ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Η πολιτική, η ηθική της ευθύνης και του φρονήματος

η-πολιτική-η-ηθική-της-ευθύνης-και-του-205029

Του ΘΑΝΑΣΗ ΣΑΜΑΡΑ

Πριν αναφερθούμε στον Γερμανό κοινωνιολόγο – πολιτικό οικονομολόγο Max Weber, ας συνοψίσουμε μερικά δικά μας συμπεράσματα για τις πρόσφατες εξελίξεις στην πολιτική σκηνή.

1) Η Νέα Δημοκρατία αργά, αλλά σταθερά χάνει την κυριαρχία της στον χώρο του Κέντρου. Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, το ΠΑΣΟΚ επανακάμπτει και μπορεί κάτω από συγκεκριμένες προϋποθέσεις να εκφράσει τον χώρο της Κεντροαριστεράς, καθώς και όλους εκείνους τους κεντροδεξιούς και αριστερούς, που επιθυμούν μεταρρυθμίσεις και δεν παραβλέπουν ανυπέρβλητες, προς το παρόν, οικονομικές δυσκολίες.

Ο ΣΥΡΙΖΑ θα περίμενε κάποιος, ευλόγως με τις τελευταίες εξελίξεις στο ΠΑΣΟΚ, να μειώσει το αντιπολιτευτικό του μένος, να στραφεί στην άσκηση δυναμικής, αλλά ρεαλιστικής αντιπολίτευσης και να επιχειρήσει να φέρει κοντά του κεντρώους ψηφοφόρους, οι οποίοι ψήφισαν και έδωσαν τη νίκη στη Ν.Δ. και τώρα εμφανίζονται δυσαρεστημένοι με την κυβερνητική πολιτική. Αντί της μετριοπάθειας και της επιλεκτικής έστω συναίνεσης, υιοθέτησε τη λογική «χτυπάμε τυφλά και αλύπητα».

2) Εκείνο που σήμερα προκύπτει ως βεβαιότητα είναι η σειρά κατάταξης των κομμάτων στις εκλογές, που πιθανόν να διεξαχθούν εντός του έτους. Πρώτη η Ν.Δ., δεύτερος ο ΣΥΡΙΖΑ, τρίτο το ΠΑΣΟΚ. Οι προσεχείς μήνες και οι τακτικές των τριών αυτών κομμάτων θα δείξουν αν είναι πιθανή η αλλαγή στη σειρά κατάταξης και αν θα αλλάξουν σημαντικά τα σημερινά ποσοστά τους. Πάντως αν στις δεύτερες εκλογές με ενισχυμένη αναλογική η Ν.Δ. εξασφαλίσει αυτοδυναμία και το ΠΑΣΟΚ διψήφιο ποσοστό είναι σχεδόν βέβαιο ότι ο Ανδρουλάκης θα μπορεί να ισχυρισθεί ότι εισέρχονται αυτός και το κόμμα του σε τροχιά εξουσίας. Η περιδίνηση του ΣΥΡΙΖΑ τότε θα αρχίσει πραγματικά.

3) Οι εξελίξεις στην Ευρώπη, οι εκλογές σε Γαλλία και Ιταλία θα επηρεάσουν θετικά ή αρνητικά κυρίως την κυβερνητική παράταξη. Οι εξελίξεις αυτές ενδεχομένως να καταστήσουν αναπόφευκτη την πρόωρη προσφυγή στις κάλπες.

4) Λόγω και της απλής αναλογικής οι προσδοκίες στις εκλογές θα είναι χαμηλές. Το ανεπιθύμητο ως προς την έκβασή τους θα είναι να εισέλθουμε σε μια περίοδο μεγάλης αβεβαιότητας. Η πολιτική αστάθεια, εν μέσω πολλαπλών κινδύνων, εσωτερικών και εξωτερικών, θα περιπλέξει και θα αναδείξει ουκ ολίγους κινδύνους.

Η ΗΘΙΚΗ ΤΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ

Ο διάσημος Γερμανός κοινωνιολόγος Max Weber δίνει την περίφημη διάλεξή του (η πολιτική ως επάγγελμα) αμέσως μετά τη λήξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και την παραίτηση του Κάιζερ, η οποία είχε ως αποτέλεσμα την ντε φάκτο ανακήρυξη της Δημοκρατίας. Τον Φεβρουάριο του 1919 έχουμε ντε γιούρε με την ανάληψη της κυβερνητικής αρχής από τον Πρόεδρο. Μεταξύ της ντε φάκτο και ντε γιούρε ανακήρυξης της Δημοκρατίας μεσολαβεί τον Ιανουάριο του 1919 η εξέγερση των Σπαρτακιστών – Κομμουνιστών, η άγρια καταστολή της και η δολοφονία των ηγετών της Ρόζας Λούξεμπουργκ και Κάρλ Λίμπκχεχτ. Την άνοιξη – καλοκαίρι του 1919 αρχίζει η περίοδος της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης με την ψήφιση νέου Συντάγματος. Η περίοδος αυτή θα κλείσει με την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία.

Να ξεκινήσουμε από το τέλος. Ο Max Weber κλείνει την περίφημη διάλεξή του με τον ορισμό του πολιτικού και της πολιτικής:

«Πολιτική σημαίνει έντονο, αργό τρύπημα σκληρών σανίδων με πάθος και μέτρο ταυτόχρονα. Είναι άλλωστε εντελώς σωστό, και κάθε ιστορική εμπειρία βεβαιώνει, ότι δεν θα μπορούσε κανείς να επιτύχει το Δυνατό, εάν το επανειλημμένα δεν είχε γίνει απόπειρα στον κόσμο για το Αδύνατο. Εκείνος, όμως, που μπορεί να το κάνει αυτό, θα πρέπει να είναι ένας ηγέτης, και όχι μόνον αυτό αλλά επίσης – με την πολύ απλή έννοια του όρου – ένας ήρωας. Αλλά και εκείνοι που δεν είναι τίποτε από τα δύο, πρέπει να εξοπλιστούν με εκείνη τη σταθερότητα της καρδιάς, η οποία μπορεί να αντιπαρέλθει την πτώση όλων των ελπίδων, ήδη τώρα, αλλιώς δεν θα είναι σε θέση ούτε καν να επιβάλουν αυτό που είναι σήμερα δυνατό. Μόνον όποιος είναι σίγουρος ότι δεν θα συντριβεί, όταν ο κόσμος, ιδωμένος από τη δική του σκοπιά, είναι πολύ χαζός ή πολύ μικροπρεπής γι’ αυτό που ο ίδιος θέλει να προσφέρει, ότι θα μπορέσει απέναντι σε όλα αυτά να πει: «κι όμως!», μόνον αυτός έχει το «κάλεσμα» για την πολιτική».

Ο Weber αφού αναλύει τον ρόλο του τύπου και των δημοσιογράφων και παράλληλα καταγράφει από ιστορικής απόψεως τις εξελίξεις στον αγγλικό και γερμανικό κοινοβουλευτισμό, περιγράφει το αμερικανικό μοντέλο δημοκρατίας και αναφερόμενος στο θρησκευτικό φρόνημα, ορίζει την πραγματική σχέση ηθικής και πολιτικής και υπογραμμίζει:

«Πρέπει να καταστήσουμε σαφές ότι κάθε ηθικά προσανατολισμένο πράττειν μπορεί να βρίσκεται υπό δύο αξιώματα θεμελιωδώς διαφορετικά και ανεπανόρθωτα αντίθετα μεταξύ τους: μπορεί να είναι προσανατολισμένο ως προς την «ηθική του φρονήματος» ή ως προς την «ηθική της ευθύνης». Αυτό δεν σημαίνει ότι η φρονηματική ηθική είναι ταυτόσημη με την ανευθυνότητα και η ηθική της ευθύνης με έλλειψη φρονήματος. Περί τούτου δεν γίνεται ουδείς λόγος. Αποτελεί, όμως, αβυσσαλέα αντίθεση, εάν δρα κανείς υπό το αξίωμα της φρονηματικής ηθικής – με θρησκευτική έκφραση –: «ο Χριστιανός κάνει το καλό και εναποθέτει την επιτυχία στον Θεό», ή εάν δρα υπό το αξίωμα της ηθικής της ευθύνης: ότι δηλαδή θα πρέπει να λογοδοτήσει κανείς για τις (προβλεπόμενες) συνέπειες του πράττειν του. Οσο και αν αναπτύξετε πειστικά κάποια επιχειρήματα απέναντι σε έναν πεπεισμένο, φρονηματικά ηθικό συνδικαλιστή: ότι οι συνέπειες της δράσης του θα είναι η αύξηση των πιθανοτήτων της αντίδρασης, η αυξημένη καταπίεση της τάξης του, η ανάσχεση της ανόδου της – αυτό δεν πρόκειται να του προξενήσει ουδεμία εντύπωση. Οταν είναι κακές οι συνέπειες του πράττειν ενός ανθρώπου που δρα από καθαρό φρόνημα, τότε για τον δρώντα δεν είναι υπεύθυνος ο ίδιος, αλλά ο κόσμος, η βλακεία των άλλων ανθρώπων ή – η βούληση του Θεού που τους έκανε έτσι. Αντιθέτως, ο ηθικός της ευθύνης υπολογίζει ακριβώς με εκείνα τα κατά μέσον όρο μειονεκτήματα των ανθρώπων – όπως ορθά τονίζει ο Fichte, δεν έχει κανένα δικαίωμα να προϋποθέσει την καλοσύνη και την πληρότητά τους, δεν αισθάνεται ότι είναι σε θέση να μετακυλίσει τις συνέπειες του δικού του πράττειν σε άλλους, εφόσον μπορούσε να τις προβλέψει. Θα πει: αυτές οι συνέπειες καταλογίζονται στην πράξη μου. Ο ηθικός του φρονήματος νοιώθει «υπεύθυνος» μόνον για το ότι δεν πρέπει να σβήσει η φλόγα του καθαρού φρονήματος, φερ’ ειπείν η φλόγα της διαμαρτυρίας ενάντια στην αδικία της κοινωνικής διάταξης. Ο σκοπός των πράξεών του είναι η διαρκής αναζωπύρωση αυτής της φλόγας, πράξεις οι οποίες αν κριθούν από την πλευρά της δυνατής επιτυχίας είναι εντελώς ανορθολογικές, και δεν μπορούν και δεν πρέπει παρά να έχουν υποδειγματική αξία. Αλλά με όλα αυτά το πρόβλημα δεν έχει ακόμη φθάσει στο τέλος του. Καμία ηθική του κόσμου δεν μπορεί να αποφύγει το γεγονός ότι η επίτευξη «καλών» σκοπών είναι σε αναρίθμητες περιπτώσεις δεσμευμένη στο ότι πρέπει να χρησιμοποιήσει κανείς ηθικώς ύποπτα ή τουλάχιστον επικίνδυνα μέσα και ότι θα πρέπει να συνυπολογίσει τη δυνατότητα ή ακόμη και την πιθανότητα κακών παρενεργειών, και καμία ηθική του κόσμου δεν μπορεί να ορίσει: πότε και σε ποιο βαθμό ο ηθικά καλός σκοπός «αγιάζει» τα ηθικώς επικίνδυνα μέσα και τις παρενέργειες. Για την πολιτική το καθοριστικό μέσον είναι η βία, και μπορείτε να δείτε πόσο μεγάλη είναι από ηθική άποψη η σημασία της έντασης μεταξύ σκοπού και μέσου, από το ότι, όπως όλοι γνωρίζουν, οι επαναστατικοί σοσιαλιστές, ομολόγησαν ήδη κατά τη διάρκεια του πολέμου ότι είναι υπέρ μιας αρχής, η οποία θα μπορούσε να διατυπωθεί συνοπτικά ως εξής: «Εάν βρισκόμαστε προ της επιλογής, είτε ακόμη μερικά χρόνια πόλεμο και μετά επανάσταση ή ειρήνη τώρα και καμία επανάσταση, τότε επιλέγουμε: μερικά χρόνια πόλεμο!»

Και συμπληρώνει:

«Τι συμβαίνει, όμως, με την πραγματική σχέση μεταξύ ηθικής και πολιτικής; Μήπως, όπως έχει ενίοτε υποστηριχθεί, δεν έχουν καμία σχέση μεταξύ τους; Ή μήπως ισχύει το αντίστροφο, ότι «η ίδια» ηθική που ισχύει για κάθε πράττειν ισχύει και για το πολιτικό; Έχει ενίοτε υποστηριχθεί ότι μεταξύ αυτών των δύο αντιλήψεων υπάρχει μόνον διαζευκτική εναλλακτική λύση· είτε η μία, είτε η άλλη είναι η σωστή. Είναι, όμως, άραγε αληθές: ότι θα μπορούσαν να διατυπωθούν περιεχομενικά ίδιες εντολές κάποιας ηθικής του κόσμου για ερωτικές και επιχειρηματικές, για οικογενειακές και υπηρεσιακές σχέσεις, για τις σχέσεις της συζύγου, της μανάβισσας, του υιού, του ανταγωνιστή, του φίλου, του κατηγορούμενου; Είναι, άραγε, όντως αδιάφορο για τις ηθικές απαιτήσεις της πολιτικής, το ότι αυτή εργάζεται με ένα άκρως ειδικό μέσον: τη δύναμη, πίσω από την οποία στέκει η βία; Δεν βλέπουμε ότι οι μπολσεβίκοι και σπαρτακιστές ιδεολόγοι, ακριβώς επειδή χρησιμοποιούν αυτό το μέσον της πολιτικής, προκαλούν ακριβώς τα ίδια αποτελέσματα όπως οποιοσδήποτε στρατιωτικός δικτάτορας; Μέσω ποιου πράγματος διαχωρίζεται η εξουσία των εργατικών και στρατιωτικών συμβουλίων από εκείνη ενός οποιουδήποτε εξουσιαστή του παλαιού καθεστώτος, εάν δεν διαχωρίζεται ακριβώς από το πρόσωπο των εξουσιαστών και από τον ερασιτεχνισμό τους; Πώς διαφέρει η πολεμική των περισσότερων εκπροσώπων της υποτιθέμενης νέας ηθικής ενάντια στους αντιπάλους που υποβάλλουν σε κριτική, από οποιονδήποτε άλλο δημαγωγό; Διαφέρει λόγω της ευγενούς πρόθεσης! θα μου πείτε. Καλώς. Αλλά εδώ γίνεται λόγος για το μέσον, και οι αντιμαχόμενοι αντίπαλοι αξιώνουν με πλήρη υποκειμενική τιμιότητα τον ευγενή χαρακτήρα των προθέσεών τους. «Πάντες γαρ οι λαβόντες μάχαιραν εν μαχαίρα αποθανούνται» [Ματθαίος 26:52] και ο αγώνας είναι παντού αγώνας. Λοιπόν: – η ηθική της Επί του Ορους Ομιλίας; Με την Επί του Ορους Ομιλία – εννοείται [εδώ] η απόλυτη ηθική του Ευαγγελίου – πρόκειται για μια πολύ πιο σοβαρή υπόθεση, απ’ ότι πιστεύουν εκείνοι που παραθέτουν με ευκολία σήμερα αυτές τις εντολές. Με την Ομιλία αυτή δεν γίνονται αστεία. Για αυτήν ισχύει αυτό που έχει ειπωθεί για την αιτιότητα στην επιστήμη: δεν είναι μια άμαξα, την οποία μπορεί κανείς να σταματήσει κατά βούληση για να ανέβει ή να κατέβει όπως δοκεί. Αλλά: ισχύει πλήρως ή καθόλου, αυτό ακριβώς είναι το νόημά της, εφόσον επιδιώκεται εδώ κάτι περισσότερο από κοινοτοπίες. Για παράδειγμα, ο πλούσιος νεανίας: «στυγνάσας επί τω λόγω απήλθε λυπούμενος ην γαρ έχων κτήματα πολλά» [Μάρκος 10:22]. Η ευαγγελική εντολή είναι άνευ όρων και μονοσήμαντη: δώσε ό,τι έχεις – όλα, πολύ απλά. Ο πολιτικός θα πει ότι είναι μια κοινωνικά ανόητη απαίτηση, εφόσον δεν επιβάλλεται για όλους. Δηλαδή: φορολογία, φορολογική δήμευση, κατάσχεση – με μια λέξη: καταναγκασμός και επιβολή της τάξης ενάντια σε όλους. Αλλά η ηθική εντολή δεν ζητά διόλου κάτι τέτοιο, αυτή είναι η ουσία της. Ή «τω τύπτοντί σε επί την σιαγόνα πάρεχε και την άλλην» [Λουκάς 6:29]. Άνευ όρων, χωρίς να ρωτά για ποιο λόγο ο άλλος επιτρέπεται να χαστουκίζει. Μια ηθική της αναξιοπρέπειας – εκτός: για έναν άγιο. Αυτό είναι: πρέπει κανείς να είναι άγιος στα πάντα, τουλάχιστον σύμφωνα με τη βούλησή του, πρέπει να ζει όπως ο Ιησούς, οι Απόστολοι, ο άγιος Φραγκίσκος και οι όμοιοί του, και τότε αυτή η ηθική έχει νόημα και αποτελεί έκφραση μιας αξιοπρέπειας. Αλλιώς, όχι. Διότι, όταν ως συνέπεια της ακοσμικής ηθικής της αγάπης λέγεται: «μη αντιστήναι τω πονηρώ» [Ματθαίος 5:39], – τότε, για τον πολιτικό ισχύει αντιστρόφως η πρόταση: πρέπει να αντισταθείς στο κακό με τη βία, διότι αλλιώς – είσαι υπεύθυνος για την επικράτησή του. Όποιος θέλει να πράξει σύμφωνα με την ηθική του Ευαγγελίου, ας αποφύγει τις απεργίες – διότι είναι καταναγκασμός – και ας πάει στα κίτρινα συνδικάτα».

Τέλος αναφέρει:

«Είναι αληθές: η πολιτική γίνεται βέβαια με το μυαλό, αλλά σίγουρα όχι μόνον με το μυαλό. Εδώ έχουν πλήρως δίκιο οι ηθικοί του φρονήματος. Αλλά κανείς δεν μπορεί να προδιαγράψει εάν κάποιος θα πρέπει να δρα ως ηθικός του φρονήματος ή της ευθύνης, και πότε το ένα ή πότε το άλλο. Ένα μόνον μπορεί να πει κανείς: όταν σ’ αυτούς τους καιρούς μιας, όπως εσείς πιστεύετε, όχι «στείρας» αναστάτωσης – αλλά η αναστάτωση είναι πάντα ακριβώς και εντελώς γνήσιο πάθος – όταν ξαφνικά οι πολιτικοί του φρονήματος ξεφυτρώνουν μαζικά με το σύνθημα: «ο κόσμος είναι χαζός και μικροπρεπής, όχι εγώ, η ευθύνη για τις συνέπειες δεν αφορά εμένα αλλά τους άλλους, στην υπηρεσία των οποίων εργάζομαι, και την ηλιθιότητα ή μικροπρέπεια των οποίων θα ολοθρεύσω», τότε λέω ανοικτά: ότι εν πρώτοις ρωτώ για το μέτρο του εσωτερικού κέντρου βάρους, που βρίσκεται πίσω από αυτή τη φρονηματική ηθική, και έχω την εντύπωση: ότι στις εννέα από τις δέκα περιπτώσεις έχω να κάνω με αεροκοπανιστές, οι οποίοι δεν αισθάνονται πραγματικά τι αναλαμβάνουν, αλλά απλώς μεθούν με ρομαντικές εντυπώσεις. Αυτό δεν με εντυπωσιάζει πολύ από την ανθρώπινη πλευρά και δεν με συγκλονίζει διόλου. Ενώ είναι ασύγκριτα συγκλονιστικό, όταν ένας ώριμος άνθρωπος – ανεξαρτήτως εάν είναι μικρός ή μεγάλος στην ηλικία –, ο οποίος αισθάνεται πραγματικά και με πλήρη ψυχή την ευθύνη για τις συνέπειες και δρα με βάση την ηθική της ευθύνης, σε κάποιο σημείο λέει: «δεν μπορώ αλλιώς, εδώ στέκομαι». Αυτό είναι κάτι που είναι γνήσια ανθρώπινο και σε συναρπάζει. Διότι αυτή η κατάσταση θα πρέπει να μπορεί κάποτε να προκύψει για καθένα από εμάς που δεν είναι εσωτερικά νεκρός. Στο βαθμό αυτό η ηθική της ευθύνης και η ηθική του φρονήματος δεν είναι απόλυτες αντιθέσεις, αλλά αλληλοσυμπληρώσεις, οι οποίες μόνον σε συνδυασμό συγκροτούν τον γνήσιο άνθρωπο, εκείνον που δύναται να έχει «ως επάγγελμα την πολιτική».

«Και τώρα, αγαπητοί ακροατές, θα μιλήσουμε ξανά γι’ αυτό το ζήτημα μετά από δέκα χρόνια. Οταν τότε, όπως δυστυχώς φοβάμαι, για μια σειρά από λόγους, θα έχει προ πολλού ξεσπάσει η περίοδος της αντίδρασης, και όταν από αυτά που σίγουρα πολλοί από εσάς και, ομολογώ ανοικτά, επίσης και εγώ έχω ευχηθεί και ελπίσει, θα έχουν εκπληρωθεί ελάχιστα, ίσως όχι οπωσδήποτε τίποτε, αλλά τουλάχιστον κατά τα φαινόμενα ελάχιστα – αυτό είναι πιθανότατο, δεν θα με συντρίψει μεν, αλλά αποτελεί σίγουρα εσωτερική επιβάρυνση να το γνωρίζω – τότε θα ήθελα να δω τι έχουν «απογίνει» με την εσωτερική έννοια του όρου, όλοι εκείνοι από εσάς οι οποίοι αισθάνονται τώρα ως γνήσιοι «πολιτικοί του φρονήματος» και συμμετέχουν στην μέθη που σημαίνει αυτή η επανάσταση».

Ο Max Weber πέθανε έναν χρόνο αργότερα. Δεν πρόλαβε τη μέθη του φρονήματος, που οδήγησε δεκατρία χρόνια αργότερα στον Χίτλερ.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου