ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Η κατάρριψη του Σουχόι και Εμείς

η-κατάρριψη-του-σουχόι-και-εμείς-199673

Γράφει ο Χάρης Δημητρίου, Πληρεξούσιος Υπουργός Α’ επί τιμή

Η πρόσφατη κατάρριψη τού ρωσικού αεροσκάφους τύπου Σουχόι από την Τουρκία δημιουργεί νέα δεδομένα στο γεωπολιτικό «παιχνίδι» που παίζεται στη Μ.Ανατολή και έχει επιπτώσεις και στη χώρα μας. Το γιατί η Τουρκία πήρε τη ριψοκίνδυνη αυτή απόφαση μένει ακόμη να διερευνηθεί, αν και τα στοιχεία που έρχονται καθημερινά στη δημοσιότητα δείχνουν ότι το πιθανότερο είναι να έχει σχέση με τις «αμαρτωλές» συναλλαγές τής Τουρκίας με τους Τζιχαντιστές. Πρόσφατα το ρωσικό Υπουργείο Άμυνας έδωσε συνέντευξη τύπου στην οποία παρουσίασε εντυπωσιακά στοιχεία σχετικά με τη διακίνηση πετρελαίου από συριακές πετρελαιοπηγές που βρίσκονται υπό τον έλεγχο των Τζιχαντιστών προς την Τουρκία με τεράστιο στόλο φορτηγών. Οι αεροφωτογραφίες είναι πεντακάθαρες και θα είναι δύσκολο για την Τουρκία να τις διαψεύσει.

Βέβαια, ο τούρκος Πρόεδρος δεν πρόκειται να παραιτηθεί, όπως δήλωσε, «…εφόσον αποδειχθεί ότι η Τουρκία έχει ανάμιξη στο εμπόριο αυτό». Η διπλωματία έχει άπειρους τρόπους να παραποιεί την αλήθεια. Παρόλα αυτά οι επιπτώσεις από τη ρωσοτουρκική διένεξη στην ευρύτερη περιοχή θα είναι σημαντικές για αρκετό χρονικό διάστημα και αφορούν σε μεγάλο βαθμό και τη χώρα μας. Καταρχήν ορισμένα από τα οικονομικά αντίποινα που αποφάσισε η Μόσχα (αποκλεισμός τουρκικών εισαγωγών, ακύρωση τουριστικών πακέτων, καθιέρωση βίζας) μπορούν να ωφελήσουν τη χώρα μας που είναι ευθέως ανταγωνιστική τής Τουρκίας σε αρκετά προϊόντα. Αρκεί η κυβέρνηση να σπεύσει να επωφεληθεί τής ευνοϊκής αυτής συγκυρίας και να μην τυρβάσει περί άλλα (Ιράν, Βενεζουέλα, Βολιβία).

Από την άλλη η κατάρριψη τού ρωσικού αεροσκάφους αυτή καθεαυτή δημιουργεί από μόνη της νέα δεδομένα στο ζήτημα των παραβιάσεων τού εναερίου χώρου τής χώρας μας, εφόσον βέβαια η κυβέρνηση σταθεί ικανή να την εκμεταλλευθεί, πράγμα για το οποίο προσωπικά έχω μεγάλες αμφιβολίες. Η πρώτη σκέψη που έρχεται στο μυαλό όλων είναι «αφού η Τουρκία τολμά και καταρρίπτει ρωσικά αεροπλάνα μόλις εισέλθουν για λίγα δευτερόλεπτα στον εναέριο χώρο της, γιατί εμείς ανεχόμαστε εκείνη να παραβιάζει συστηματικά το δικό μας;». Ηδη οι πρωινοί «τηλεειδήμονες» άρχισαν να λένε «το κοντό τους και το μακρύ τους» και γι’ αυτό χρειάζεται να εξηγηθούν ορισμένα πράγματα ώστε να μη δημιουργούνται εσφαλμένες εντυπώσεις.

Πρόκειται για ζήτημα εξαιρετικά λεπτό και πολύπλοκο που πρέπει κανείς να προσεγγίζει με πολλή προσοχή. Είναι γεγονός ότι η Τουρκία παραβιάζει καθημερινά τον εναέριο χώρο μας, με αποτέλεσμα η αεροπορία μας να υποχρεώνεται σε αναχαιτίσεις που στοιχίζουν πολλά εκατομμύρια το μήνα σε καύσιμα και εξοπλισμό (δαπάνες συντήρησης, επισκευής ή/και αντικατάστασης των αεροσκαφών). Ίσως δεν είναι υπερβολή να λεχθεί ότι χωρίς τη δαπάνη αυτή η χώρα μας θα μπορούσε να κλείσει πολλές τρύπες τού προϋπολογισμού της. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η χώρα μας θα μπορούσε από αύριο να τελειώνει με το πρόβλημα καταρρίπτοντας τα τουρκικά αεροσκάφη μόλις εισέρχονται στον εναέριο χώρο πάνω από τα νησιά μας.

Διότι μεταξύ των δυο περιπτώσεων (δηλαδή τής παραβίασης τού τουρκικού εναέριου χώρου από τη Ρωσία και τού δικού μας από την Τουρκία) υπάρχουν σημαντικές διαφορές. Η πρώτη είναι πως η Ελλάδα και η Τουρκία είναι μέλη τού ΝΑΤΟ και συνεπώς σύμμαχοι. Αλλοίμονο εάν ένα μέλος τού ΝΑΤΟ κατέρριπτε τα αεροσκάφη ενός άλλου μόλις αυτά περνούσαν πάνω από το έδαφός του. Για τις περιπτώσεις αυτές υπάρχουν συγκεκριμένοι κανόνες εμπλοκής τής Συμμαχίας που ισχύουν για όλα τα μέλη και η χώρα μας τηρεί και πρέπει να τηρεί απαρέγκλιτα.

Υπάρχει όμως και μια άλλη διαφορά μεταξύ των δυο περιπτώσεων. Σε αυτήν τού ρωσικού Σουχόι η παραβίαση, έστω και μικρής διάρκειας, είναι αναμφισβήτητη και αδικαιολόγητη, παρ’ όλον ότι δεν υπήρχε επιθετική πρόθεση. Στην περίπτωση τού Αιγαίου οι συνθήκες είναι διαφορετικές. Καταρχήν οι παραβιάσεις τού εναέριου χώρου των νησιών μας γίνονται συνήθως όταν τα τουρκικά αεροπλάνα πετούν από την τουρκική επικράτεια προς το διεθνή εναέριο χώρο τού Αιγαίου, που είναι ανοικτός για όλους, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο. Και παρ’ όλον ότι είναι βέβαιο πως πρόθεση τής Τουρκίας είναι να αμφισβητήσει την κυριαρχία τής Ελλάδας επί ορισμένων (βραχο)νησιών, δεν μπορεί κανείς να αρνηθεί ότι το να αποφύγει ένα αεροσκάφος που πετά με ταχύτητα πάνω από 2.000χλμ./ώρα κάθε ένα από τις χιλιάδες νησιά και βραχονησίδες τού Αιγαίου είναι εξαιρετικά δύσκολο. Αυτό φυσικά το γνωρίζει η Τουρκία και το εκμεταλλεύεται ad nauseam.

Επιπλέον υπάρχει ένα στοιχείο που πολλοί Ελληνες αγνοούν. Στη Σύμβαση τής Γενεύης τού 1958 που κωδικοποίησε για πρώτη φορά το διεθνές δίκαιο τής θάλασσας και καθόριζε το μέγιστο εύρος των χωρικών υδάτων (ή αιγιαλίτιδας ζώνης) και συνακόλουθα τού εναέριου χώρου στα 12 ν.μ. (22 χλμ.), η χώρα μας κατέθεσε μια δήλωση που έλεγε ότι το εύρος τους παραμένει στα 6 ν.μ. (όπως είχε ορισθεί από το 1936), «αλλά για λόγους αεροπλοΐας σε 10 ν.μ.»! Επρόκειτο για ένα παράξενο νομικό κατασκεύασμα που, όπως προκύπτει από επίσημα έγγραφα, οφειλόταν στις πιέσεις των αλιέων και σφουγγαράδων των νησιών μας προς την κυβέρνηση να μην επεκτείνουμε την αιγιαλίτιδα στα 10 ή τα 12 ν.μ., διότι δήθεν θα παρακινούσαμε και άλλα κράτη τής Μεσογείου να κάνουν το ίδιο και έτσι θα μειωνόταν ο αλιευτικός χώρος! Η μεγαλύτερη ανησυχία τους ήταν ο πλούσιος σε αλιεύματα λιβυκός Κόλπος τής Σύρτεως που θα έκλεινε σε μεγάλο βαθμό (θα γινόταν δηλαδή εσωτερικά λιβυκά ύδατα) εάν η Λιβύη επεξέτεινε την αιγιαλίτιδα ζώνη της σε 12 ν.μ. Τελικά ο Καντάφι «έκλεισε» βέβαια τον Κόλπο τής Σύρτεως (σύροντας την αποκληθείσα «γραμμή τού θανάτου», την οποία οι ΗΠΑ αμφισβήτησαν επανειλημμένα με αεροναυτικές δυνάμεις), ενώ εμείς μείναμε με το ιδιόρρυθμο αυτό καθεστώς να μας ταλαιπωρεί και να το πληρώνουμε με τεράστια ποσά κάθε χρόνο.

Εάν το 1958 η τότε κυβέρνηση μπορούσε να δει λίγο μακρύτερα από τα συντεχνιακά συμφέροντα των αλιέων, θα είχε προχωρήσει αμέσως στην επέκταση των χωρικών μας υδάτων στα 12 ν.μ., όπως έκαναν πολλές χώρες και η ίδια η Τουρκία (στη Μαύρη Θάλασσα και τα νότια παράλιά της). Ετσι θα είχε κατοχυρώσει το μέγιστο επιτρεπόμενο (κατα το διεθνές δίκαιο) εύρος και θα είχε δημιουργήσει κατά μήκος των τουρκικών ακτών ένα ‘τείχος’, το οποίο η Τουρκία δεν θα είχε καμία νομικά βάσιμη δικαιολογία να διαπερνά κάθε ημέρα με τα μαχητικά της. Το νομικό αυτό «υβρίδιο», που δεν συναντάται σε κανένα μέρος τού κόσμου, δυστυχώς διατηρήσαμε, παρά την νέα Σύμβαση τού Δικαίου Θαλάσσης που ισχύει από το 1994 και που επιβεβαιώνει το δικαίωμα (και των νησιών) σε αιγιαλίτιδα 12 ν.μ., καθώς και σε υφαλοκρηπίδα.

Στο μεταξύ η Τουρκία είχε το χρόνο να κατασκευάσει επιχειρήματα ότι στο Αιγαίο ισχύουν δήθεν ‘ειδικές περιστάσεις’ (special circumstances), δηλώνοντας ότι τυχόν επέκταση τής αιγιαλίτιδας αποτελεί casus beli και να αμφισβητήσει ακόμη και το δικαίωμα υφαλοκρηπίδας των νησιών μας επικαλούμενη την αόριστη αρχή τής «ισοδικίας» (equity).

Αυτό σημαίνει ότι η χώρα μας δεν μπορεί να κάνει τίποτε για να αλλάξει η κατάσταση αυτή; Η άποψή μου είναι ότι η Ελλάδα έχασε δυο μεγάλες ευκαιρίες να τελειώνει με το ζήτημα, όταν δίστασε να εκμεταλλευθεί την ευνοϊκή συγκυρία των δυο διεθνών Συμβάσεων το 1958 και το 1994. Σήμερα η κατάσταση έχει μεταβληθεί σε βάρος μας: η παράλειψη να ασκήσουμε το δικαίωμά μας στα 12 ν.μ. σε συνδυασμό με τη συστηματική αμφισβήτησή του από πλευράς τής Τουρκίας το έχει αποδυναμώσει, παρά τις κατά καιρούς δηλώσεις μας ότι «…η Ελλάδα επιφυλάσσεται να ασκήσει το δικαίωμά της όταν το κρίνει σκόπιμο». Επιπλέον, όμως, έχει ανατραπεί σε βάρος μας ο συσχετισμός δυνάμεων (διπλωματικών και στρατιωτικών). Εκείνο που θα μπορούσε να κάνει είναι να βρει το θάρρος να ευθυγραμμίσει τις δυο ζώνες (δηλαδή την αιγιαλίτιδα και τον εναέριο χώρο), δηλώνοντας ότι δεν θα ανεχθεί εφεξής οποιαδήποτε παραβίαση. Βέβαια η Τουρκία δεν θα δεχόταν σε καμμία περίπτωση το εύρος αυτό να είναι 12 ή ακόμη και 10 ν.μ. και συνεπώς οι αερομαχίες πάνω στο Αιγαίο θα συνεχίζονταν. Άρα η μόνη ρεαλιστική επιλογή θα ήταν να περιορισθούμε στα 6 ν.μ., αφού ούτως ή άλλως η σύγχρονη τεχνολογία (αεροφωτογραφίες υψηλής ευκρίνειας από αεροπλάνα ή δορυφόρους) έχει εξαλείψει όλους τους λόγους που δικαιολογούσαν παλιότερα την εμμονή των κρατών να έχουν όσο γίνεται μεγαλύτερη αιγιαλίτιδα και εναέριο χώρο.

Ταυτόχρονα, όμως, θα έπρεπε η «υποχώρηση» αυτή να συνοδευτεί από μια δήλωσή μας στο επισημότερο δυνατό επίπεδο ότι εφεξής η Ελλάδα θα προστατεύσει τα εναέρια σύνορά της και να προειδοποιήσει τόσο το ΝΑΤΟ («τρίβοντας στη μούρη» τού Γενικού Γραμματέα την πρόσφατη δήλωσή του ότι «…η Τουρκία έχει δικαίωμα να υπερασπίζεται τον εναέριο χώρο της») πως η ανοχή μας τελειώνει και πως η Συμμαχία θα πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες της (που είναι μεγάλες εξαιτίας τής πολιτικής τού «Πόντιου Πιλάτου» που ακολουθεί εδώ και δεκαετίες) στην περίπτωση θερμού επεισοδίου που θα ενέπλεκε δυο συμμάχους.

Την ίδια αποφασιστική στάση θα έπρεπε να τηρήσει και στα πλαίσια τής Ευρ. Ενωσης, υπενθυμίζοντας ότι τα σύνορα τής Ελλάδας είναι και ευρωπαϊκά και επομένως εφόσον κάποιες χώρες, που ουδέποτε πολέμησαν, ωρύονται πως η χώρα μας δεν τα φυλάσσει επαρκώς θα πρέπει να είναι έτοιμα να υποστούν τις συνέπειες τυχόν κατάρριψης τουρκικού αεροσκάφους και συνεπακόλουθης επιδείνωσης των ευρωτουρκικών σχέσεων. Η άποψή μου είναι ότι στην περίπτωση αυτή οι τουρκικές παραβιάσεις θα σταματούσαν, αφού δεν θα είχαν κανένα διεθνές νομικό έρεισμα και η χώρα μας θα έλυνε το ακανθώδες αυτό ζήτημα, εξοικονομώντας αρκετά δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως.

Προϋπόθεση όμως γι’ αυτό είναι ότι η ελληνική κυβέρνηση (όποια είναι αυτή) θα έχει τα ‘βαρίδια’ όχι μόνο για να πάρει μια τόσο σημαντική απόφαση, αλλά και για να τη στηρίξει καταρρίπτοντας το πρώτο τουρκικό αεροσκάφος που εισέλθει τότε στον εναέριο χώρο μας. Όπερ τελείως στη σφαίρα τού φανταστικού με τους Τσίπρα, Καμμένο και Κοτζιά στο «τιμόνι τού κράτους». Τουλάχιστον, ας επωφεληθούν να θέσουν (όχι με twitters) στο ΝΑΤΟ και την Ευρ. Ένωση τη διαφορά «ευαισθησίας» τής Τουρκίας σε παραβιάσεις τού εναέριου χώρου, μήπως και καταφέρουμε να πάρουμε τουλάχιστον κάποια χρήματα έναντι τής κολοσσιαίας δαπάνης που συνεπάγεται για τη δική μας χώρα η «σώφρων» και by the rules συμπεριφορά μας απέναντι στη «σύμμαχο» και γείτονα χώρα.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου