ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Πόσος πόνος και απελπισία Θεέ μου;

πόσος-πόνος-και-απελπισία-θεέ-μου-468848

Μία συγκλονιστική επιστολή λάβαμε στο ηλεκτρονικό ταχυδρομείο της εφημερίδας μας από την κ. Ελενα Αριστοτέλους, Καθηγήτρια Ελληνικής Φιλολογίας:

Συγκλονισμένοι όλοι μας από την καταστροφή που συνεχίζει να πλήττει την Ελλάδα μας… Πόσος πόνος και απελπισία για αυτούς τους ανθρώπους Θεέ μου…. Πως να κλείσουν όνειρα, βιώματα και εμπειρίες σε μια βαλίτσα; Φεύγουν, μα η ψυχή τους μένει κολλημένη εκεί… Σε εκείνη την αλάνα, που τα παιδιά τους έπαιζαν και οι φωνές και τα γέλια τους ακούγονταν μίλια μακριά… Σε εκείνο το καφενείο που κάθονταν να πιουν τον καφέ τους και να συζητήσουν τα προβλήματα και τις σκοτούρες της καθημερινότητας… Σε εκείνο το περιβόλι που ο γεωργός με κόπο, αλλά και χαρά όργωνε και σκούπιζε τον ιδρώτα, όταν ο ήλιος τον κτυπούσε κατακούτελα… Σε εκείνο το στενό όπου για πρώτη φορά συνάντησαν τον παιδικό έρωτά τους και βιώσαν το πρώτο τους ερωτικό σκίρτημα… Ναι εκεί μένει η ψυχή! Εκεί, γιατί όλα αυτά δεν κλείνονται σε κασόνια… δεν κλείνονται σε βαλίτσες…. Φεύγουν οι άνθρωποι στριμωγμένοι στα πλοία και αφήνουν πίσω τάφους γονιών, παιδιών, συγγενών… Αφήνουν πίσω τις χαρές τις λύπες, τα δάκρυα, τις χαρές που βίωσαν εκεί… Και όλα αυτά; Στο βωμό του χρήματος, του συμφέροντος.

Πώς μπόρεσες ανόητε άνθρωπε να προκαλέσεις τέτοια μαζική καταστροφή; Πώς μπόρεσες να εξαγοράσεις τα παιδικά χαμόγελα με λίγα χρήματα; Πώς μπόρεσες να αντικρίζεις τις συνέπειες των πράξεων σου; Δεν λυγίζεις μπροστά σε εκείνη τη μάνα που χάνει το σπίτι της; Τους κόπους μιας ολόκληρης ζωής; Που ψάχνει απεγνωσμένα τον σύζυγό της, τον ανιψιό της; Σε εκείνο το παιδάκι που ζητά φαγητό από τη μάνα του και εκείνη δεν έχει να του δώσει;

Που ρωτά συνέχεια ένα γιατί, απάντηση που να βρει για να του πει; Μέχρι χτες ζωσμένοι με ένα πλατύ χαμόγελο, όνειρα, αισιοδοξία, αγώνα για επιβίωση, ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο και σήμερα πρόσφυγες στην ίδια τους την πατρίδα… Σήμερα, με μάτια πρησμένα από το κλάμα και με φανερή την εξουθένωση και την απελπισία, αγωνίζονται να αναπνεύσουν από τους μαύρους αποπνικτικούς καπνούς που εσύ προκάλεσες… Στο πρόσωπο τους ζωγραφισμένη η αγανάκτηση, η ταλαιπωρία και η αγωνία για το άγνωστο, το οποίο προμηνύεται δύσκολο, μαύρο, ζοφερό.

Αλλά, αχάριστε και συμφεροντολόγε άνθρωπε, η παχυδερμία σου μάλλον είναι τέτοια, που τίποτα δεν σε συγκινεί. Κάθε αίσθημα, κάθε εικόνα είναι ανίκανη να διαπεράσει το «παχύ» σου δέρμα. Όμως, η ύβρις σου έφτασε στην έπαρση και η τιμωρία σου θα ‘ναι αναπόφευκτη…

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου