ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Η κατρακύλα της ανθρωπιάς

η-κατρακύλα-της-ανθρωπιάς-120970

Πραγματικά δεν ξέρουμε από πού αρχίζει και πώς καταλήγει η καθημερινότητά μας.

Αν έχετε πονοκέφαλο, μην προσπαθήσετε να τον μετριάσετε αν πατήσετε το κουμπί της τηλεόρασης. Εδώ ελλοχεύει ο κίνδυνος όχι να σας περάσει ο πονοκέφαλος, αλλά να πάθετε εγκεφαλικό. Τα περιστατικά που περιγράφουν οι ρεπόρτερ της τηλεόρασης, αναρωτιέστε αν ακούσατε καλά. Ωσπου να συνέλθουμε από τη μια είδηση για τον θάνατο τριών μικρών παιδιών μιας οικογένειας που απέμειναν οι δυο τραγικοί γονείς για ν’ απαντούν σαν ρομπότ στις ερωτήσεις δικαστών και σχολιαστών ρεπόρτερ για το τραγικό συμβάν, και από πάνω καπέλο ότι τα οστά ενός επτάχρονου παιδιού βρέθηκαν να μεταφέρονται από διαμέρισμα σε διαμέρισμα μέσα σε εργαλειοθήκη. Και οι οπαδοί – εντεταλμένοι ποδοσφαιρικών ομάδων να εκτελούν εντολές και να στερούν τη ζωή από 19χρονα παλικάρια όπως ο άτυχος Αλκης.

Εκεί όμως που σταματούν η λογική και το μυαλό των απλών ανθρώπων, είναι η εξιστόρηση των λεπτομερειών για το κολαστήριο σε μια πόλη της Κρήτης. Σ’ έναν οίκο ευγηρίας, όπου μερίδα των κατοίκων εμπιστεύτηκαν τους γονείς τους για να περάσουν ήρεμη ζωή στα τελευταία χρόνια της ζωής τους. Κι εδώ ξετυλίγονται στο εκράν της τηλεόρασης, σκηνές απίστευτης απανθρωπιάς, σκηνές που οι αρχαίες τραγωδίες φαντάζουν απλές, καθημερινές αφηγήσεις. Παρακολουθείς, λοιπόν, ανθρώπους, με εντολές των αφεντικών τους, να κουβαλούν γέρους ανθρώπους άντρες και γυναίκες, στο τελευταίο στάδιο της ζωής τους. Ανθρώπους που ξεχνούσαν να τους ταΐσουν, ανθρώπινους σκελετούς που τους τάιζαν ό,τι απομεινάρια υπήρχαν στην υποτιθέμενη κουζίνα, ενώ τα παιδιά τους εφησύχαζαν όταν πλήρωναν το μηνιάτικο και δεν ένιωθαν την ανάγκη να πάνε να επισκεφτούν τους γονείς τους, μιας και τους είχαν εμπιστευτεί σε «καλά χέρια».

Ανάμεσα σε αυτούς ανθρώπους που περνούσαν και έξι μήνες για να τους επισκεφτούν και να τους κρατήσουν λίγο συντροφιά, σ’ αυτούς που τους μεγάλωσαν μέσα στα πούπουλα και τους είχαν διδάξει την αγάπη και την στοργή, όχι μόνο προς τους γονείς τους, όταν πλέον είχαν περάσει στο στάδιο της συνταξιοδότησης και αντί να τους φροντίζουν με αγάπη και ανθρωπιά, να είναι κι εκείνοι ήσυχοι χωρίς σκοτούρες και τους εγκατέλειψαν στα αδηφάγα στόματα των δημίων τους.

Αλλά είναι τόσα τα τρέχοντα γεγονότα, είναι τόσο φορτωμένη η καθημερινότητα, που σε μια εβδομάδα έχουμε ξεπεράσει την αποτρόπαια αυτή πράξη. Εχουμε γυρίσει την πλάτη σ’ αυτούς τους ανθρώπους, που τους έλαχε να πέσουν στο χέρι κυριών, με γνωστά ονόματα στην κοινωνία της πόλης τους, που κατέφευγαν σε κτηνώδεις σκευωρίες για να αρπάξουν την περιουσία τους και να ζήσουν τη «μεγάλη» ζωή. Εκεί έχουμε ξεπέσει ως κοινωνία, εκεί έχουμε φθάσει στο τελευταίο σκαλοπάτι της κατρακύλας. Δυστυχώς στον βωμό του χρήματος έχει καταλυθεί η πατροπαράδοτη ελληνική οικογένεια, που μπορεί να μην διέθετε οικονομική άνεση, διέθετε όμως αγάπη και δίδασκε στα παιδιά της ανθρώπινη συμπεριφορά. Οχι ότι απέβλεπε σε μια στοργική συμπεριφορά απέναντί τους από τα παιδιά τους. Πίστευαν ότι έκαναν το χρέος τους ως γονείς, τα παιδιά τους όμως δεν ακολούθησαν το παράδειγμά τους και είχαν αυτή την τραγική κατάληξη.

Καιρός να ξαναγυρίσουμε στον ανθρώπινο και αξιοπρεπή τρόπο ζωής, η οικογένεια να έχει τον πρώτο λόγο και δυστυχώς τα σημερινά παιδιά, είτε άντρες, είτε γυναίκες, δεν πήραν τον καλό δρόμο της οικογένειας.

Στο μυαλό μου ήλθε η εικόνα ενός γερμανικού παραμυθιού, που ένα πεντάχρονο παιδί είχε πάρει ένα απλό ξύλο και το έσκαβε με μανία κάνοντας μια λακκούβα.

Οταν η μητέρα του το ρώτησε γιατί έκανε αυτό το σκεύος, ο μικρός απάντησε κοφτά «για να βάζω το φαγητό να τρώτε εσύ και ο μπαμπάς όταν γεράσετε, όπως ο παππούς που τον έχετε πετάξει σε μια γωνιά να τρώει μόνος του και απροστάτευτος». Η μητέρα έτρεξε στον σύζυγό της να πει τα κατορθώματα του γιου τους. Τα συμπεράσματα δικά σας. Ο,τι έβλεπε το παιδί, αυτό αφομοίωνε. Κατά βάθος αγαπούσε τον παππού του και δεν ήθελε να του φέρονται τόσο άκαρδα οι γονείς του.

«Από μικρό κι από τρελό μαθαίνεις την αλήθεια» λέει μια παροιμία. Με τις εξαλλοσύνες και την απομάκρυνση από την οικογενειακή εστία δεν υπάρχει χρόνος για πισωγυρίσματα. Μικροί και μεγάλοι πρέπει να στρωθούμε και να γυρίσουμε το τιμόνι σε ήσυχα λιμάνια. Και η πανδημία θα περάσει, και η ακρίβεια θα αντιμετωπιστεί και θ’ ανοίξουμε διάπλατα τα παραθυρόφυλλα στην άνοιξη που όσο περνούν οι μέρες, έρχεται ολοταχώς. Αρκεί να στρίψουμε το τιμόνι της ζωής σε πιο ήσυχα λιμάνια και η ζωή μας θα γυρίσει σε μαβιά ηλιοβασιλέματα, όπως μας νανούριζε ο Στρατής Μυριβήλης. Πρέπει να καταλάβουμε ότι ο κατήφορος πρέπει να σταματήσει εδώ και τώρα, αν θέλουμε να ονομαζόμαστε «άνθρωποι». Επιβάλλεται…

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου