ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Ενας χρόνος μετά

ενας-χρόνος-μετά-133530

Γράφει η Δανάη Τζήκα

Ένας χρόνος μετά τη μέρα που ο ΣΥΡΙΖΑ ανέλαβε την κυβέρνηση και η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική. Μεσολάβησε ένας πολύ πυκνός χρόνος, ο οποίος εμπεριείχε την προσδοκία και την απογοήτευση, την ελπίδα και τις διαψεύσεις. Πέρυσι, πολύς κόσμος ταύτιζε τις προσδοκίες του για αξιοπρέπεια με την ανάδειξη στην κυβέρνηση ενός κόμματος της Αριστεράς. Πολλοί εκλάβαμε τη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ ως ένα πρώτο ρήγμα στις πολιτικές της λιτότητας. Σήμερα, γνωρίζουμε ότι αυτή η προοπτική ηττήθηκε. Οφείλουμε, λοιπόν, ιδιαίτερα όσοι-ες συμμετείχαμε ενεργά στο εγχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ, όσοι-ες αποχωρήσαμε από αυτόν, να κάνουμε έναν ειλικρινή απολογισμό. Να σκεφτούμε τα όρια ενός συγκεκριμένου πολιτικού σχεδίου, να λάβουμε υπόψιν μας υπαρκτά εμπόδια που δυστυχώς υποτιμήσαμε.

Πώς, όμως, φτάσαμε ως εδώ; Πώς ο ΣΥΡΙΖΑ από δύναμη που αναδείχθηκε μέσα από τις κοινωνικές αντιστάσεις του προηγούμενου διαστήματος, ακολούθησε μια πορεία διολίσθησης, για να φτάσει εν τέλει να εφαρμόζει τις ίδιες πολιτικές με αυτές που αντιμαχόταν και σιγά, σιγά να επιστρατεύει τα ίδια επιχειρήματα με αυτά που μας είχαν συνηθίσει τα λεγόμενα αστικά κόμματα;

Αν και δεν θα ξεμπερδέψουμε εύκολα με αυτό το ερώτημα, τώρα που μπορούμε να δούμε τα πράγματα πιο καθαρά, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε μια σειρά ζητημάτων: Ήδη από το 2012, η λογική του κυβερνητισμού και της ανάθεσης κέρδιζε συνεχώς έδαφος. Έτσι, στο δρόμο προς την κυβέρνηση υιοθετήθηκαν πολλές απλουστεύσεις, δίνοντας παράλληλα περισσότερη βάση στην επικοινωνία παρά στην πραγματική πολιτική.

Αναλαμβάνοντας ο ΣΥΡΙΖΑ την κυβέρνηση, ακόμα και στο εσωτερικό της χώρας, δεν μετέβαλε ουσιαστικά τον τρόπο άσκησης της κυβερνητικής πολιτικής, ούτε ενίσχυσε διαδικασίες συμμετοχής και διαβούλευσης με την κοινωνία. Στο όνομα του έντιμου συμβιβασμού, η κυβέρνηση δεν προχώρησε στις ελάχιστες προεκλογικά δεσμεύσεις όπως η επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων ή η επιβολή φόρων στο μεγάλο κεφάλαιο. Εν τέλει, η τακτική της διαπραγμάτευσης που ακολουθήθηκε και στόχευε στο να κερδηθεί χρόνος, χωρίς από την άλλη να γίνονται κινήσεις που θα ενίσχυαν τη διαπραγματευτική της θέση, στην πραγματικότητα οδήγησε στην απώλεια οικονομικού οξυγόνου και πολιτικού κεφαλαίου.

Τα παραπάνω είναι μερικά μόνο από τα ζητήματα που μπορεί κάποιος να εντοπίσει στην πορεία του ΣΥΡΙΖΑ και στο πρώτο επτάμηνο της κυβέρνησης. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι σε όλη αυτή την πορεία δεν υπήρξαν συγκρούσεις με αποκορύφωμα το Δημοψήφισμα. Παρόλα αυτά, η συνθηκολόγηση του Ιουλίου και εν τέλει η πολιτική επιλογή της κυβέρνησης να εφαρμόσει το Μνημόνιο εκ των πραγμάτων αναίρεσε κάθε προηγούμενη προσπάθεια.

Σε κάθε περίπτωση, μία προσπάθεια στην οποία, παρά τα λάθη και τις ελλείψεις της, πολλοί πιστέψαμε, εν τέλει απέτυχε. Το χειρότερο είναι ότι υπάρχει ο κίνδυνος μιας διευρυμένης κοινωνικής ματαίωσης. Μπορεί λοιπόν ο ΣΥΡΙΖΑ να ξαναβγήκε φαινομενικά αλώβητος τον Σεπτέμβρη. Έχασε όμως ο ΣΥΡΙΖΑ που μιλούσε στο όνομα των ανέργων, της νεολαίας, της κοινωνικής δικαιοσύνης. Η πολιτική φυσιογνωμία, άλλωστε, δεν αποτελεί απλά ένα διακηρυκτικό στοιχείο αλλά συνδέεται άμεσα με την ίδια την πολιτική που υλοποιείται και τις κοινωνικές συμμαχίες που οικοδομούνται.

Η κυβέρνηση υιοθετώντας μια γνωστή και πολύ παλιά λογική: «δεν υπάρχει εναλλακτική», νομιμοποίησε εκ νέου τη μνημονιακή πραγματικότητα ως αναπότρεπτη και κατάφερε σε μεγάλο βαθμό να ενοχοποιήσει κάθε προσπάθεια αμφισβήτησης. Προκύπτει όμως ένα εύλογο ερώτημα: Για ποιους άραγε η συνέχιση αυτής της πολιτικής αποτελεί τη μοναδική λύση; Γιατί γίνεται όλο και πιο σαφές ότι η συγκεκριμένη συνθήκη δεν αποτελεί εναλλακτική για την κοινωνία που πλήττεται, για τη νεολαία, για τους χιλιάδες ανέργους, για τους εργαζομένους.

Μέσα σε ένα χρόνο, λοιπόν, περάσαμε από την ελπίδα για ανατροπή στο φόβο του «να μην έρθουν τα χειρότερα». Ζούμε σε μια συνθήκη που οι κοινωνικές ανισότητες θα συνεχίσουν να βαθαίνουν. Απέναντι σε αυτή τη συνθήκη, πρέπει να δώσουμε τις δικές μας απαντήσεις. Οι απαντήσεις δεν θα είναι απλές, ούτε προφανείς. Η αναζήτησή τους, όμως, οδηγεί σε νέες κοινωνικές αντιστάσεις και μπορεί να επαναφέρει στο προσκήνιο θετικές προσδοκίες.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου