόδιστη επικοινωνία, δημιουργούνται όμως αόριστες νομικές έννοιες (κοινωνικοσυναισθηματική σχέση οικογενειακής φύσης), τις οποίες θα κληθούν οι δικαστές κατά την εφαρμογή του νόμου να προσδιορίσουν.

ΚΑΚΗ ΑΣΚΗΣΗ ΓΟΝΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ

Σύμφωνα με την τροποποίηση του άρθρου 1532 κακή άσκηση της γονικής μέριμνας συνιστούν ιδίως:

Η μη συμμόρφωση με δικαστικές αποφάσεις που αφορούν στο τέκνο, η διατάραξη της συναισθηματικής σχέσης του τέκνου με τον άλλο γονέα και την οικογένειά του, η υπαίτια παράβαση συμφωνίας ή απόφασης που αφορά στην επικοινωνία με το τέκνο, η υπαίτια παράλειψη διατροφικής υποχρέωσης, η αμετάκλητη καταδίκη γονέα για ενδοοικογενειακή βία. Σε αυτές τις περιπτώσεις και άλλες ανάλογες το δικαστήριο δύναται να αφαιρέσει ολικά ή μερικά την άσκηση της γονικής μέριμνας.

Συμπέρασμα: Εισάγεται μια βαθμολόγηση, ένα point system, όπου συγκεκριμένες ενδεικτικά καταγεγραμμένες συμπεριφορές, δύνανται να αξιολογηθούν από το δικαστήριο και να οδηγήσουν στην αφαίρεση της γονικής μέριμνας ή επιμέλειας. Όμως, παράλληλα δημιουργείται πρόσφορο έδαφος για αντιδικίες μεταξύ των γονιών

Τελικό Συμπέρασμα: Στόχευση των νομοθετικών αλλαγών είναι να παραμείνουν οι διαζευγμένοι γονείς ενεργοί στη διαπαιδαγώγηση των τέκνων τους και να έχουν ουσιαστικό ρόλο στην καθημερινότητα αυτών. Ρόλος ο οποίος θα είναι ισότιμος. Τι σημαίνει αυτό; Η αντίληψη ότι η μητέρα έχει βιολογική υπεροχή έναντι του πατέρα στην ανατροφή του τέκνου είναι παρωχημένη, καθώς η πραγματικότητα έχει δείξει ότι οι πατεράδες έχουν συγκριτικά με το παρελθόν ενεργό πλέον συμμετοχή στο μεγάλωμα αυτών, πράγμα που και μετά τη διάζευξη θα πρέπει να διατηρηθεί, ενώ σύγχρονες επιστημονικές μελέτες έχουν αποδείξει ότι η υγιής ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών και η ανάπτυξη ολοκληρωμένης προσωπικότητας προϋποθέτει την ενεργούς δεσμούς και με τους δύο γονείς του.

Η κρατούσα μέχρι σήμερα αντίληψη ότι «τα παιδιά μεγαλώνουν με την μητέρα» και ο πατέρας θα τα βλέπει κάθε Τετάρτη και δεύτερο Σαββατοκύριακο έχει οδηγήσει σε πολύχρονες αντιδικίες, έχει οδηγήσει πολλές φορές σε πλήρη αποκοπή των πατεράδων κυρίως από την ζωή των τέκνων τους και εν τέλει, το μόνο που δεν εξυπηρετείται είναι το συμφέρον του τέκνου.

Το μόνο σίγουρο είναι ότι οι αλλαγές που προωθούνται δεν επιβάλλονται μόνο με την αλλαγή της νομοθεσίας, αλλά και με μία γενικότερη μεταστροφή: α/ των δικαστών, που θα πρέπει να αντιληφθούν το ζήτημα με μία ευρύτητα οπτικής, μακριά από παγιωμένες αντιλήψεις χρόνων αναφορικά με την βιολογική υπεροχή της μητέρας, β/ των γονέων, που θα πρέπει να αντιληφθούν ότι η διάζευξη αφορά αυτούς τους ίδιους και όχι τα τέκνα τους, τα οποία πρέπει να έχουν ισόβια δύο γονείς, που θα πρέπει να διαδραματίζουν συνεχώς ουσιαστικό ρόλο στην ανατροφή τους με αντίστοιχα δικαιώματα και υποχρεώσεις, αλλά και γ/ημών των δικηγόρων, που θα πρέπει να αναζητούμε λύσεις στις οξυμένες σχέσεις των διαζευγμένων γονιών και όχι πρόσφορο έδαφος για δημιουργία αντιδικιών.

Εν αναμονή λοιπόν του τελικού κειμένου νόμου, όλοι οι εμπλεκόμενοι, δικαστές, δικηγόροι και γονείς, ας εστιάσουμε σε αυτό που έχει την πρωταρχική αξία και ο νόμος, η κοινωνία και όλοι μας επιθυμούμε να υπηρετήσουμε: το συμφέρον του τέκνου.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου