ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Οι Επιτάφιοι της Ζαγοράς

οι-επιτάφιοι-της-ζαγοράς-611899

Της Μιμίκας Καβούκη – Βαγγέλα

Μεγάλη Εβδομάδα. ΜΕΓΑΛΗ. Οπως το λέει και ο ορισμός της. Η κορυφαία των εβδομάδων του χρόνου. Του Πάθους και της Λύτρωσης. Της Σταύρωσης και της Ανάστασης. Της λύπης και της Χαράς.

Η καρδιά και η σκέψη μου, περιβόλι ολάνθιστο, κάμπος ολοπόρφυρος από παπαρούνες, πλημμυρισμένες από γλυκύτατες ψαλμωδίες, μελωδίες θεόπνευστες, συναρπαστικές, συγκλονιστικές, αγίασμα και ίαμα, ύμνοι κι εγκώμια: «Σήμερον κρεμᾶται ἐπὶ ξύλου, ὁ ἐν ὕδασι τὴν γῆν κρεμάσας»…

«Η ζωή εν τάφω», «Άξιον Εστί»

«Αι γενεαί πάσαι, ύμνον τη Ταφή Σου, προσφέρουσι Χριστέ μου»

«Ω γλυκύ μου έαρ, γλυκύτατόν μου Τέκνον,… πώς πάθος κατεδέξω»…

Κι η καμπάνα του χωριού μου, με τον αργό πένθιμο χτύπο της, να υπενθυμίζει και να συμμετέχει στην όλη ιεροτελεστία και μυσταγωγία. Η καμπάνα… Που ο ήχος της, ήταν κάποτε το μοναδικό μέσο επικοινωνίας και μετάδοσης χαρμόσυνων, θλιβερών, έκτακτων και κακών μαντάτων. Και όπως λέει ο Ματθαίος Μουντές:

«Κατέβα απ’ τους λόφους,

φέρε την πηγή του ελέους σου

ν’ αναβλύζει πλάι στην πληγή μας.

Μάζεψε εκ των περάτων

τα μηνύματα της χαράς

φόρτωσέ τα πάνω σε δειλινές καμπάνες

που σημαίνουν την Παράκληση

και φέρτα να τα καρφώσεις

στεφάνι στην πόρτα μας».

Αυτό το ηχοβόλημα της καμπάνας, αντίλαλος άσβηστος στην καρδιά μου, ηχεί απαιτητικός αυτή τη φορά, αναδεύει και φέρνει στην επιφάνεια τις λιμνοθάλασσες των αναμνήσεών μου, τη μοσχοβολιά και την ομορφιά των Επιταφίων της Ζαγοράς κι όλη τη διεργασία που καταβάλλονταν και την εργασία, για να γίνουν ξεχωριστοί, ως ελάχιστη προσφορά στο Θείο Δράμα. Θα μου πει κανείς, όλοι οι Επιτάφιοι είναι ωραίοι, αφού στολίζονται με τα ομορφότερα γεννήματα της φύσης, τα λουλούδια. Συμφωνώ.

Το ξεχωριστό στους Επιτάφιους του χωριού μου ήταν ο τρόπος που στολίζονταν. Ήταν έργο τέχνης. Χειροτεχνίας υπομονετικής, εμπνευσμένης, λεπτομερειακής. Τέσσερις είναι οι Επιτάφιοι της Ζαγοράς, όσες και οι συνοικίες της.

Της πρώτης συνοικίας, της Αγίας Παρασκευής, γνώστης ως Περαχώρας. Την ονομασία της αυτή τη χρωστάει στο ότι είναι ξέχωρα από τις άλλες τρεις, που η μία είναι συνεχόμενη της άλλης, ενώ αυτή τη χωρίζει από αυτές ο χαραδρώδης Μυλοπόταμος.

Ο Επιτάφιος της Περαχώρας ήταν μωβ. Γινόταν από βιολέτες απ’ όλες τις αποχρώσεις της βιολέτας, και αν ο μήνας του Πάσχα δεν ευνοούσε την πλήρη ανθοφορία τους, χρησιμοποιούνταν κι άλλα λουλούδια της εποχής που είχαν τις ίδιες αποχρώσεις. Το αποτέλεσμα: ένας πανέμορφος, ζωγραφικός πίνακας. Ένα υπέροχο «ηλιοβασίλεμα», σαν το ηλιοβασίλεμα της Ζαγοράς πάνω απ’ τις κορυφές του Πηλίου. Έτσι εγώ τον θυμάμαι από τα εφηβικά μου χρόνια.

Στη συνέχεια, είναι η συνοικία της Αγίας Κυριακής. Ο Επιτάφιός της ήταν πάντα λευκός. Απ’ ό,τι λευκό λουλούδι, εποχιακό χάριζε η φύση. Συνήθως λευκοί κρίνοι και πασχαλιές. Στερέωναν τα λουλούδια πάνω σε χάρτινα σχήματα από σταυρούς, ρόδακες και κρίνους. Επιβλητικός με τη λευκότητά του, φωτεινός απ’ το ασπροβόλημά του, εικόνες ικανές να σου ξυπνήσουν συναισθήματα γαλήνης και πραότητας.

Κι έρχομαι στον τρίτο Επιτάφιο, της τρίτης συνοικίας, του Αγίου Γεωργίου, που είναι και η συνοικία μου. Ο Άγιος Γεώργιος είναι και η Μητρόπολη της Ζαγοράς.

Εδώ ο Επιτάφιος απαιτούσε χρονοβόρα διαδικασία για τον στολισμό του. Μία διαδικασία που ξεκινούσε από τη Μ. Δευτέρα μέχρι το χάραμα της Μ. Παρασκευής. Το όλο εγχείρημα απαιτούσε υπομονή, κόπο, δεξιοτεχνία, έμπνευση, σχεδίαση, προγραμματισμό.

Η διαδικασία άρχιζε από το απόγευμα της Κυριακής των Βαΐων. Μία ομάδα αντρών κουβαλούσε δεμάτια από σπάρτα. Σωροί από δεμάτια, που στοιβάζονταν άλλα στο ισόγειο και άλλα στο πάνω δώμα του διώροφου σπιτιού της εκκλησίας, όπου θα γινόταν το όλο καλλιτεχνικό επίτευγμα.

Γιατί πραγματικά, το αποτέλεσμα ήταν έργο τέχνης. Όλες τις μέρες, μέχρι ξημερώματα της Μ. Παρασκευής, τα χέρια δούλευαν ασταμάτητα. Με συγκέντρωση προσοχής και κάτω από τις οδηγίες και τις συμβουλές των πιο έμπειρων και της αρχηγού, της «δασκάλας» όπως την έλεγαν χαριτολογώντας, σεβόμενες όλες την πείρα της και το ταλέντο της, ώστε κάθε χρονιά, ο Επιτάφιος να παρουσιάζει ένα διαφορετικό σχέδιο ή παραλλαγή από την προηγούμενη. Σταθερή κι ανάλλαγη, έμεινε μόνο η πρώτη ύλη: το σπάρτο.

Το πρώτο στάδιο ξεκινούσα με το να βγει η «ψίχα» από τον φλοιό του σπάρτου. Η φάση αυτή ανήκε στα μικρότερα κορίτσια σ’ αυτή την ομάδα, για δύο χρόνια, συμμετείχα κι εγώ. Ήθελε προσοχή και σταθερή κίνηση. Πρώτα, πιάναμε τον μακρύ λεπτό βλαστό, κι από τη βάση του ξεφλουδίζουμε μία λεπτή φλούδα για να φανεί η άσπρη του «ψίχα». Έπειτα, μ’ ένα σπίρτο, την σπρώχναμε με προσοχή, μέχρι να ξεκολλήσει από τον φλοιό. Ήταν μαλακή κι εύπλαστη, σε μορφή χοντρού μακαρονιού. Ό,τι βγάζαμε, το ρίχναμε μέσα στα πανέρια, που σαν γέμιζαν, έμοιαζαν με μικρούς χιονισμένους λοφίσκους.

Από ’κει, μία-μία ψίχα, την έπαιρναν, οι πιο έμπειρες, την δίπλωναν σε μικρά φιογκάκια ή μεγαλύτερα, και γέμιζαν άλλα πανέρια.

Έπειτα, οι πιο δεξιοτέχνες, τα στερέωναν ένα-ένα με κλωστή, πάνω σε χοντρότερους βλαστούς σπάρτου. Αυτή ήταν η τελευταία φάση. Το υλικό ήταν έτοιμο για να χρησιμοποιηθεί: Να μπλεχτούν γιρλάντες, στεφάνια, να στερεωθούν πάνω σε χαρτόνια σχεδιασμένα σε σχήματα σταυρού, αστεριών, λουλουδιών, όλα μελετημένα πάνω στο σχήμα και μέγεθος από το «κουβούκλιο» του Επιταφίου.

Ο στολισμός του επιταφίου άρχιζε μετά το τέλος της Ακολουθίας της Σταύρωσης τη Μ. Πέμπτη. Συμβολικά, ήταν ένα ευλαβικό «ξενύχτι» πλάι στον «νεκρό» Θεάνθρωπο.

Μέχρι να ’ρθουν τα χαράματα, να σημάνουν οι χτύποι του Όρθρου και να συνεχιστούν οι τακτοί, πένθιμοι ήχοι, είχαν μπει και οι τελευταίες “πινελιές” στο πολύωρο και θαυμαστό έργο: Μπουμπούκια ρόδινα μηλιάς και τριανταφυλλιάς «έσπαγαν» την εκθαμβωτική λευκότητα, τόνοι παρήγοροι και σπινθηρίσματα γαλήνια. Ήταν έτοιμος να δεχτεί τον συμβολικό και τελευταίο ασπασμό των πιστών. Ανάλογη διαδικασία λεπτομερή και περίτεχνη, είχε και ο στολισμός του Επιταφίου της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, της «Σωτήρας», όπως επικράτησε η ονομασία, της τελευταίας συνοικίας της Ζαγοράς. Με μία βασική διαφορά: Στην πρώτη ύλη. Εδώ, αντί για σπάρτα, χρησιμοποιούσαν τα ρείκια. Τον πανέμορφο αυτό θάμνο, με το βαθύ μενεξεδί χρώμα. Αποτελούσε διαχρονικό ντύμα του.

Τη μεγαλοπρέπειά του, την διάνθιζαν διακριτικές διάσπαρτες πινελιές με λευκά ανθάκια «πρώτου βαθμού συγγένειας» με την πρώτη ύλη στολισμού του Επιταφίου του Αγίου Γεωργίου: τα σπαρτά.

Μ. Παρασκευή: Οι τέσσερις Επιτάφιοι της Ζαγοράς πανέμορφοι, μοσχοβόλιστοι, ανθοστόλιστοι στη μέση της κάθε εκκλησίας, περίμεναν το προσκύνημα των πιστών, όχι μόνο των ενοριτών τους, αλλά κι από τις άλλες συνοικίες.

Συνηθίζονταν στα χρόνια μας, η συνήθεια αυτής της επισκεψιμότητας. Ειδικά για μας τα νεαρά κορίτσια, ήταν μια δικαιολογία για να «σπάσουμε» την κοινωνική μας κλεισούρα. Ζούσαμε στα χρόνια… «των άγριων μελισσών»!

Τέλος, ο κατανυκτικός κύκλος της Μ. Παρασκευής έκλεινε με ένα συγκινητικό αντάμωμα, αργά το βράδυ, και των τεσσάρων Επιταφίων, βασταζόμενοι από χεροδύναμους νέους άντρες – εγχείρημα φοβερά κοπιαστικό αν αναλογιστεί κανείς τη μορφολογία του εδάφους και την απόσταση – και ακολουθούμενοι από τους ιερείς, τους ψαλτάδες και το πλείστον των κατοίκων.

Το αντάμωμα γινόταν στη μεγάλη πλατεία του Αγίου Γεωργίου. Ο Επιτάφιος της ομώνυμης ενορίας τούς καλωσόριζε στο κέντρο της πλατείας. Ταυτόχρονα σχεδόν, έφταναν και οι άλλοι τρεις. Το θέαμα φανταστικό. Η ατμόσφαιρα βαθιά κατανυκτική.

Οι χορωδίες των τεσσάρων εκκλησιών έψαλαν, εκ περιτροπής, τους υπέροχους ψαλμούς της Μ. Παρασκευής με τη συμμετοχή του κόσμου. Η όλη ατμόσφαιρα, συγκινησιακά φορτισμένη. Τελειώνοντας αυτή η θρησκευτική εθιμοταξία, άρχιζε η αποχώρηση των Επιταφίων, κατά σειρά αποστάσεων. Ο δικός μας αποχωρούσε τελευταίος, αφού έκανε μία συμβολική περιφορά στο κεντρικό τμήμα της συνοικίας. Όταν έφτανε στην κεντρική είσοδο του ναού, τον κρατούσαν ψηλά για να περάσει όλο το εκκλησίασμα προσευχόμενο από κάτω.

Ο ευλαβής ύστατος χαιρετισμός.

Έχω χρόνια να βρεθώ Μ. Παρασκευή στο χωριό μου. Συγκυρίες διάφορες, δεν μου το επέτρεψαν. Κρατώ τις εικόνες και μνήμες των παιδικών και εφηβικών μου χρονών, αυτές ανιστορώ.

Ελπίζω η όλη εθιμοτυπική, παραδοσιακή διαδικασία να μην έχει και πολύ αποκλίνει από το χτες. Τα λουλούδια πάντα θα ομορφαίνουν τους Επιτάφιους και οι λαμπάδες της Λαμπρής πάντα θα φωτίζουν τις καρδιές μας.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου